Μια προσωπική(;) μαρτυρία...

ΆρθραΑρθρογράφος: Είμαι η Μάρω

alfavita.gr 21 Απριλίου, μια προσωπική μαρτυρία Ξημέρωμα 21ης Απρίλη 2013Ξαφνικά ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω…Για αυτό που συνέβη μέσα μου πριν σαρανταέξι ολόκληρα χρόνια ακριβώς. Ανεξίτηλη η μνήμη αυτού του πρωινού. Ξύπνησα με τα δημοτικά τραγούδια και τα εμβατήρια. Ο Θάνος άνοιξε την πόρτα του δωματίου μου και είπε “έγινε διδακτορία” ή κάτι περίπου σαν και αυτό.Το “επιτέλους” του όμως ήταν έτσι ακριβώς: “επιτέλους” (∗). Και μέσα μου το “επιτέλους” του ήταν και το δικό μου “επιτέλους”. Αυτό που φοβόμουν

κι εκείνος περίμενε. Φοβόμουν όσο με θυμόμουν. Ήμουν δεκατεσσάρων. Με θυμόμουν τουλάχιστον δέκα χρόνια. Δέκα χρόνια φόβου. Θα τους πάρουν. Θα φύγουν. Κι εγώ; Να το λοιπόν που έγινε. ΕΓΙΝΕ. Και τώρα; Πρώτη φορά που δεν είχα σχολείο. Γύρισα πίσω. Τα άλλα παιδιά πανηγύριζαν . Άρχιζαν από τώρα γι’αυτά τα άλλα παιδιά ,οι διακοπές του Πάσχα. Ακόμα μια φορά , διαπίστωνα ότι δεν ήμουν σαν τα άλλα παιδιά. Δεν θυμάμαι αν τα ζήλεψα εκείνη την στιγμή ,κι αυτό γιατί πάντα δεν ζήλευα τα άλλα παιδιά για τους γονείς τους. Ήμουν τόσο περήφανη για τους δικούς μου , και πιο πολύ για τον πατέρα μου. Ο πιο λεβέντης , ο πιο γενναίος, ο πιο ατρόμητος απ’ όλους, ο πιο σταθερός στις ιδέες του, ο πιο επαναστάτης, ο μαχητής για το δίκιο όλων, ο υπερασπιστής όλων,αυτός που για όλους “καθάριζε” , αυτός που και οι χαφιέδες φοβούνται , ο λατρεμένος μου μπαμπάς, ο μπαμπάς που ήμουν η “αγάπη” του, που ατελείωτες ώρες μιλούσαμε για ότι με ενδιέφερε , αυτός που ήταν τόσο πολυάσχολος ,εύρισκε πάντα χρόνο για να ναι κοντά μου και να απαντάει στις ανησυχίες μου να καθησυχάζει τους φόβους μου , να ακούει τις χαζομάρες μου. Αυτόν τον μπαμπά τώρα έχανα. Και μαζί με αυτόν την πάντα υπομονετική αλλά αυστηρότερη προς εμένα μάνα μου. Μια μάνα ,επίσης σταθερή στις ιδέες της, αγωνίστρια, πιστή στο καθήκον της. Που την έχανες ,που την εύρισκες στο κόμμα, στο σύλλογο, στην Π.Ε.Γ. Αλλά κι αυτή παρά τις ατελείωτες υποχρεώσεις, σπίτι, κόμμα, σύλλογος, ήταν εκεί όποτε την χρειαζόμουν. Πάντα στο σπίτι όταν γυρνούσα από το σχολείο, να μου ετοιμάζει λιχουδιές ,τώρα που είχε αρχίσει να μου ανοίγει η όρεξη- εφηβεία ,γαρ- να με συνοδεύει στον κινηματογράφο 4-6 ,ακόμα και στα πιο βαρετά για αυτήν έργα-είχα μια μανία με τα δήθεν ιστορικά ,να μιλάμε και να μαλώνουμε για