Η κρίση είναι ευρωπαϊκή

Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΝΤΑΣΚΑ

Όταν σκαρφαλώνει ή ισορροπεί κάποιος σε μεγάλο ύψος, η πιο αυθόρμητη συμβουλή είναι η εξής: «Μην κοιτάς κάτω». Ο ίλιγγος του ύψους και ο φόβος της ενδεχόμενης πτώσης είναι ικανοί να παραλύσουν κάθε απόφαση, και μάλιστα με πιθανή συνέπεια ακριβώς εκείνο που ο ισορροπιών προσπαθεί να αποφύγει, την καταβαράθρωση. Ακριβώς τη στιγμή που πρέπει να θέσει σε λειτουργία όλα του τα ένστικτα, να έχει σε εγρήγορση νου και σώμα, απονεκρώνονται όλα από τον πανικό.
Αντιμετωπίζοντας την κρίση ως η 27η πλουσιότερη χώρα του κόσμου στην αρχή της, η Ελλάδα

ακούει διαρκώς από όλες τις πλευρές την ακριβώς αντίθετη συμβουλή: «Κοίτα κάτω! Δες πού βρίσκονται τα περισσότερα από τα υπόλοιπα 220 κράτη του κόσμου, όπως τα παιδιά του Νίγηρα (όρα Λαγκάρντ). Δες πού κινδυνεύεις να βρεθείς, συνειδητοποίησε, νιώσε, απορρόφησε τον τρόμο». Η επίδραση αυτής της εκστρατείας φόβου είχε φυσικά το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα με εκείνο που θα είχε στον ορειβάτη. Η ελληνική κοινωνία γαντζώνεται αγωνιούσα από το γνωστό και δοκιμασμένο (όχι από κομματική άποψη, αλλά πρωτίστως από άποψη πρόσληψης και ανάλυσης της εθνικής και ευρωπαϊκής κατάστασης), σκαλίζει σχεδόν με τα νύχια τον κοινωνικό βράχο που τη στηρίζει, αλλά συνεχίζει εντούτοις να γλιστράει. Και όσο περισσότερο γλιστρά, τόσο περισσότερο πανικοβάλλεται, τροφοδοτώντας τον φαύλο κύκλο της μοιραίας πτώσης.
Αν με κάποιο απρόσμενο και σχεδόν μαγικό τρόπο μπορούσε να επανέλθει η ψυχραιμία, πού θα έπρεπε να στρέψει η ελληνική κοινωνία και το πολιτικό σύστημα το βλέμμα; Στην κορυφή. Και με αυτό εννοείται η αληθής κορυφή όλων των επιμέρους φαινομένων που αντιμετωπίζουμε ως δήθεν διακριτά προβλήματα. Το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα και οι επιμέρους εθνικές πολιτειακές δομές. Μόλις αυτό καταστεί εφικτό, το ευρωπαϊκό πρόβλημα που περιγράφεται σε οικονομολογικά charts, πολύχρωμους πίνακες και αγκύλες, ακατανόητους οικονομολογικούς όρους και σύνθετες μακροοικονομικές αναλύσεις θα απογυμνωθεί από το πομπώδες περιτύλιγμά του και θα εμφανιστεί σαφές μέσα στην απλότητα. Πρόκειται για κρίση δημοκρατίας, για πολιτική κρίση. Αίτιο του αδιεξόδου είναι το έλλειμμα αντιπροσώπευσης της βούλησης του λαού από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του. Αίτιο είναι, επίσης, η ακύρωση του δημοκρατικού διαλόγου, αναγκαίου για την επιβίωση του πολιτεύματος από την υποταγή στα κελεύσματα της αγοράς. Η αυτονόμηση της τελευταίας από την πολιτική, η γιγάντωσή της και, τελικά, η μετατροπή της πολιτικής σε θεραπαινίδα των επιθυμιών (που βαφτίζονται «ανάγκες», και μάλιστα αδήριτες) των χρηματαγορών.
