Ο πρώην ΥΠΑΜ Κώστας Παπακώστας κατέθεσε σήμερα στο Κακουργιοδικείο για το Μαρί

17:28 12/3/2013 - Πηγή: OnlyCY

Ο πρώην Υπουργός Αμυνας Κώστας Παπακώστας, κατέθεσε σήμερα ενόρκως ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου στη Λάρνακα, το οποίο εξετάζει την υπόθεση για τη φονική έκρηξη που σημειώθηκε στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί στις 11 Ιουλίου 2011.

Διαβάζοντας τη γραπτή κατάθεση του ενώπιον των Δικαστών, η οποία αποτελείται από 19 σελίδες ο κ. Παπακώστας εξέφρασε τα ειλικρινή του συλλυπητήρια

προς τις οικογένειες των θυμάτων της τραγωδίας της 11ης Ιουλίου 2011 και είπε πως ανέμενε εδώ και ενάμιση περίπου χρόνο τη στιγμή να καταθέσει για όλα όσα έζησε και για όλα όσα γνωρίζει γύρω από το θέμα της καταστροφικής έκρηξης, «με σκοπό και στόχο να βοηθήσω το Δικαστήριο να αποδώσει δικαιοσύνη αλλά και ως υποχρέωση προς τους 13 νεκρούς και τις οικογένειες τους».

Πρόσθεσε πως διετέλεσε Υπουργός Άμυνας από τις 29 Φεβρουαρίου 2008 μέχρι 11 Ιουλίου 2011, ημέρα της φονικής έκρηξης, οπόταν υπέβαλε αυθημερόν την παραίτηση του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για λόγους πολιτικής ευθιξίας. Εξήγησε ακόμα ότι με βάση τον Περί Εθνικής Φρουράς Νόμο, ο Υπουργός Άμυνας έχει τη γενική εποπτεία της Δύναμης και ασκεί τις αρμοδιότητες του μέσω του Αρχηγού ΓΕΕΦ, ο οποίος προΐσταται και διοικεί την Εθνική Φρουρά. Κατά συνέπεια, συνέχισε, «η αναφορά του Γενικού Εισαγγελέα στην Εναρκτήρια Δήλωση του ότι ως Υπουργός Άμυνας ήμουν προϊστάμενος της Εθνικής Φρουράς είναι λάθος, διότι όπως αναφέρεται στο Νόμο την αποκλειστική διοίκηση, διεύθυνση και επίβλεψη της Εθνικής Φρουράς την έχει ο Αρχηγός».

Πρόσθεσε πως ως Υπουργός Άμυνας «ακολούθησα πιστά, ως όφειλα, την κυβερνητική πολιτική επί του θέματος παρά τις ενστάσεις μου ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας για μη εκφόρτωση του υλικού αυτού σε κυπριακό έδαφος γιατί είχα την άποψη ότι η Κύπρος δεν έπρεπε να εμπλακεί σε διαμάχη με άλλες χώρες. Ήταν όμως αδήριτη ανάγκη να κατασχεθεί το φορτίο από τις αρχές της Δημοκρατίας γιατί έπρεπε να συμμορφωθούμε με το Ψήφισμα 1747 του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ».

Ο κ. Παπακώστας αναφέρθηκε στη σύσκεψη της 6/2/2009 στο Προεδρικό Μέγαρο υπό την προεδρία του ΠτΔ, η οποία -όπως είπε- ήταν «διερευνητικού χαρακτήρα και σκοπό είχε τη διερεύνηση των δυνατοτήτων για εκφόρτωση και εναποθήκευση του φορτίου στην Κύπρο. Η σύσκεψη αυτή ήταν καθοριστική για τις μετέπειτα εξελίξεις, καθότι ο τότε Αρχηγός ΓΕΕΦ Στρατηγός Μπισμπίκας διαβεβαίωνε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι η Εθνική Φρουρά είχε τη δυνατότητα να παραλάβει το φορτίο και να το αποθηκεύσει με ασφάλεια σε χώρο που είχε επιλέξει». Πρόσθεσε πως «η επιλογή της Ναυτικής Βάσης στο Μαρί ως χώρου εναποθήκευσης του κατασχεθέντος υλικού ήταν απόφαση του τότε Α/ΓΕΕΦ Στρατηγού Μπισμπίκα μετά από αναγνωρίσεις και συμβουλές των Επιτελών του».