τα πάντα. Τους έχανα. Πότε θα τους ξανάβλεπα; Θα τους ξανάβλεπα; Έφυγαν να κρυφτούν. Είχαμε πρόσφατα μετακομίσει και ευτυχώς γλύτωσαν την πρώτη μέρα που τους αναζήτησαν στο παλιό μας σπίτι.1967 και οι μέθοδοι της Αστυνομίας δεν ήταν εκσυγχρονισμένες. Εφιάλτης που ζούσα και περίμενα τόσο καιρό. Δεν θέλω να μιλήσω για τα γεγονότα εκείνης ή των άλλων ημερών που ακολούθησαν μέχρι την σύλληψη τους ,12 Μάη του μπαμπά,25 Μάη της μαμάς. Θέλω να πω για αυτό που κάποια φορά τόλμησα να ξεστομίσω μετά από σχεδόν 35 χρόνια..Έφυγαν και δεν ξέρω αν επανήλθαν πράγματι ποτέ. Η Λελέ επέστρεψε στα δυόμισι χρόνια ,κι ο Θάνος στα τέσσερα. Ήμουν πια 16,5 και 18 αντίστοιχα. Ναι, δεν ήταν πάρα πολλά, αλλά ήταν η εφηβεία μου. Κι αυτή με ένα παράξενο τρόπο δεν έφυγε ποτέ. Ναι, δεν είναι πρωτότυπο αυτό. Και σε άλλους μπορεί να συμβαίνει. Όμως εγώ έμεινα εκεί, περιμένοντας τους. Κι ακόμη τους περιμένω… ΄Οσο κι αν τους κουβαλάω μέσα μου, όμως μου φαίνεται ότι δεν θέλω να αλλάζω γιατί ίσως ,όταν γυρίσουν ,θέλω μα με βρουν όπως ήμουν. Το δεκατετράχρονο παιδάκι που ακόμα είμαι και τους έχω πιότερη ίσως κι από τότε ανάγκη. Μα μου ,μπαμπά φύγατε. Έπρεπε. Το ξέρω. Δεν γίνονται διαφορετικά. Αυτό το είχα καταλάβει πριν αρχίσω να συλλαβίζω. Δεν θα είσαστε εσείς ,αν αφήνατε αυτό που πιστεύατε, για μένα. Ήξερα, ακόμα πολύ καλά ,δεν το αμφισβήτησα ποτέ, ότι με αγαπούσατε όσο μπορούσαν γονείς ν’αγαπάνε το παιδί τους. Για αυτό ούτε μια στιγμή έπαψα να πιστεύω σε εσάς. Για μένα πάντα είσαστε οι καλύτεροι γονείς του κόσμου. ΄Ηξερα πόσο πονούσατε που με αφήνατε, ήξερα τη θυσία ήταν αυτή για εσάς ,και σας θαύμαζα πιο πολύ. Ειλικρινά, δεν ήθελα να υπογράφετε δήλωση για χάρη μου. Δεν θα σας το συγχωρούσα ποτέ, κι ας ήθελα πολύ να σας έχω. Πολλές φορές νιώθω ότι υπερβάλλω. Δεν ήταν και τόσο μεγάλη συμφορά να χάσεις για 34 χρόνια τους γονείς σου στην εφηβεία ,όταν πολλά παιδιά μεγαλώνουν ορφανά, ή στερούνται τους γονείς σε ακόμα πιο τραγικές συνθήκες. Εγώ, όταν εσείς φύγατε , «ήμουν μια χαρά». Όλοι με φρόντιζαν, δεν μου έλειψε τίποτα ,επικοινωνούσα μαζί σας και η ζωή συνεχιζόνταν . Ναι, συνεχιζόνταν η ζωή . Έμαθα να είμαι μόνη μου ,να περνάω καλά και χωρίς εσάς. Αφού όταν κάποια στιγμή επιστρέψατε, αισθάνθηκα ότι"καλά ήμουν ήταν ανάγκη να γυρίσετε"; Όχι έτσι ακριβώς, άλλη μια αμφιθυμία. Ένιωσα ότι πια δεν θα ήμουν ανεξάρτητη. Ίσως ήταν και μια