To ζήτημα, επομένως, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είναι ο κλονισμός της δημοκρατίας από την πίεση της αγοράς. Καθίσταται φανερό ότι μεταξύ μίας αχαλίνωτης χρηματοπιστωτικής οικονομίας και του δημοκρατικού πολιτεύματος υφίσταται σχέση έντασης, η οποία, αυξανόμενη όσο η ανισορροπία επεκτείνεται, δημιουργεί τις προϋποθέσεις σύγκρουσης μεταξύ των δύο πόλων. Στις ακραίες αυτές περιπτώσεις τα κράτη συντάσσονται όχι με το στρατόπεδο της δημοκρατίας, αλλά με αυτό της αγοράς. Όπως αναφέρει ο Μ. Ταγιάμπ, δεν ομιλούμε περί απορρύθμισης του θεσμικού πλαισίου, αλλά περί επαναρρύθμισής του, ώστε η οικονομική ολιγαρχία να ανταγωνίζεται στο πεδίο δράσης της με «σημαδεμένη τράπουλα» την υπόλοιπη κοινωνία, μονομερώς επιβάλλοντας τους όρους της. Η κοινωνία χάνει τον έλεγχο πάνω στο κράτος, το οποίο λειτουργεί αντλώντας νομιμοποίηση από άλλες πηγές και όχι από τη λαϊκή βούληση.
Το αδιέξοδο στην ελληνική περίπτωση έχει και μία επιπλέον διάσταση. Σημαντικά τμήματα της ελληνικής κοινωνίας έχουν απολέσει την εμπιστοσύνη στον συλλογικό εαυτό της, έχουν διαβρωθεί από χυδαίο ωφελιμισμό και η κοινωνία είναι ανίκανη να συγκροτήσει όχι μόνο συλλογικά προτάγματα αλλά ακόμη και να συντονίσει ο κάθε πολίτης με συνέπεια την ατομική του δράση για το δικό του ατομικό όφελος. Αντί, συνεπώς, να ωριμάζει το αίτημα της άμεσης συμμετοχής του λαού στη λήψη των αποφάσεων, γοητεύει μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης η υπόσχεση ενός βίαιου πατερναλισμού, που εκδικείται για λογαριασμό τους και επιβάλλει τη δική του «τάξη», χωρίς καθόλου να προβληματίζεται αν αυτή η τάξη είναι συμβατή με τις δικές του προσδοκίες. Οποιαδήποτε τάξη είναι αποδεκτή, αρκεί να δημιουργεί την εντύπωση αυστηρότητας, άρα και αποτελεσματικότητας. Αυτή είναι και η αιτία που η Χρυσή Αυγή είναι τρίτη πολιτική δύναμη. Η εικόνα της δημοκρατίας ως ενός πλαδαρού, αλυσιτελούς και φλύαρου πολιτεύματος, συγκρινόμενη με την εικόνα του φασισμού ως πειθαρχημένου και δυναμικού τρόπου αντιμετώπισης προβλημάτων. Και πρόκειται φυσικά για εικόνες, διότι και στις δύο περιπτώσεις οι πολίτες παρακολουθούν ως θεατές και όχι ως συμμετέχοντες. Το ότι το πρόβλημα μπορεί να έγκειται ακριβώς στην απόστασή τους από τη λήψη αποφάσεων δεν έχει καταστεί κοινός τόπος.
Η επιλογή της ρήξης με την Ευρώπη και ιδίως με την Ευρωζώνη μπορεί να καταλήξει είτε στο παράδειγμα της Ισλανδίας, είτε σε αυτό της Κύπρου. Η επιτυχημένη εκδοχή απαιτεί συνειδητές στάσεις. Συνειδητή, όμως, δεν είναι η στάση που απορρέει από την αποφυγή του κινδύνου ή της δυσκολίας, αλλά εκείνη που βρίσκει νόημα στον κίνδυνο και τη δυσκολία.

Keywords
Τυχαία Θέματα