Γίνεται, φίλε μου, να τα βάλεις με το θάνατο;

02:11 26/11/2012 - Πηγή: Aixmi

Μπαινόβγαινε στην εκκλησία νευρικά, μέσα στο σκούρο μαύρο επενδύτη του. Καθαρός και καλοντυμένος όλο και ξάνοιε το ρολόι που ήταν από  τα παλιά, τα κουρντιστά, εκείνα που αν τύχει το πρωί και ξεχάσεις να στριφογυρίσεις το μικρό κουμπάκι τους σταματούν απότομα, φέρνουν σε κάτι από ξαφνικό και αναπάντεχο θάνατο. Θα τον έλεγες ψηλό, σωστό ομορφάντρα, ξεπερασμένος για την εποχή που μας θέλει σχεδόν ερμαφρόδιτους να αναπτύσσουμε όλο και περισσότερα γυναικεία χαρακτηριστικά.

Όταν πλησίασε η ώρα έβγαλε ένα τεφτεράκι και διάβαζε, έβλεπα τα χείλια του,  ψιθύριζαν λέξεις που μου μαγνήτισαν τα μάτια.

Πλησίασα διστακτικά κοντά του, κοιτούσα σχεδόν αδιάφορα, με βόλεψε που τα κηδειόσημα ήταν στην πλάτη του.

Πρόλαβα τις σιγανά υπομένες, εκφερόμενες λέξεις του, χτυπούσαν  κατευθείαν μέσα στα μάτια μου:

-          Στην αποφράδα μέρα, έσβησε ξαφνικά ένας καρδιακός φίλος που έδινε χαμόγελο, και γέμιζε τη μουντή μέρα μας με φως. Ήταν σπουδαίος, όχι για τα λόγια που έτσι κι αλλιώς δεν μας τα είπε, μα ήταν οι πράξεις του, οι επιλογές του γεμάτες, καθαρές και ώριμες.

Είπα πως έχω να κάνω με συγγενή, τον νεκρό δεν τον ήξερα, οι συγγενείς , κάτι ζωντανά ανίψια, με  έπεισαν να παρακολουθήσω την νεκρώσιμη ακολουθία που όσο θεραπευτική κι αν είναι για τους ζωντανούς, τόσο καταθλιπτική μπορεί να γίνει για τους μη εμπλεκόμενους με τον μοιραίο ταξιδιώτη.

Η συνέχεια έγινε αφορμή για συνεύρεση των εναπομεινάντων ζωντανών ψυχών που μοίραζαν απλόχερα ευχές μακροημέρευσης. Άναψαν και τους μεγάλους πολυέλαιους, δείγμα του γεμάτου πορτοφολιού του νεκρού, το είχε στο νού του, φρόντισε για το τελευταίο ταξίδι, αν και τον στράγγιζαν οι στενοί συγγενείς από τότε που βγήκε στην σύνταξη.

Περιμέναμε τον παπά, τον τελετάρχη, που όλοι περιέγραφαν σαν σκληροπυρηνικό, σαν μουτζαχεντίν της ορθοδοξίας. Έπεσε το μάτι μου στην προθήκη με τα ντιβιντί προς πώληση, το 666, το κακό που φέρνουν οι ταυτότητες, ο διάλος που κρύβεται σε κάθε μας βήμα, ήταν τα κυρίαρχα θέματα που απασχολούσαν την ενορία.  Με τις σκέψεις για τους νταβατζήδες στην ζωή, μα και τους φύλακες του θανάτου χάθηκα για λίγο, όταν  οι μεταλικές φωνές των γιών του νεκρού με γύρισαν στο παρόν.

-          Για να έχουμε καλό ρώτημα, τι  νομίζετε πως μπορείτε να μας πείτε; Μοναχά οι στενοί συγγενείς ίσως να πουν δυο λόγια, εσείς  καλύτερα να μην ασχοληθείτε με αυτά. Άλλωστε, τι να μας πείτε και εσείς για τον πεθαμένο, τώρα έφυγε, πάει. Δεν θα εκφωνήσουμε επικείδιους, άλλωστε δεν έχουμε πολύ χρόνο για να περάσουμε μέσα στα λιβάνια. Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους.

Με μια νευρική, σχεδόν απότομη κίνηση, γύρισε προς την άλλη κατεύθυνση κλείνοντας κάθε περιθώριο διαπραγμάτευσης.

Όμως, ο ξένος δεν έδειξε πρωτάρης, έδειξε να γνωρίζει τα ενδοοικογενειακά τους. Δυό λέξεις μόνο τελευταίες είπε να προσθέσει και έφυγε με αργά βήματα:

-          Τη σύνταξη ξέρατε να την τραβάτε, είχατε τον τρόπο να πιέζετε τη μνήμη του. Τώρα πού να μείνει χρόνος για κουβέν

Keywords
Τυχαία Θέματα