Στην κατάθεσή του ο κ. Παπακώστας πρόσθεσε πως στο ΓΕΕΦ έδωσε «σαφείς και ξεκάθαρες οδηγίες όπως αναλάβει, σε συνεργασία με όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες την επιχείρηση εκφόρτωσης, μεταφοράς και αποθήκευσης του υλικού σε κατάλληλους χώρους εντός της Ναυτικής Βάσης όπως ήταν η απόφαση και οι οδηγίες του Προέδρου της Δημοκρατίας».

Για το Διευθυντή της ΔΥΠ/ΓΕΕΦ Συνταγματάρχη Γιώργο Γεωργιάδη, ο πρώην ΥΠΑΜ είπε ότι του «ανετέθη ο ρόλος του γενικού συντονιστή της όλης επιχείρησης εκφόρτωσης, μεταφοράς και αποθήκευσης του φορτίου, ως εκ της θέσεως του» και πρόσθεσε πως τον Σ/χη Γεωργιάδη, «τον είχε επιλέξει και είχε υποδείξει ο τότε Α/ΓΕΕΦ Στρατηγός Μπισμπίκας ως τον κατ’ εξοχήν αρμόδιο εμπειρογνώμονα για να χειριστεί το πολεμικό υλικό του πλοίου Monchegorsk».

«Δηλώνω κατηγορηματικά ότι ουδέποτε εξουσιοδότησα το Σ/χη Γεωργιάδη να παραλάβει το φορτίο ως εκπρόσωπος του Υπουργείου Άμυνας αντί του ΓΕΕΦ και το έγγραφο παραλαβής του κατασχεθέντος φορτίου από τις Τελωνειακές Αρχές το είδα για πρώτη φορά πολύ αργότερα», είπε ο πρώην Υπουργός.

Ο κ. Παπακώστας είπε ότι είχε την πεποίθηση πως «το κατασχεθέν πολεμικό φορτίο από τη στιγμή που εναποθηκεύτηκε σε στρατόπεδο της Εθνικής Φρουράς θα ετύγχανε της ίδιας φροντίδας, επίβλεψης και συντήρησης από την Εθνική Φρουρά και θα τηρούνταν οι επιβεβλημένοι κανόνες ασφαλείας πυρομαχικών για την ασφάλεια του υλικού και του προσωπικού».

Αφού ανέφερε ότι ο ίδιος επισκέφθηκε τον αρχικό χώρο εκφόρτωσης των εμπορευματοκιβωτίων στην προβλήτα του λιμανιού της Ναυτικής Βάσης αλλά ουδέποτε επισκέφθηκε τον τελικό χώρο αποθήκευσης, ο κ. Παπακώστας σημείωσε πως «ουδέποτε τέθηκε ενώπιον μου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή εκπρόσωπο του, πολιτική απόφαση για καταστροφή της πυρίτιδας».

Ταυτόχρονα, αναφέρθηκε στη σύσκεψη της 6/8/2009 στην οποία συμμετείχαν ο Γενικός Εισαγγελέας και οι Γενικοί Διευθυντές των ΥΠΕΞ, ΥΠΑΜ και Υπουργείου Συγκοινωνιών, στην οποία αποφασίστηκε να επανεξεταστεί το θέμα τον Οκτώβριο του 2009 που θα επέστρεφε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από την επίσκεψη του στη Συρία και τον ΟΗΕ», προσθέτοντας πως «το χειρισμό του πολιτικού θέματος, καθώς επίσης και της πολιτικής απόφασης για το χειρισμό της τύχης του φορτίου, τον είχε αναλάβει ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διότι αφορούσε θέμα ύψιστης πολιτικής σημασίας για το Κράτος».

