Υπόσχεση γάμου» και τέσσερις γυναίκες

Ένα βιβλίο πριν από την κρίση, για την κρίση των ανθρωπίνων σχέσεων. Αφηγείται την πεζότητα των ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Των ανδρών και γυναικών που ζουν μια ζωή χωρίς εκπλήξεις. Χωρίς μέλλον. Δίχως διαταράξεις, ως που παρεμβαίνει ένα απροσδόκητο φλερτ.

«Υπόσχεση γάμου» λέγεται το τρίτο μυθιστόρημα του Γιώργου Συμπάρδη, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Ο συγγραφέας γεννήθηκε

στην Ελευσίνα το 1945, σπούδασε νομικά και σκηνοθεσία και εμφανίσθηκε στο λογοτεχνικό προσκήνιο το 1987 με το βιβλίο «Μέντιουμ», το οποίο μιλούσε για την Αθήνα της Μεταπολίτευσης των λαϊκών ανθρώπων και το 1998 με τον «Άχρηστο Δημήτρη», ένα βιβλίο για την Ελλάδα των ματαιώσεων του 70 και του 80.

Στο καινούριο του πεζογράφημα φωτίζει την Ελλάδα των Νοτίων Προαστίων: Πετράλωνα, Καλλιθέα, Ταύρος, Μοσχάτο, Φάληρο. Ένας ανύπαντρος 42 ετών , ο Ζαχαρίας και τέσσερις γυναίκες. Η μικροζωή τους καταγράφεται με απόλυτη λεπτομερή αφηγηματικότητα και περιγραφική πιστότητα. Η Αλέκα, η Όλγα, η Βιβή, η Ματίνα. Με τις δύο πρώτες, που είναι παντρεμένες, ο ήρωάς μας ερωτοτροπεί. Με την τρίτη συνδέεται. Με την τέταρτη αρραβωνιάζεται όχι μία, αλλά τρεις φορές…

Ένας γάμος που τα είχε όλα τέλεια. Ένας άλλος σε διάλυση. Ένας άλλος υπό αίρεση. Και, ενδιαμέσως, μια υπόσχεση για διαρκή ένωση ψυχών.

Μέσα από 462 σελίδες σκιαγραφούνται οι γυναίκες: η δυνατή, η ωραία, η ηλικιωμένη, η ψυχωσική. Και ο πρωταγωνιστής: ευγενικός, ευάλωτος, συνεσταλμένος.

Περιφερειακά εμφανίζονται στα πλάνα της ιστορίας πάνω από είκοσι πρόσωπα σ’ ένα μικρόκοσμο χαμοζωής. Οι ιστορίες πλέκονται μέσα σε μια εργένικη γκαρσονιέρα, σε μίζερα διαμερίσματα, σε στενές κουζίνες, σε περιορισμένες βεράντες, σε πολυσύχναστους δρόμους, σε πυκνοκατοικημένες γειτονιές με πολυκατοικίες. Σε μια Αθήνα των απεργιών, που αγωνιά για το χρηματιστήριο, που ξοδεύει μέσω πιστωτικών καρτών, με νοσοκομεία που υπολειτουργούν, με ουζερί, με πιάτσες ταξί.

Και στον χώρο αυτό, σε διάστημα ενός εξαμήνου, ο συγγραφέας εξιστορεί τα τετριμμένα των ανθρώπινων παθών, τις σχέσεις, τις αντιλήψεις, τα ήθη, τις υπόνοιες, τις αμαρτίες.

Ο συγγραφέας ξεκινάει το βιβλίο με την Αλέκα και την Όλγα να τελειώνουν τη βάρδια τους σε νοσοκομείο τη Κηφισιάς, όπου δουλεύουν ως νοσηλεύτριες. Η ζωή τους είναι σπίτι- δουλειά- δουλειά – σπίτι. Καθώς πηγαίνουν προς τον Ηλεκτρικό Σταθμό τις πιάνει μια φθινοπωρινή μπόρα. Ο Ζαχαρίας τις εντοπίζει και ευγενέστατα προσφέρεται να τις πάρει με το αυτοκίνητό του μέχρι το Σταθμό του Μοσχάτου. Μετά από … προσποιητές επιφυλάξεις δέχονται την προσφορά του. Και, στη μακρά διαδρομή, διασχίζοντας τη λεωφόρο Κηφισίας, αρχίζουν μια συζήτηση περί ανέμων και υδάτων. Αν και το μυαλό τους βρίσκεται αλλού…

Το βιβλίο είναι υπερπλήρες από συμβατικές αναφορές στους μικροαστούς που βιώνουν τη μέρα τους σε λίγα τετράγωνα. Ο αναγνώστης, που απαιτεί πλοκή και σύγκρουση- στοιχεία τα οποία «δικαιούται» – θα απογοητευθεί από την επίμονη πεζολογία. Όποιος όμως δει εις βάθος τις ιστορίες, γνωρίζεται

Keywords
Τυχαία Θέματα