Καλα(ν)τζήδες από τη Βουλγαρία κάνουν χρυσές δουλειές στην Ελλάδα!

Έφτασαν μέχρι και την Ηγουμενίτσα, λόγω Εγνατίας!

Μέχρι τώρα ήταν γνωστό ότι οι κασσιτερωτές ή καλα(ν)τζήδες ή γανωτ(ζ)ήδες ή αλειφιάδες (έτσι αποκαλούνταν συνθηματικά μεταξύ τους) προέρχονταν από την περιοχή της Μουργκάνας στους Φιλιάτες Θεσπρωτίας.
Και ταξίδευαν, τα.....
παλαιότερα χρόνια σ'ολόκληρη την Ελλάδα. Και επικολλούσαν στα οξειδωμένα χαλκώματα (χάλκινα μαγειρικά σκεύη) κασσίτερο (καλάι) και έτσι τα έκαναν κατάλληλα για οικιακή χρήση ορισμένου χρόνου (αφού χρειάζονταν να "καλαϊστούν"
και πάλι και ακίνδυνα σε δηλητηριάσεις κατά το μαγείρεμα των φαγητών. Χωρίς κασσιτέρωση τα χάλκινα σκεύη είναι άχρηστα και επικίνδυνα. Βέβαια, πριν δύο χρόνια οι περισσότεροι πετούσαν τα παλιά χάλκινα και αγόραζαν καινούργια. Τώρα, όμως, η παρατεταμένη οικονομική κρίση δημιούργησε νέες καταστάσεις. Και επειδή δεν υπάρχουν ντόπιοι καλα(ν)τζήδες έρχονται από τη Βουλγαρία! Εμφανίστηκαν αυτές τις ημέρες στην πόλη της Ηγουμενίτσας Βούλγαροι καλα(ν)τζήδες, οι οποίοι έκαναν χρυσές δουλειές... Αρκετοί ήταν αυτοί, που πήγαν για "καλάισμα" κατσαρόλες, τηγάνια και άλλα αντικείμενα. Το κόστος φτηνό. Γύρω στα 5 ευρώ ίσως και λίγο παραπάνω, ανάλογα με τη δουλειά... Ο Βούλγαρος καλα(ν)τζής, που συναντήσαμε έξω από την παλαιά μαθητική εστία της Ηγουμενίτσας, μαζί με τη γυναίκα του και τους δύο γιους του, μας είπε, σε σπαστά ελληνικά, ότι "είναι εύκολο πλέον να φτάσει από τη Βουλγαρία στην Ηγουμενίτσα, αφού η Εγνατία οδός έχει συντομεύσει κατά πολύ τις αποστάσεις". Και πρόσθεσε: "Είμαι περίπου μια εβδομάδα εδώ και θα ξανάρθω μετά από καιρό".
ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Τα παλαιότερα χρόνια οι καλα(ν)τζήδες της Μουργκάνας ξεκινούσαν, κυρίως την Άνοιξη, σε ομάδες ανά 3-4, μεταξύ των οποίων απαραίτητα υπήρχε και ένας (τουλάχιστον) μαθητευόμενος. Οι πρώτοι Καλαντζήδες εμφανίζονται στα μέσα του 18ου αι. στο Μπαμπούρι των Φιλιατών, γι' αυτό και ονομάστηκε “καλαντζομάνα”. Η παράδοση δεν μας δίνει στοιχεία για το πώς και ποιοι πρωτόμαθαν την τέχνη. Από το Μπαμπούρι επεκτάθηκε η καλαντζήδικη τέχνη και σε άλλα χωριά της περιοχής της Μουργκάνας: Τσαμαντά, Πόβλα, Λειά,Λίστα, Γλούστα, Αγίους Πάντες, Ξέχωρο, Φατήρι, Λίμποβο και σε μικρότερη έκταση στα υπόλοιπα χωριά της επαρχίας Φιλιατών. Στο ταξίδι τους διέσχιζαν τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Και όσοι απ' αυτούς απόσταιναν (κουράζονταν) από τα πήγαινε-έλα του ανομολόγητου και μαρτυρικού αυτού μισεμού (ξενιτεμού), σταματούσαν και έμεναν μόνιμα σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, όπου και εξελίχτηκαν σε προοδευμένους επαγγελματίες. Ο ταξιδιωτικός σάκος, “το μαχαλοσάκι τους”, δεν περιείχε παρά μόνο ξερό ψωμί και τούτο “αλειτούργητο” (καλαμποκίσιο) για διάστημα μιας ημέρας. Από κει και πέρα άρχιζε η “σιηντίλα” (επαιτεία/ζητιανιά), έργο του μικρού, του μαθητευόμενου. Έργο υποχρεωτικό που έπρεπε να έχει απόδοση, αλλιώς κρίνονταν ανίκανος και υποβάλλονταν σε τιμωρία, η πιο συνηθισμένη από τις οποίες ήταν η νηστεία και η συνεχής εργασία. Η εργασία δεν ήταν στάσιμη, σε ένα μόνο μέρος. Μετακινού
Keywords
Τυχαία Θέματα