Επομένως, συνέχισε, «η κατάσταση σε πολιτικό επίπεδο μέχρι και την ημέρα της έκρηξης δεν είχε διαφοροποιηθεί και κατά συνέπεια η πολιτική κατάσταση, η οποία επέβαλλε την παραμονή του φορτίου, δεν επέτρεπε οποιοδήποτε άλλο χειρισμό, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες και ανησυχίες που εξέφραζα καθότι μόνο ο ΠτΔ θα αποφάσιζε για την τύχη του φορτίου».

Στην γραπτή κατάθεσή του ο κ. Παπακώστας είπε ακόμα ότι «η απόφαση της εκφόρτωσης και αποθήκευσης του φορτίου στην Κύπρο αλλά και η διατήρησή του όλον αυτό τον καιρό, αφορούσε θέμα κυβερνητικής πολιτικής, υπό την άμεση και ενεργό εμπλοκή του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας για τη διατήρηση των διεθνών σχέσεων της Κύπρου, με κράτη που δεν ήθελε η Κυπριακή Δημοκρατία να έλθει σε αντιπαράθεση». Ανέφερε, επίσης, ότι «η τύχη του φορτίου δεν αφορούσε θέμα το οποίο ενέπιπτε στη δική μου πολιτική απόφαση, διότι αφορούσε θέμα της γενικότερης πολιτικής του Κράτους και των σχέσεων του με άλλα κράτη. Τον αποκλειστικό χειρισμό του θέματος, αλλά και την τελική απόφαση είχε ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας», επανέλαβε.

Για τη σύσκεψη της 7/2/2011 ο πρώην ΥΠΑΜ είπε ότι εξέφρασε «ανησυχίες για τους κινδύνους που εγκυμονούνταν για την ασφάλεια του προσωπικού, σε μια προσπάθεια να πείσω τους παρευρισκομένους να ενεργήσουμε από κοινού απευθυνόμενοι προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, να ληφθεί η απόφαση για την καταστροφή του φορτίου. Στη συνέχεια επενέβη ο Α/ΓΕΕΦ και εγγυήθηκε την ασφάλεια του φορτίου και του προσωπικού και έτσι καθησύχασε τους φόβους μου».

Εξήγησε επίσης ότι εκ των υστέρων και απ’ ότι επακολούθησε «είχε δημιουργηθεί και ίσχυε στις σκέψεις και αποφάσεις των στρατιωτικών ιθυνόντων ότι η πυρίτιδα καίγεται αλλά δεν εκρήγνυται, διαβεβαίωση η οποία προήλθε από τον Σ/χη Γεωργιάδη, ο οποίος ως εμπειρογνώμονας, είχε τη βαρύνουσα γνώμη και παραπλάνησε προς τούτο, όλους όσοι μπορούσαν να εκφράσουν γνώμη για την επικινδυνότητα του φορτίου αυτού».

Για τη σύσκεψη στις 5/7/2011 στο γραφείο του με τον Α/ΓΕΕΦ ο κ. Παπακώστας ανέφερε ότι «το αίτημα που τέθηκε ενώπιον μου, πέραν της ενημέρωσης για τη διόγκωση του εμπορευματοκιβωτίου, ήταν η λήψη πολιτικής απόφασης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για έναρξη της διαδικασίας καταστροφής του φορτίου. Παρά το γεγονός ότι εγώ συμφωνούσα ότι η πλέον ενδεδειγμένη λύση, υπό τις περιστάσεις, ήταν η καταστροφή της πυρίτιδας εντούτοις δεν είχα την εξουσία να δώσω μια τέτοια έγκριση. Η απόφαση αυτή επαφίετο στον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος πήρε και την αρχική απόφαση να κατασχεθεί το φορτίο» σημείωσε.

Από τα λεγόμενα στη σύσκεψη, συνέχισε ο πρώην ΥΠΑΜ «εξέφρασα την άποψη ότι θα πρέπει να ληφθούν άμεσα υλοποιήσιμα προληπτικά μέτρα και εφόσον, όπως ελέχθη από το Σ/χη Γεωργιάδη, θα έπρεπε να γίνεται κατάβρεξη των εμπορευματοκιβωτίων, απευθυνόμενος προς τον Α/ΓΕΕΦ, τον προέτρεψα δίνοντας του οδηγίες όπως στείλει στην ΝΒ πυροσβεστικά οχήματα. Ταυτόχρονα να φροντίσει όπως απομακρυνθεί το διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο από τον χώρο και να λάβει όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα, αναμένοντας την άφιξη του Προέδρου της Δημοκρατίας από το εξωτερικό για να του υποβληθεί το αίτημα καταστροφής της πυρίτιδας».

