Κομμάτι της αθηναϊκής ιστορίας τα Προσφυγικά

Περπατώντας μία βροχερή μέρα ανάμεσα στις προσφυγικές πολυκατοικίες της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, αν ο επισκέπτης αφεθεί, οι εικόνες είναι τόσο έντονες, που η μνήμη θα τον γυρίσει πίσω, θέλει δε θέλει. Είναι το κίτρινο χρώμα της ώχρας, τα σημάδια από τις οβίδες, από το Δεκέμβρη του '44, οι γλάστρες στα μικρά μπαλκόνια και το κλουβί με το καναρίνι, οι χωμάτινοι δρόμοι, από τους ελάχιστους που έχουν πια απομείνει σ'Α αυτήν την τσιμεντένια πόλη. Είναι τα σημάδια του σταυρού
από τις πασχαλινές λαμπάδες, στο κατώφλι κάποιων σπιτιών, οι πρόσφυγες απ' όλη την υφήλιο και οι απόκληροι των τωρινών καιρών.

Δεν ξέρει, τι τελικά είναι αυτό που ασκεί μία γοητεία, γοητεία της ιστορίας. Αυτής που γράφτηκε κι αυτής που γράφεται, που δίνει μία μοναδικότητα σε τούτη τη συστάδα των οκτώ πολυκατοικιών, που χτίστηκαν μεταξύ 1933-1935, για να στεγάσουν πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, και τον Πόντο, που πριν έμεναν στα χαμόσπιτα πίσω από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, στα Κουντουριώτικα.

Με απόφαση του τότε υπουργείου Πρόνοιας, σε μία έκταση 15 στρεμμάτων, που από το 1878 ήταν περιουσία του δήμου Αθηναίων και τμήμα του κτήματος Αμπελοκήπων, από το 1933 έως το 1935 οι αρχιτέκτονες Κίμων Λάσκαρης και Δημήτρης Κυριακού, υπάλληλοι της τεχνικής υπηρεσίας του υπουργείου, έχτισαν οκτώ τριώροφες πολυκατοικίες, με τέσσερα διαμερίσματα ανά όροφο (συνολικά 228 διαμερίσματα), των 55 τετραγωνικών μέτρων το καθένα.

Το αρχιτεκτονικό στυλ είναι αυτό του Bauhaus και τα κτίρια είναι απλά παραλληλεπίπεδα, από πλάκες σκυροδέματος και επιχρισμένη λιθοδομή, χωρίς ίχνος διακόσμησης. Διαθέτουν κεντρικό κλιμακοστάσιο, είναι διαμπερή με φυσικό φωτισμό καθ'Α όλη τη διάρκεια της μέρας, διασφαλίζοντας φυσική θερμομόνωση και ηχομόνωση. Πάνω από κάθε πολυκατοικία υπάρχει ταράτσα και κάθε τρία διαμερίσματα χώρος πλυσταριού. Η θέρμανση εξασφαλιζόταν με σόμπες, που διέθεταν καμινάδα, που κατέληγε στην ταράτσα.

Σ'Α αυτά τα κτίσματα μπόρεσαν να στεγάσουν τις λύπες και τις χαρές τους 228 οικογένειες προσφύγων, πληρώνοντας 80.000 δραχμές, της εποχής εκείνης, για το παραχωρητήριο. Μία απ'Α αυτές τις οικογένειες ήταν και η οικογένεια του Δημήτρη Ευταξιόπουλου, αρχιτέκτονα, που γεννήθηκε εκεί και μετά από μία μικρή «απόδραση» 10 χρόνων επέστρεψε για να μείνει και πάλι στα Προσφυγικά.

«Με οδήγησαν πάλι πίσω στα Προσφυγικά, όχι μόνο οι αναμνήσεις και η ανάγκη να παλέψω για να μην γκρεμιστούν, αλλά κυρίως η διαπίστωση ότι εδώ νιώθω πολύ πιο όμορφα από την “τσιμεντένια” πολυκατοικία που έμενα πριν».

Η οικογένεια του Δημήτρη Ευταξιόπουλου ήρθε από την θρυλική Τραπεζούντα, έμεινε μερικά χρόνια στα χαμόσπιτα στα Κουντουριώτικα και πληρώνοντας τις 80.000 δραχμές, εξασφάλισε 55 τετραγωνικά μέτρα σε μία από τις 8 προσφυγικές πολυκατοικίες, στην οδό Κορώνειας.

Όπως θυμάται σε κάθε σπίτι έμειναν τουλάχιστον τέσσερα άτομα. «Γύρω μας υπήρχαν μόνο διώροφα σπίτια και οι φυλακές Αβέρωφ. Θυμάμαι έντονα τα παιδικά μου χρόνια, τα παιχνίδια
Keywords
Τυχαία Θέματα