Η χώρα που μυρίζει μπάσκετ

O Nίκος Παπαδογιάννης έπιασε νωρίς στασίδι στο βουκολικό Αλίτους και στέλνει μέσα από το blog του την πρώτη του πολύχρωμη καρτ-ποστάλ από τη Λιθουανία. Eφτασα στο Αλίτους απογευματάκι Δευτέρας μετά από ταξίδι 16 ωρών, πρώτος απ'όλους νομίζω, και συνάντησα μία πόλη από εκείνες τις επαρχιακές που ακροβατούν μεταξύ παραδείσου και κόλασης. Εχει όλα αυτά τα προσόντα που εμείς οι Ελληνες είμαστε καταδικασμένοι -καταραμένοι- να κρατάμε κλειδωμένα στο χρονοντούλαπο μίας βουκολικής μνήμης: πράσινο, ηρεμία, ποτάμι, λίμνη, ποδήλατα, ψαράδες, νέους που κάνουν
πικνίκ, καθαρό αέρα, άκαπνα εστιατόρια, μονοκατοικίες με κήπους, χωράφια με ξένοιαστα ζωάκια. Οταν όμως βραδιάζει, είναι καταδικασμένη -καταραμένη-να μην αποκτήσει ποτέ τα στοιχεία που μας αρέσουν στην Ελλάδα: ζωντάνια, γέλια, νυχτερινή ζωή, ανεμελιά. Η κουζίνα στα εστιατόρια κλείνει στις 10. Οι Κροάτες φίλοι που κατέφτασαν χθές το βράδυ έμειναν νηστικοί. Στους καλομαθημένους της ντόλτσε βίτα, η πόλη θα θυμίσει κόλαση. Οσοι έχουν μπουχτίσει από το θόρυβο και το καυσαέριο θα τη νιώσουν παράδεισο. Η αλήθεια κρύβεται φυσικά κάπου ενδιάμεσα ή στο μυαλό του καθενός. Για μένα, δεν είναι παρά μία ακόμα κουκκίδα στο χάρτη, εξίσου ανώνυμη αρχικά με το Μπόρας, τη Ντιζόν, το Πόζναν, την Αττάλεια, την Καρλσρούε, την Άγκυρα, το Χαμαμάτσου, τη Τζιρόνα. Σαν λευκός, ή μάλλον γαλανόλευκος, καμβάς. Σε επτά ημέρες από σήμερα θα έχει αποκτήσει τα δικά της χρώματα. Εφ'όσον πέσει στα κεφάλια μας καμιά καταστροφή σαν εκείνη την αλήστου μνήμης του 1999 στη Ντιζόν, το φόντο θα είναι γκρίζο ή και μαύρο. Εάν όμως το παθητικό μείνει μηδενικό, όπως το '97 στη Τζιρόνα ή το '06 στο Χαμαμάτσου ή το '09 στο Πόζναν, θα θυμάμαι το βουκολικό Αλίτους με παλ νοσταλγία και μπλε έπαρση. Σε κάτι τέτοιες επαρχιακές πόλεις τοποθετήθηκαν τα θεμέλια για την επιστροφή της Εθνικής ομάδας στην κορυφογραμμή. Χρυσάφι, βέβαια, κερδίσαμε όταν αποφύγαμε τις εσωτερικές μετακινήσεις: 1987 Αθήνα, 2005 Βελιγράδι. Οι 65-70 Ελληνες που θα ταξιδέψουν τις επόμενες μέρες στη Λιθουανία θα εκπλαγούν, ειδικά όσοι φαντάζονται μία χώρα μισοκακόμοιρη που ακόμα αισθάνεται τα νύχια της "αρκούδας". Οι περισσότεροι Λιθουανοί ουδέποτε ένιωσαν Σοβιετικοί. Το Ρώσο το θεωρούσαν κατακτητή και τον κοιτούσαν με μισό μάτι. Αναζητήστε τα πλάνα από την απονομή του χρυσού Ολυμπιακού μεταλλίου το 1988 στη Σεούλ. Ο Σαμπόνις, ο Κουρτινάιτις, ο Γιοβάισα και οι άλλοι Λιθουανοί ακούνε τον ύμνο της ΕΣΣΔ με ύφος περιφρονητικό. Η αυτοκρατορία, άλλωστε, έπνεε τα λοίσθια. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στη Βαρκελώνη, οι Λιθουανοί πανηγύρισαν το μετάλλιό τους με πολύχρωμη τρέλα, όψιμη υπερηφάνεια για τη νεαρή τους πατρίδα και μπλουζάκια σχεδιασμένα από τους Grateful Dead, τους οποίους είχε προσηλυτίσει -κάτοικος Σαν Φρανσίσκο- ο Σαρούνας Μαρτσουλιόνις.   Το "Μουσείο της Γενοκτονίας", που στεγάζεται στο παλαιό κολαστήριο της KGB στο Βίλνιους, αποτελεί ουσιαστικά την ανατριχιαστική μαρτυρία ενός λαού που βρέθηκε μεταξύ σφύρας και άκμονος τις μέρες του Πολέμου. Η Λιθουανία βρισκόταν ακριβώς στις παρυφές τ
Keywords
Τυχαία Θέματα