Σε ερώτηση του κ. Παπακώστα κατά πόσον υπάρχει πιθανότητα το διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο να αποτελέσει κίνδυνο για τα υπόλοιπα εμπορευματοκιβώτια, ο Σ/χης Γεωργιάδης απάντησε ότι «πιθανόν να έγινε εσωτερική έκρηξη αλλά δεν αποτελεί περαιτέρω κίνδυνο για τα υπόλοιπα εμπορευματοκιβώτια καθότι τα αέρια έχουν ήδη εκτονωθεί, εξάλλου η πυρίτιδα καίγεται και δεν εκρήγνυται».

Στην κατάθεση του ο πρώην ΥΠΑΜ αναφέρθηκε και στην ένταση που δημιουργήθηκε μεταξύ του ιδίου και του Σ/χη Γεωργιάδη και εξήγησε ότι «σε κάποιο στάδιο της συζήτησης ρώτησα τους παριστάμενους κατά πόσον ενδείκνυται να μετακαλέσουμε εμπειρογνώμονες από τον ΟΑΣΕ για να μας βοηθήσουν τόσο για την κατάσταση όλου του φορτίου, όσο και για την καταστροφή της πυρίτιδας. Ο Σ/χης Γεωργιάδης κατά τρόπο απόλυτο και αυθάδη μας διαβεβαίωνε φωνασκώντας και διαμαρτυρόμενος, ότι μπορούσε από μόνος του να χειριστεί το θέμα και δεν χρειαζόταν έξωθεν βοήθεια. Επειδή σε αυτό το σημείο ο Σ/χης Γεωργιάδης θίγηκε γιατί να ζητήσουμε τη βοήθεια ειδικών από το εξωτερικό, ύψωσε κατά απαράδεκτο και ανάρμοστο τρόπο τον τόνο της φωνής του, γεγονός που με εκνεύρισε και τον επέπληξα, καλώντας τον σε τάξη».

Ο κ. Παπακώστας αναφέρθηκε και στην εισήγηση, με την οποία ο ίδιος συμφώνησε δηλαδή να εξεταστεί το θέμα από επιτροπή εμπειρογνωμόνων και το ΓΕΕΦ και να υποβάλει μια εμπεριστατωμένη γραπτή αναφορά στον ΥΠΑΜ ώστε να μπορέσει να ενημερώσει κατάλληλα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Ταυτόχρονα αναφέρθηκε και «στις γενικές οδηγίες» που έδωσε στη σύσκεψη της 5/7/2011 στον Α/ΓΕΕΦ όπως η μετακίνηση και απομάκρυνση από το χώρο του διογκωθέντος εμπορευματοκιβωτίου, η αποστολή πυροσβεστικών οχημάτων της Εθνικής Φρουράς για κατάβρεξη των εμπορευματοκιβωτίων έτσι ώστε να μειωθούν οι θερμοκρασίες τους, η επίβλεψη της σύστασης της ομάδας εμπειρογνωμόνων από το ΓΕΕΦ και άλλους κρατικούς φορείς, η λήψη της ασφάλειας του προσωπικού της βάσης και η επιθυμία του να έχει το συντομότερο δυνατό στα χέρια του την έκθεση του Α/ΓΕΕΦ «στην οποία να αναφέρονται οι αποφάσεις, οι ενέργειες και οι εισηγήσεις του αφού ληφθούν στο μεταξύ όλα τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα».