τελείως ασυνείδητη αντίδραση. Δεν ξέρω. Δεν έψαξα ποτέ να βρω . Εξάλλου, μετά, σχεδόν αμέσως άρχισε η ανορεξία. Χρειαζόταν κάτι χειρότερο απ ’αυτήν για εσάς; Το τίμημα ήταν πολύ ακριβό, χωρίς, αλήθεια, να το θέλω. Αλήθεια μπαμπά -μαμά δεν το ήθελα. Δεν ήθελα με τίποτα, μπαμπά, να σε σκοτώσω, κάτι που χρόνια εξοριών, φυλακής, βασανιστηρίων δεν κατόρθωσαν. Συχνά σκέφτομαι ότι εγώ σε σκότωσα! ΄Ηξερα ότι βασανιζόσαστε χωρίς φυσικά να χετε μετανιώσει από ενοχές. Καμαρώνατε, καμαρώνατε τόσο πολύ για το καλό σας παιδί, την άριστη μαθήτρια που μόνο επαίνους ακούγατε γι’ αυτήν .Και ξαφνικά το καλό παιδί το υπάκουο ,το πειθήνιο, που ποτέ δεν σας δημιούργησε προβλήματα βάλθηκε να πεθάνει. Δεν το ήθελε. Δεν θέλησα ποτέ ούτε να πεθάνω, ούτε, ακόμα περισσότερο, να σας πεθάνω. Δεν ξέρω γιατί, πότε έγινε εκείνο το κλικ και αποφάσισα ότι δεν ήθελα να μεγαλώσω. Δεν ήθελα πια να ερωτευτώ να είμαι μαζί με κάποιον να κάνω οικογένεια. Ήθελα να μείνω εκεί, μαζί σας.΄Ηταν πολύ αργά, τώρα το ξέρω. Στην αρχή δεν το πιστεύατε. Μετά, όταν ακούσατε τους ειδικούς, πειστηκατε ότι δεν ήμουν καλά. Αναρωτιέμαι πώς άντεχα να σας βλέπω έτσι. Ήμουν τόσο άρρωστη πραγματικά και φυσικά δεν μπορούσα να δω τι κακό σας έκανα. Αφού δεν έβλεπα το κακό που έκανα στον εαυτό μου. Είχα «χαθεί» από τον κόσμο, από εσάς , από τον εαυτό μου. Μόνο από την δουλειά δεν είχα χαθεί. Από το καθήκον ποτέ δεν είχα χαθεί. Ευτυχώς. Αυτό ίσως με κράτησε στη ζωή. Εσείς παρακολουθήσατε ανήμποροι την πορεία μου προς το θάνατο αλλά δεν χάνατε και την ελπίδα σας, καθώς με βλέπατε ακόμα κι στα τριάντα κιλά να παλεύω. Το οφείλω κι σε εσάς αυτό. Παλεύω. Παλεύω ,όχι ,δεν παραδίνομαι αμαχητί. Παλεύω σαν κι εσάς. Εσείς βέβαια είχατε σκοπό μια κοινωνία πιο δίκαιη , μια κοινωνία κομμουνιστική, έτσι όπως εσείς την ονειρευόσαστε. Εγώ συχνά παλεύω για να παλεύω. Γιατί δεν μπορώ να ζω μέσα στη αδράνεια και τη παθητικότητα. Κι εγώ ονειρεύομαι τη δική σας κοινωνία όμως δεν έχω κανένα όνειρο για μένα. Απλά θέλω να ζήσω πολλά χρόνια, όσο πιο πολλά είναι δυνατό ,κι ας μην είναι καλά, αλλά να ναι πολλά. Ο φόβος μη σας χάσω ,έγινε φόβος για το θάνατο ,να πω και για τη ζωή; Γιατί αν ζήσεις τη ζωή ,πρέπει κάποια στιγμή να πεθάνεις. Κι εγώ μη ζώντας όπως οι ενήλικοι ,μπορεί να αργήσω ,πολύ να πεθάνω. Πρέπει να μεγαλώσω για να πεθάνω.