Ο φύλακας του κατωφλιού.

Μια βεντάλια από πορφυρά χρώματα απλώθηκε στην πλάση καθώς ο ήλιος έγερνε νωχελικά πάνω απ’ τις βουνοπλαγιές. Οι τελευταίες αδύναμες αχτίνες αχνόσβησαν πριν το σούρουπο σκεπάσει απαλά το τοπίο.
Ο μαθητής κατάκοπος απ’ την οδοιπορία κοίταξε γύρω του αναζητώντας προσωρινό καταφύγιο για την νύχτα που άπλωνε ήδη τα φτερά της. Βγήκε απ’ το κακοτράχαλο μονοπάτι που ανηφόριζε προς το βουνό και βάδισε ανάμεσα απ’ τα....
ψηλόσωμα δένδρα που ορθωνότανε κατά μήκος του δρόμου. Λίγα μέτρα πιο κάτω μια βαθιά σχισμή ανάμεσα σε δυο πελώρια βράχια που έστεκαν σαν φρουροί στο σκοτεινό δάσος, του τράβηξε
την προσοχή. Άφησε τα βήματα του να τον οδηγήσουν προς τα εκεί νιώθοντας έναν απροσδιόριστο φόβο να φωλιάζει στην ψυχή του.
Στάθηκε μπροστά στο άνοιγμα κι αφουγκράστηκε. Κανένας ήχος δεν ακούστηκε εξόν απ’ το πετάρισμα ενός πουλιού που πέρασε απότομα πάνω απ’ το κεφάλι του και χάθηκε μέσα στις φυλλωσιές.
Ο μαθητής πατώντας απαλά έκανε μερικά δειλά βήματα προς την σπηλιά όταν άξαφνα αντίκρισε δυο κόκκινα μάτια σαν πυρωμένα κάρβουνα να τον κοιτούν απ’ το βάθος. Κοκάλωσε στη θέση του κι η ανάσα του βγήκε με δυσκολία. Ασυναίσθητα σκέφτηκε να γυρίσει και να το βάλει στα πόδια αλλά έμεινε καρφωμένος στη θέση του νιώθοντας μια μέγγενη να του σφίγγει την καρδιά τόσο που ο πόνος του μούδιασε όλο το σώμα. Κρύος ιδρώτας κύλησε στον σβέρκο του . Ξεροκατάπιε προσπαθώντας να αντιληφθεί τι ακριβώς τον κοιτούσε μοχθηρά απ’ το βάθος της σπηλιάς.
Παρόλο που εκείνος δεν κουνήθηκε ρούπι απ’ την θέση του έντρομος διαπίστωσε ότι εκείνο το σκοτεινό πράγμα τον πλησίαζε ολοένα και περισσότερο ώσπου στάθηκε στο κατώφλι της σπηλιάς γρυλίζοντας εναντίον του.
Ο μαθητής με γουρλωμένα μάτια είδε το απόκοσμο πλάσμα να ετοιμάζεται να του ριχτεί κι έβγαλε μια δυνατή κραυγή που αντίχησε σ’ όλο το δάσος.
Ξαφνικά το τέρας έμοιαζε να τραβιέται πίσω αλλά στην πραγματικότητα μια τεράστια δίνη ρουφούσε μέσα της τον μαθητή απομακρύνοντας τον απ’ τα γαμψά νύχια που ήταν έτοιμα να τον κατασπαράξουν.
Δευτερόλεπτα μετά λουσμένος στον ιδρώτα αντίκρισε ένα δυνατό φως να τον πλησιάζει. Κοίταξε γύρω του απορημένος. Το δάσος είχε εξαφανισθεί και εκείνος κείτονταν πάνω στο κρεβάτι του δωματίου του χωρίς να μπορεί να εξηγήσει πως βρέθηκε εκεί.
Το φως έγινε πιο λαμπερό και στάθηκε κοντά του. Τότε ο μαθητής κατάλαβε.
«Δάσκαλε απέτυχα;»
«Απλώς δεν είσαι ακόμη έτοιμος»
«Δάσκαλε ήταν ο φύλακας του κατωφλιού;»
«Ναι ήταν ο φύλακας που σε εμποδίζει να γυρίσεις πίσω»
«Δάσκαλε ήταν πολύ τρομερό δεν νομίζω ότι θα μπορέσω»
«Θα έχεις άλλες δυο ευκαιρίες»
«Και μετά;»
«Αν αποτύχεις τότε πραγματικά δεν θα είσαι έτοιμος σ’ αυτή τη ζωή»
«Δάσκαλε γιατί δεν με βοήθησες;»
«Αυτή μάχη είναι δική σου. Εσύ δημιούργησες αυτό το κτήνος. Εσύ θα παλέψεις μαζί του»
«Δάσκαλε αυτό το κτήνος είναι τα εγώ μου;»
«Ναι τα δικά σου εγώ»
«Μα δάσκαλε εγώ είμαι καλός άνθρωπος, δεν είμαι;»
«Αυτό το τέρας δεν γεν
Keywords
Τυχαία Θέματα