Ο κ. Παπακώστας έκανε ιδιαίτερη αναφορά και στα όσα ανέφερε ο Σ/χης Γεωργιάδης περί «κόκκινου συναγερμού» και «μεσαίωνα», ισχυριζόμενος κατά την κατάθεση του ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι μου τα ανέφερε κατ’ ιδίαν, στην παρουσία του Α/ΓΕΕΦ στο τέλος της σύσκεψης, αποτελούν την έκδηλη προσπάθεια του να αποσείσει τις ευθύνες που έχει στην όλη υπόθεση. Ουδέποτε ήρθε στο γραφείο μου μετά από τη σύσκεψη και να μου αναφέρει περί κόκκινου συναγερμού», είπε.

Είπε επίσης ότι «ανέμενα να φτάσει κοντά μου είτε έκθεση του ιδίου του Α/ΓΕΕΦ είτε η έκθεση των εμπειρογνωμόνων με καλυπτική επιστολή του Α/ΓΕΕΦ, στην οποία να αναφέρονται οι αποφάσεις, οι ενέργειες και οι εισηγήσεις του για να την προωθήσω στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αφού, εν τω μεταξύ, υλοποιούνταν όλα τα αναγκαία προληπτικά μέτρα για αποφυγή του οποιουδήποτε κινδύνου. Καμία έκθεση όμως δεν έφθασε στα χέρια μου πριν από την φονική έκρηξη» σημείωσε.

Ανέφερε ακόμα ότι «δεν περίμενα να ακούσω τα άμεσα υλοποιήσιμα μέτρα που η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων θα αποφάσιζε, διότι δεν ήταν της δικής μου αρμοδιότητας να αποφασίσω, αλλά αποτελούσε καθήκον της στρατιωτικής ηγεσίας που είχε την αρμοδιότητα, τις γνώσεις και τα μέσα αντιμετώπισης του προβλήματος».

Το μεσημέρι της 6/7/2011 συνέχισε ο κ. Παπακώστας, έτυχε σύντομης ενημέρωσης από τον Ταξίαρχο Θεοφάνους για την επίσκεψη των εμπειρογνωμόνων στην ναυτική βάση και του ανέφερε πως η ομάδα ανέβηκε πάνω στα εμπορευματοκιβώτια και έκανε αυτοψία και ότι αποφασίστηκε η κατάβρεξη των εμπορευματοκιβωτίων για να μειωθούν οι θερμοκρασίες και η μετακίνηση του διογκωμένου εμπορευματοκιβωτίου για περαιτέρω έλεγχο.

Μου ανέφερε, επίσης, συνέχισε οκ. Παπακώστας «ότι ο Α/ΓΕΕΦ βρίσκεται στην ΝΒ και ενημερώνεται επί τόπου από τους εμπειρογνώμονες. Το γεγονός ότι ο Α/ΓΕΕΦ βρισκόταν στη Ναυτική Βάση σε σύσκεψη με το Σ/χη Γεωργιάδη, το Διοικητή Ναυτικού, αείμνηστο Αντρέα Ιωαννίδη και τον Δντή της ΔΥΠ/ΓΕΕΦ Σ/χη Λάμπρο Λάμπρου για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αυτό με έπεισε ότι η κατάσταση βρισκόταν πλέον υπό τον άμεσο έλεγχο της ανωτάτης ηγεσίας της Εθνικής Φρουράς».

Για την έκθεση ο κ. Θεοφάνους ενημέρωσε τον πρώην ΥΠΑΜ ότι θα την ετοίμαζε ο Σ/χης Γεωργιάδης και «θα την υπέβαλλε στον Α/ΓΕΕΦ. Από τα λεγόμενα του Ταξίαρχου Θεοφάνους συμπέρανα ότι η κατάσταση βρισκόταν υπό έλεγχο» είπε και πρόσθεσε ότι στις 8/7/2011 ζήτησε να μάθει από τον κ. Θεοφάνους τι γινόταν με την έκθεση και του απάντησε πως «απ’ ότι γνώριζε ο Σ/χης Γεωργιάδης είχε ήδη στείλει την έκθεση του στον Α/ΓΕΕΦ».

Για επιβεβαίωση των συναντήσεων από τις 5-8/2/2009 και από τις 4-10/7/2011 ο κ. Παπακώστας κατέθεσε ενώπιον του Κακουργιοδικείου ως Τεκμήρια τα προσωπικά ημερολόγια που τηρούσε.

