Ψάχνοντας λύση στους κωδικούς του προϋπολογισμού

Αν υπάρχει ένα βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από το τελικό κείμενο του προϋπολογισμού για το 2024 που κατατέθηκε την Τρίτη στη Βουλή, αυτό δεν είναι άλλο από το ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο αντίρροπες πολιτικές τάσεις.

Η πρώτη έχει να κάνει με τα μακροοικονομικά στοιχεία και χαρακτηριστικά της οικονομίας και την ανάγκη διατήρησης μιας κατά το δυνατόν συνετής (και ενδεχομένως και «σφιχτής») δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία στηρίζεται στην αύξηση των δημοσίων εσόδων από έμμεσους και άμεσους φόρους,

ώστε να επιτυγχάνονται τα προαπαιτούμενα από την Κομισιόν (το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2024 προσδιορίζεται ως στόχος στο 2,1% του ΑΕΠ) και από τις αγορές (ώστε να διατηρηθεί το θετικό κλίμα για την επενδυτική βαθμίδα και τις επενδύσεις στη χώρα).

Από την άλλη, ωστόσο, η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι τα νοικοκυριά συνεχίζουν να υφίστανται τεράστιες πιέσεις από την ακρίβεια, ενώ και ο πληθωρισμός – αν και έχει πέσει από τα ψηλά των προηγούμενων μηνών – παρουσιάζει αυξητικές τάσεις, με το μέγεθος στον τομέα των τροφίμων και άλλων «μη ελαστικών» καταναλωτικών αγαθών να παραμένει στα ύψη και να συνεχίζει να «καίει» το πορτοφόλι των πολιτών, υποχρεώνοντάς την να έχει διαρκώς στο πίσω μέρος του μυαλού της την ανάγκη παρεμβάσεων για την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος.

Η… αγωνία των τιμών

Άλλωστε, κάτι αντίστοιχο δήλωσε και ο υποδιοικητής της ΤτΕ Θεόδωρος Πελαγίδης, μιλώντας στη δημόσια ραδιοφωνία, όπου και σημείωσε:

«Μην περιμένετε να πέσουν οι τιμές στα τρόφιμα. Δεν θα γίνει αυτό. Μπορεί ο ρυθμός ανόδου να μειωθεί και θα μειωθεί, αλλά να πέσουν δεν υπάρχει περίπτωση, διότι αντιμετωπίζουν και μια ζήτηση διεθνή, έτσι κι αλλιώς, και επίσης αντιμετωπίζουν τη ζήτηση από τις χώρες που έχουν αυξήσει τα εισοδήματά τους και καταναλώνουν τρόφιμα. (…) Άρα οι μισθοί είναι το κλειδί. Άρα, η αύξηση των μισθών είναι η παραγωγικότητα και οι επενδύσεις. Έχει σημασία αυτό».

Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση προσπάθησε να προβάλει από τα στοιχεία του προϋπολογισμού τις αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, ιδίως στον δημόσιο τομέα, προσθέτοντας τις πρωτοβουλίες αυτές στις μειώσεις φόρων και εισφορών που πραγματοποιήθηκαν κατά την προηγούμενη θητεία της και υποστηρίζοντας ότι κατ’ αυτό τον τρόπο (όπως λέει και ο Θ. Πελαγίδης) γίνεται εφικτό να περιοριστούν κατά το δυνατόν οι συνέπειες της ακρίβειας.

Μάλιστα, προστίθεται ότι, ενώ κάποια στιγμή οι τιμές θα αρχίσουν να πέφτουν (διαφωνεί ο υποδιοικητής της ΤτΕ), οι αυξήσεις στους μισθούς θα παραμείνουν.

Ωστόσο, δεδομένου ότι τα… κουκιά είναι λίγο – πολύ μετρημένα από την άποψη των εσόδων, η κυβέρνηση επιχειρεί να τα αυξήσει μέσω της αποκαλούμενης «διεύρυνσης της φορολογικής βάσης», ήτοι μέσω του νέου φορολογικού νομοσχεδίου, το οποίο επιχειρεί να «βάλει χέρι» στους ελεύθερους επαγγελματίες, υποστηρίζοντας ότι σχεδόν επτά στους δέκα από αυτούς δηλώνουν εισοδήματα ακόμα και κάτω από τον κατώτατο μισθό και προσπαθώντας μέσω της καθιέρωσης τεκμαρτού εισοδήματος, αλλά και μέσω μιας σειράς επιπλέον μέτρων, όπως, για παράδειγμα, τα ψηφιακά τιμολόγια, να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα.