΄ Όχι, ξέρω αυτά είναι χίμαιρες. Όμως, ναι, παραμένω παιδί.. Το παιδί που κάποτε εκείνο το πρωινό της 21ης Απρίλη 1967, αφήσατε στο σπίτι της Μαυρομιχάλη 95 για να πάτε να κρυφτείτε. Δεν επιστρέψατε ποτέ. Σας έχασα από τότε. Μπαμπά όταν γύρισες ήμουν κιόλας, 18 χρονών. Σχεδόν αμέσως ξεκίνησε η ανορεξία. Χαθήκαμε και πάλι. Δεν πρόλαβες να με δεις να γυρνάω στη ζωή. ΄Εφυγες για πάντα ,δεκαπέντε χρόνια μετά. Μαμά, ζήσαμε μαζί ακόμα είκοσι δυο χρόνια ,χωρίς το μπαμπά. ΄Εφυγες και συ πριν σχεδόν πέντε χρόνια. Το σπίτι είναι γεμάτο από φωτογραφίες σας. Δεν υπάρχει στιγμή που να φεύγετε από μέσα μου. Σας κουβαλάω παντού μαζί μου. Στο σχολείο, στις παρέες στις συγκεντρώσεις, στις διαδηλώσεις, είτε μόνη, είτε με τους άλλους. Είμαι εσείς΄ Ένα ανακάτεμα-Θάνου και Λελές, Λελές και Θάνου. Είμαι και η Μάρω ,αλλά μια Μάρω που ότι ιδιαίτερο έχει είναι αποτέλεσμα πάλι του Θάνου και της Λελές ,της Λελές και του Θάνου. Είμαι τόσο περήφανη που σας έχω γονείς. Όπου σταθώ ,όσοι σας έχουν γνωρίσει μου μιλούν με θαυμασμό και απέραντη εκτίμηση γι αυτόν που σας διέκρινε ,για τη απέραντη ανθρωπιά σας ,αυτό που τότε πίστευα ότι σήμαινε αριστεροσύνη. Και τώρα το πιστεύω, όμως τότε νόμιζα ότι έτσι είναι όλοι οι αριστεροί. Nαι αυτό που με κάνει να θρηνώ τώρα ,είναι ότι μαζί με σας έχω χάσει την ενσάρκωσή του ονείρου, της ιδεολογίας, της πίστης για αυτό τον καλύτερο και ανθρωπινότερο κόσμο. Συχνά σκέφτομαι ότι σας εξιδανικεύω. Όμως κάνω λάθος κι εδώ. Είσαστε δύο τόσο ανθρώπινοι άνθρωποι. Οι αδυναμίες σας δεν είχαν σχέση με κακία ή μικρότητα. Η Λελέ με την έλλειψη αυτοεκτίμησης με την εξαιρετική σεμνότητά της και αγαθοσύνη της. Ο Θάνος με το υπερβολικό πείσμα του το συχνά αυτοκαταστροφικό . Να επιμένεις να γίνει διάλειμμα στο σινεμά για να καπνίσεις! Κι εσύ μαμά να εντυπωσιάζεσαι και να παραξενεύεσαι όταν οι άλλοι σ’αγαπούν και σε θαυμάζουν. Να ευγνωμονείς τους άλλους για τα αυτονόητα. Μπαμπά, μαμά, είσαστε μέσα μου ριζωμένοι με ότι πιο δυνατό υπάρχει στη ζωή μου. Είσαστε η αγάπη μου, η πίστη μου, το ιδανικό μου, η μνήμη μου, η ομορφιά της ζωής μου. Αν πριν 46 χρόνια φύγατε και δεν επιστρέφατε πότε πια, δεν σημαίνει ότι με εγκαταλείψατε. Σημαίνει ότι εγώ δεν ήμουν πια εκεί που με αφήσατε. Δεν θέλησα πότε να φύγω. Και δεν έφυγα ποτέ από το παιδικό ,πατρικό, μητρικό σπίτι. Όμως έζησα μια απίστευτη περιπέτεια.΄Εφυγα και επέστρεψα στη ζωή. Κι αυτή η επιστροφή ήταν μια καινούρια γέννηση . Δεν άλλαξα τόσο . Απλώς δεν φοβάμαι πια τη μοναξιά .