Για τη φονική έκρηξη στη Ναυτική Βάση ο πρώην ΥΠΑΜ είπε ότι ενημερώθηκε «τηλεφωνικώς γύρω στις 06.00 δηλαδή 20 λεπτά μετά την έκρηξη, από τον τότε Α/ΓΕΕΦ στρατηγό Πέτρο Τσαλικίδη ο οποίος μου ανέφερε ότι εκείνη τη στιγμή βρισκόταν καθοδόν προς την ΝΒ, απ’ όπου θα με ενημέρωνε για την κατάσταση. Περί ώρα 07.00 με πήρε ξανά στο τηλέφωνο και με ενημέρωσε για τις καταστροφικές συνέπειες της φονικής έκρηξης. Γύρω στις 0830 επισκέφθηκα προσωπικά την ΝΒ και περί ώρα 09.30 ενημερώσαμε επί τόπου τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τα θλιβερά γεγονότα».

Σημείωσε επίσης ότι «η καταστροφική έκρηξη της 11ης Ιουλίου 2011, ήταν ένα τραγικό ατύχημα που το προκάλεσε η ημιμάθεια και η άκρατη φιλοδοξία ενός ανθρώπου που, ως εκ της θέσεως του, ως εμπειρογνώμονας παραπλάνησε όλους εμάς (στρατιωτικούς, λειτουργούς του ΥΠΑΜ και πυροσβέστες), μη εξαιρουμένων και αξιωματικών της ΝΒ, εμμένοντας στην άποψη του ότι η πυρίτιδα αναφλέγεται αλλά δεν εκρήγνυται».

Ο Σ/χης Γεωργιάδης, συνέχισε «παραπλάνησε την ηγεσία του ΓΕΕΦ όσο και εμένα τον ίδιο προσωπικά, ότι το κατασχεθέν φορτίο (πλην εκείνων που περιείχαν πυροσωλήνες) ήταν ακίνδυνο υλικό, εξ’ ου και οι δηλώσεις μου στα ΜΜΕ ημερομηνίας 13/2/2009 ότι το φορτίο θα μπορούσε να τοποθετηθεί ακόμη και σε κατοικημένη περιοχή. Κανένας από τους στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες ή/και την ηγεσία της Εθνικής Φρουράς έκαμε ορθή εκτίμηση του κινδύνου και κανένας ειδικός δεν προέβλεψε τις συνέπειες μιας καταστροφικής έκρηξης όπως αυτής που τελικά βιώσαμε, ακόμα και μετά την εκδήλωση της πυρκαγιάς στα εμπορευματοκιβώτια, το καταραμένο εκείνο πρωινό της 11ης Ιουλίου 2011».

Τελειώνοντας, ο κ. Παπακώστας εξέφρασε την «οδύνη και τη συντριβή μου για τις τραγικές επιπτώσεις που είχε η έκρηξη, η οποία οφείλεται αποκλειστικά στην πλημμελή αποθήκευση και συντήρηση του φορτίου όπως είχα την ευκαιρία να πληροφορηθώ από την Έκθεση των Εμπειρογνωμόνων που προέβησαν στη διερεύνηση των αιτίων της έκρηξης. Έκτοτε βιώνω τα ίδια συναισθήματα προς τους γονείς και οικείους των ατυχών θυμάτων, γιατί είμαι σε θέση να νιώθω τον πόνο τους, μετά τον τραγικό θάνατο της κόρης μου στις 11 Ιουλίου του 1996, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των καθηκόντων της στο Αστυνομικό Σώμα», κατέληξε στην ένορκη κατάθεση του ενώπιον του Κακουργιοδικείου στη Λάρνακα ο πρώην ΥΠΑΜ Κώστας Παπακώστας.

Την ερχόμενη Τρίτη 19 Μαρτίου στις 09.00 το πρωί αναμένεται να αρχίσει η αντεξέταση του κ. Παπακώστα από την Κατηγορούσα Αρχή και τους συνηγόρους υπεράσπισης των άλλων κατηγορουμένων. -

Keywords
Τυχαία Θέματα