«Σημειακές παρεμβάσεις»

Το σχέδιο αυτό, το οποίο παρουσιάζεται από την κυβέρνηση ως μια σημαντική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις σε διάφορους τομείς των ελεύθερων επαγγελματιών και ήδη έχουν αρχίσει και κάποιες κινητοποιήσεις, ενώ το επίμαχο νομοσχέδιο βρίσκεται σε φάση δημόσιας διαβούλευσης, με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Παύλο Μαρινάκη να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο για «σημειακές παρεμβάσεις», αλλά να ξεκαθαρίζει ότι η φιλοσοφία του νομοσχεδίου δεν πρόκειται να αλλάξει και ότι η μάχη κατά της φοροδιαφυγής όχι μόνο δεν πρόκειται να μειωθεί, αλλά ο στόχος είναι να ενταθεί κι άλλο.

Ακόμα πιο σαφής ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος μιλώντας για το θέμα στην Πολιτική Επιτροπή της Ν.Δ. σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «θα λάβουμε υπόψη το πλαίσιο της διαβούλευσης, πιστεύω ότι θα αναδειχθούν ζητήματα. Ενδεχομένως να υπάρχουν κενά στο νομοσχέδιο, τα οποία πρέπει να καλυφθούν. Όμως, η κεντρική στόχευση της πρωτοβουλίας δεν θα αλλάξει».

Πρόσθεσε μάλιστα ότι «δεν είναι η πρώτη φορά που μιλώ για μεταρρυθμίσεις που ίσως ξεβολέψουν κάποιους, αλλά θα ωφελήσουν τους πολλούς. Κι αν υπάρξει κόστος από αυτές τις συγκρούσεις, αυτή η κυβέρνηση δεν θα διστάσει να το αναλάβει».

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης σημείωσε πως «το 54% των ελεύθερων επαγγελματιών δήλωσε πέρυσι ζημίες ή μηδενικό εισόδημα. Παράλληλα το 27% δηλώνει ζημίες ή μηδενικό εισόδημα συνεχόμενα τα τελευταία πέντε χρόνια. Και τίθεται αυτόματα το ερώτημα: Πώς αλήθεια ζουν αυτοί οι άνθρωποι; Και μπροστά σ’ αυτό το φαινόμενο, ο οποιοσδήποτε στη θέση μου τι θα έπρεπε να πει; “Δεν βαριέσαι”; Να πληρώνουν απλώς οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και όσοι επαγγελματίες δηλώνουν τα εισοδήματά τους; Με αποτέλεσμα το 4% των ελεύθερων επαγγελματιών να πληρώνει το 50% των φόρων του κλάδου», ουσιαστικά θέτοντας και το ακριβές περίγραμμα της… μάχης που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη.

Πρώτη σύγκρουση

Όπως έχει ήδη επισημάνει το «Ποντίκι», το φορολογικό αυτό νομοσχέδιο αποτελεί μια πρώτη ουσιαστική σύγκρουση της κυβέρνησης με ένα πολύ σημαντικό (και αριθμητικά, αλλά και… ιδεολογικά) τμήμα της εκλογικής της βάσης, καθώς οι ελεύθεροι επαγγελματίες στήριξαν μαζικά – σύμφωνα με τις αναλύσεις των εκλογικών αποτελεσμάτων – τη Ν.Δ. και στις εθνικές εκλογές του 2019 και το 2023, μετά τις προεκλογικές δεσμεύσεις Μητσοτάκη για αποκατάσταση των φορολογικών «αδικιών» που είχε προκαλέσει η πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ, αλλά και τις διάφορες φοροελαφρύνσεις που έφερε η κυβέρνηση κατά την πρώτη της θητεία, το διάστημα 2019-2023.

Ωστόσο, η κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη να προχωρήσει, αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο του πολιτικού κόστους, και αυτό οφείλεται σε δύο λόγους:

● Ο πρώτος και πλέον προφανής είναι ότι μόνο μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής μπορούν τα έσοδα να αυξηθούν χωρίς να επιβαρυνθούν επιπλέον (και για άλλη μια φορά) τα γνωστά «υποζύγια», δηλαδή οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι.

● Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει πως μπορεί η ακρίβεια να αυξάνει τα δημόσια έσοδα, αλλά επί της ουσίας συμπιέζει ακόμα περισσότερο τα εισοδήματα, οπότε (ακόμα κι αν ο ΦΠΑ δεν πρόκειται να μειωθεί, ας πούμε, στα τρόφιμα) θα πρέπει να βρεθούν και νέες πηγές εσόδων για να υπάρχει και δημοσιονομικός χώρος για παρεμβάσεις υπέρ των πολιτών.

Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί και το διεθνές περιβάλλον, το οποίο παρουσιάζει μια έντονη ρευστότητα και ενδεχομένως μπορεί να υπάρξουν εξωγενείς επιβαρυντικοί παράγοντες, οι οποίοι θα μπορούσαν να υποχρεώσουν την κυβέρνηση να προχωρήσει σε αναθεωρήσεις υπολογισμών και πολιτικών.

Και, βέβαια, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η γενικότερη τάση της Ε.Ε. για «συμμάζεμα» μετά τη δημοσιονομική χαλαρότητα λόγω Covid-19 και ενεργειακής κρίσης, αλλά και οι προβλέψεις για χαμηλή ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, η οποία δημιουργεί ανησυχίες για το πού μπορεί να… κάτσει η μπίλια, ιδίως αν ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι η ΕΚΤ δεν δείχνει διατεθειμένη να προχωρήσει μεσοπρόθεσμα σε μείωση του κόστους του χρήματος μέσω μειώσεων των επιτοκίων.

Προσεκτικές κινήσεις

Όλα αυτά κάνουν το κυβερνητικό στρατόπεδο, αν και αποφεύγει να το πει ανοιχτά, να κινείται στη βάση «σφιχτών» προβλέψεων και εξαιρετικά προσεκτικών κινήσεων, ιδίως να ληφθεί υπόψη ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί – σύμφωνα με τον ίδιο τον Κ. Μητσοτάκη – πάνω από 3 δισ. ευρώ για να αντιμετωπίσει τις ζημιές που προκάλεσαν οι πυρκαγιές και (κυρίως) η θεομηνία «Daniel» στη χώρα, μέρος των οποίων θα προέλθει από εθνικά κονδύλια και μέρος από αναδιατάξεις πόρων από ευρωπαϊκά ταμεία και προγράμματα (καθώς, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, η Ε.Ε. δεν προτίθεται να δώσει νέα χρήματα στην Ελλάδα για την αποκατάσταση των καταστροφών, ενώ η αναθεώρηση του προϋπολογισμού της Ένωσης είναι ακόμα υπό συζήτηση).

Ταυτόχρονα, πάντως, η κυβέρνηση βάζει και τρία, ας πούμε, «στοιχήματα» όσον αφορά στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, τα οποία, αν «βγουν», εκτιμάται ότι θα της δώσουν αέρα για επιπλέον παρεμβάσεις, ενώ αν δεν αποδώσουν, τότε θα αλλάξει το αφήγημα.

● Το πρώτο αφορά στον ρυθμό ανάπτυξης που θα επιτύχει η οικονομία της χώρας το επόμενο έτος. Στο τελικό κείμενο του προϋπολογισμού, αυτός υπολογίζεται στο 2,9% του ΑΕΠ, ωστόσο στην κυβέρνηση υπάρχει η ελπίδα ότι μπορεί να περάσει έστω και οριακά το 3%, κάτι που θα δώσει τη δυνατότητα να επαίρεται για την καλύτερη επίδοση σε επίπεδο Ε.Ε.

● Το δεύτερο αφορά στον πληθωρισμό, ο οποίος εκτιμάται ότι θα κινηθεί στο 2,6% από 2,4% που υπολογιζόταν στο προσχέδιο του προϋπολογισμού. Οιοδήποτε ποσοστό κάτω από αυτό, θα θεωρηθεί ως επιτυχία, πόσο μάλλον αν συμπέσει με την αρχική πρόβλεψη ή και λίγο παρακάτω.

● Σε τρίτο επίπεδο, η κυβέρνηση θέτει κατ’ αρχάς ως στόχο του φορολογικού νομοσχεδίου την είσπραξη περίπου 600 εκατ. ευρώ από τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες. Αν το ποσό αυτό ξεπεραστεί, το νομοσχέδιο θα θεωρηθεί επιτυχημένο, αν είναι πιο χαμηλά, «θα δούμε τι θα κάνουμε», λένε πηγές του οικονομικού επιτελείου.

Διαβάστε επίσης:

Μητσοτάκης: «Η φορολογική μεταρρύθμιση θα προχωρήσει» – Η κόντρα με τον Ανδρουλάκη για το ασφαλιστικό Γιαννίτση

Κασσελάκης: «Πόσοι τολμάνε να έρθουν μέσα στον κόσμο να μιλήσουν;» – Αποστάσεις από τη μνημονιακή εποχή που κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ

Η «αναβάθμιση» του ΠΑΣΟΚ, οι ειρωνίες Μητσοτάκη σε ΣΥΡΙΖΑ και η… Black Friday – «Καλύτερα κρύα αστεία παρά εγκληματικές επιλογές» σχολίασε ο Φάμελλος

Keywords
Τυχαία Θέματα
Ψάχνοντας, ϋπολογισμού,psachnontas, ypologismou