Μάλλον ποτέ δεν τη φοβόμουν ,αλλά είχα μια περίεργη σχέση μαζί της. Ενώ ήμουν καλύτερα μόνη, ήθελα να επιβεβαιώνομαι από τους άλλους. Ανθρώπινο. Έχω γίνει, λοιπόν, απάνθρωπη; Όχι, είμαι όμως καλύτερα με τον εαυτό μου.΄Εμαθα να τον αγαπώ περισσότερο από τότε. Ένα ταξίδι, λοιπόν, στη ζωή όλα αυτά τα χρόνια, κι ας μην έφυγα ποτέ από το σπίτι. Ξέρατε ότι δεν αγαπούσα ούτε αγαπώ τα ταξίδια. Ταξίδι ίσον εξορία. Κι αυτή η λέξη είναι ένα καρφί μέσα μου που πολλές φορές κάνει να αναβλύζει αίμα. Γυάρος, Λέρος,Παρθένι, Αλικαρνασσός. ΄Ηρθα να σας δω. Ποτέ με την απόλυτη θέληση μου. Πάντα με την επιμονή της θείας Πόπης. Δεν ήθελα να σας δω και ξανά να σας αποχαιρετίσω. Δεν ήθελα να σας δω εκεί. Ντρεπόμουν όμως γι’αυτές τις ευαισθησίες μου, και ερχόμουν τελικά. Δεν ξεχνώ τη Γυάρο. Δεν ξεχνώ. Δεν ξεχνώ. Δεν μπορώ και δεν θέλω να ξεχάσω. Είστε ό,τι πιο πολύτιμο έχω. Γι’αυτό δεν με νοιάζει να έχω. Θέλω να είμαι εσείς. (∗) Σχόλιο: Ήταν από ‘κείνους που δεν έτρεφαν τις καλλιεργημένες αυταπάτες της εποχής, ότι δεν θα γίνει δηλαδή δικτατορία. Το κείμενο αυτό είναι γραμμένο από μια φίλη που μας έκανε την τιμή να μας εμπιστευτεί αυτή την προσωπική μαρτυρία που σχετίζεται με τη συλλογική μνήμη που δεν πρέπει να ξεθωριάσει.Ευχαριστούμε που μας επέτρεψε να το δημοσιεύσουμε. ράδιο καμικάζι alfavita.gr Tweet Ετικέτες: ΜάρωΘάνοςΛελέ
Keywords
μνήμη, εγινε, πασχα, παραιτηση λεβεντη, συλληψεις, οφείλω, διαδηλωσεις, σημαίνει, alfavita, tweet, Καλή Χρονιά, πασχα 2012, η ζωη, ξανα, κοινωνια, alfavita.gr, alfavita, δημοτικα τραγουδια, μνήμη, δουλεια, ομορφια, ονειρο, ραδιο, σινεμα, τραγουδια, φωτογραφιες, αγαπη, αδρανεια, αιμα, ανορεξια, απλα, ατρομητος, γεγονοτα, γινει, γινονται, γονεις, δηλωση, δικη, εγινε, ειλικρινα, ειπε, υπαρχει, εκτιμηση, ελλειψη, ελπιδα, εργα, επρεπε, ετικετες, εφυγε, εφιαλτης, ζωη, ζωης, ζωη μου, ιδεες, εικοσι, ηταν αναγκη, θυσια, κειμενο, κιλα, κομμα, λαθος, λεβεντης, λερος, λιχουδιες, μαμας, μαη, μαμα, μοναξια, νομιζα, ξημερωμα, παντα, οικογενεια, οφείλω, παιδι, παιδια, πιστη, πεισμα, πιο πολυ, προβληματα, πορτα, πρωινο, συλληψη, σπιτι, σχολειο, ταξιδια, τιμη, φυσικα, φοβος, φορα, χαζομαρες, χαθηκαμε, ωρες, δημοτικα, δικιο, ιδανικο, ιδιαιτερο, κακια, μια φορα, tweet, σημαίνει, σκοτωσω, ταξιδι, τριαντα, θανος, θανου, θελω να, ξεκινησε
Τυχαία Θέματα