ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΣΟΛΚΑ

«Δυνατός και γερός για να γίνεις…»…

Εμείς, που γεννηθήκαμε εκεί στην εκπνοή της δεκαετίας του 60 και σ αυτήν του 70! Μεγαλώσαμε με την ασφάλεια της γενιάς, που δεν γνώρισε τα ζόρια, που δεν είχε περάσει καταστροφές, πόλεμους, εθνικές τραγωδίες, εμφυλίους, κατοχές. Απόηχος η χούντα, κάπου στο πίσω μέρος της βεβαιότητας, σαν θολές αναμνήσεις από συζητήσεις και μια ιαχή «έρχεταιαιαι» και για κάποιους το αχνό άκουσμα της λέξης «επιστράτευση».

Και μετά ασπρόμαυρη τηλεόραση, σαν έπιπλο με καρεδάκι κολαριστό με ζαχαρόνερο και Κλούβιος και Σουβλίτσα, Μπονάντσα, Μάχη, Ρομπέν των Δασών, Αντίζηλοι

και Άγιος. Και καρνέισον! Και κουάκερ! Και στα μεγάλα κέφια, κόλα Ταμ – Ταμ. Μαζεύαμε χαρτάκια απ τις γκοφρέτες τα αγόρια και τα κορίτσια κάρτες με σταρ του ελληνικού κινηματογράφου από πλακέ τσιχλόφουσκες. Παίρναμε και τις άλλες που ήταν τσιγάρα! Και κάτι γλειφιτζούρια που είχαν πλαστικά νύχια κόκκινα και μετά τα φορούσαμε στα δάχτυλα μας και κάναμε πως καπνίζαμε τις ροζ τσιχλόφουσκες! Οι καλές σοκολάτες γάλακτος, ήταν συρταρωτές και σαν παιχνίδια άλλαζαν κεφάλια και πόδια σε καρικατούρες, αν τράβαγες τα συρτάρια. Σεραφίνο, Τιραμόλα, Μικυ Μάους και μετα Μπλεκ, Ομπραξ, Κλασσικά Εικονογραφημένα με τον Κόμη Μοντεχρίστο πάντα παγιδευμένο σε μικρα τετραγωνάκια και τους Τρεις Σωματοφύλακες με κουνημένα χρώματα, Μανίνα, Κατερίνα και Πάτυ. Σιδεροκολλητα για τις μπλούζες με τον Τραβόλτα να χορεύει στο Πυρετό στο Σαββατόβραδο η τους Αγγέλους του Τσάρλυ (στην πρώτη εκδοχή τη καλή, με την Φάρα Φόουσετ και όχι μετα με την Τσεριλ Λάντ).

Οι μεγάλοι σε σαλόνια, ενοχλητικοί με τις παθιασμένες πολιτικές συζητήσεις. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν Τροτσκιστής και κινδύνευε η Ελλάδα και αυτοί φορούσανε ζιβάγκο και είχανε και μουστάκια και στη χούντα βάζανε βόμβες. Ο Καραμανλής ή τα τανκς; Ο Κύρκος ήταν καλύτερος απ τον Φλωράκη! Μπα, ο Χαρίλαος ήταν παλικάρι. Τσακώνονταν οι μεγάλοι για τα πολιτικά. Οικογένειες έπαυαν να μιλιούνται. Τραπέζια μεγάλα, γιορτινά διαλύονταν απ τη λάθος κουβέντα για τον Ζίγδη, τον Ράλλη, την ΕΔΑ. Και η ζωή ήταν έγχρωμη. Τα σπίτια είχαν κήπους με τριανταφυλλιές και τα διαμερίσματα μεγάλες βεράντες με λευκά φερ φορζέ. Αγόραζαν ιδιωτικό αυτοκίνητο οι γονείς και κέρναγε η γειτονιά με κέρματα για να αναφτούν κεριά και να ναι καλοτάξιδιο. Μαζεύονταν οι φίλοι, να δουν το νέο απόκτημα: την έγχρωμη τηλεόραση! Και…

«Τη Λόλα απ τη φωτιά ποιος θα την βγάλει; Ο Τσοκολάτας που χει δύναμη μεγάλη! Κάθε παιδί τον Τσοκολάτα τον λατρεύει, ορμάει στην φλόγες και το κορίτσι βγάζει. Δυνατός και γερός για να γίνεις, κάθε μέρα, σοκολάτα να πίνεις…»… Στη πρώτη, άντε δεύτερη τάξη, έχουμε πια δημοτική. Πάνε και οι τόνοι. Κάποιοι μάθαμε παπαγαλία, τις δασυνόμενες λέξεις. «Ένα, έξι, επτά, εκατό και ερπετά, Ερμής, Έλλη, η Ελένη, η Ελλάδα η ξακουσμένη (η Ελλάδα για πάντα ξακουσμένη, ρίζωσε η φράση μέσα μου!)…»… Άχρηστη γνώση. Το μονοτονικό, παίρνει το «να Άννα, να, ένα μήλο» και για λίγο μας φέρνει τα «Ψηλά Βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Αστόπαιδα στα προάστια ή στο

Keywords
Τυχαία Θέματα