Η Τράπεζα της Ελλάδος χτυπά “καμπάνες” – Στο 1,9 η ανάπτυξη το 2019 – Η πρόταση της ΤτΕ για τα NPLs

08:35 1/4/2019 - Πηγή: BankWars

Στο 1,9% προβλέπει η ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) ότι θα περιοριστεί η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας φέτος, παραμένοντας στα περυσινά επίπεδα και πολύ χαμηλότερα από την προηγούμενη πρόβλεψη της κεντρικής τράπεζας.

Η νέα εκτίμηση της ΤτΕ για ρυθμό ανάπτυξης στο 1,9% φέτος

είναι πολύ πιο δυσμενής από την προηγούμενη πρόβλεψη για ρυθμό 2,5%. Μάλιστα σε άνοδο του ΑΕΠ κατά 2,5% βασίστηκε και το ΥΠΟΙΚ στην χάραξη του Προϋπολογισμού του για το τρέχον έτος.

Η διατήρηση μεγάλων δημοσιονομικών πλεονασμάτων για παρατεταμένη περίοδο, όταν μάλιστα συνοδεύεται από υψηλή φορολογία, επιδρά αρνητικά στην ανάπτυξη, σημειώνει η ΤτΕ.

Ο μεγαλύτερος δημοσιονομικός κίνδυνος, σύμφωνα με την ΤτΕ, είναι η ενδεχόμενη εφαρμογή των αποφάσεων του ΣτΕ που έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές συντάξεων. Η σημαντικότερη πρόκληση, είναι η μόνιμη επιστροφή του ελληνικού δημοσίου στις διεθνείς αγορές με βιώσιμους όρους.

Τα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν ότι η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, έφτασαν στα 81,8 δισ. ευρώ ή στο 45,4% επί του συνόλου των δανείων στα τέλη Δεκεμβρίου. Η νομισματική αρχή σημειώνει ότι το νέο πλαίσιο προστασίας της α’ κατοικίας αποτελεί βήμα για επανασύνδεση της χώρας στις αγορές.

«Το 2019 σηματοδοτεί την απαρχή μιας νέας πορείας της ελληνικής οικονομίας», υποστήριξε ο Γ. Στουρνάρας μιλώντας στην Γενική Συνέλευση της ΤτΕ

Τόνισε ότι «η επιτυχής έκδοση δεκαετούς ομολόγου το Μάρτιο του 2019, για πρώτη φορά μετά την έναρξη της κρίσης δημόσιου χρέους το 2010, αποτελεί ένα πιο αποφασιστικό βήμα προς την ίδια κατεύθυνση, δηλαδή την επανασύνδεση της χώρας με τις αγορές, ενώ η πρόσφατη υπερψήφιση από τη Βουλή της διάταξης για την προστασία της πρώτης κατοικίας επίσης συμβάλλει προς την κατεύθυνση αυτή, αφού αναμορφώνει το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, ενσωματώνοντας συγκεκριμένες προϋποθέσεις επιλεξιμότητας και δικλίδες ασφαλείας».

Το 2019 αποτελεί έτος σημαντικών προκλήσεων για την ελληνική οικονομία. Στο διεθνές περιβάλλον, η επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου λόγω του εντεινόμενου εμπορικού προστατευτισμού ενδέχεται να επιδράσει αρνητικά στην άνοδο των ελληνικών εξαγωγών. Στο εγχώριο περιβάλλον, η αυξημένη αβεβαιότητα για την πορεία των μεταρρυθμίσεων και οι περιορισμοί από την πλευρά της χρηματοδότησης επηρεάζουν αρνητικά τις επενδύσεις. Η υψηλή φορολόγηση τα τελευταία χρόνια περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, μειώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, συγκρατεί τη βελτίωση της εμπιστοσύνης και δημιουργεί φορολογική κόπωση, με συρρίκνωση της φορολογικής βάσης και εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 1,9% και το 2019, με τις εξαγωγές και την ιδιωτική κατανάλωση να παραμένουν οι βασικοί αναπτυξιακοί μοχλοί. Ωστόσο, προκειμένου να καλυφθούν οι μεγάλες απώλειες που υπέστη η ελληνική οικονομία σε όρους προϊόντος και απασχόλησης κατά τη μακρά περίοδο της ύφεσης, απαιτούνται ταχύτεροι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης.

Ωπως έγραφε το bankwars νωρίτερα:

Στην ετήσια έκθεση του διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα η οποία αναμένεται να δημοσιοποιηθεί σήμερα το μεσημέρι, το μήνυμα θα είναι πως οι προβλέψεις του προυπολογισμού για ανάπτυξη 2,5% δεν πρόκειται να υλοποιηθούν, για μια σειρά από εσωτερικούς αλλά και εξωγενείς παράγοντες: Μεταρρυθμιστική κόπωση στην Ελλάδα, εκτιμήσεις των ευρωπαϊκών θεσμών για επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρώπη.

Ο πήχης για το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2019 τίθεται στο 1,8%-1,9%.

Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), θεωρεί άμεση την ανάγκη για αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και εφιστά την προσοχή στη δημοσιονομική βόμβα των αναδρομικών διεκδικήσεων μετά τις μνημονιακές περικοπές.

Υπό το πρίσμα των χαμηλότερων ρυθμών ανάπτυξης, οι εκτιμήσεις του κ. Στουρνάρα, όπως αποτυπώθηκαν και σε πρόσφατη ομιλία του για την ανάγκη αναθεώρησης των στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2% του ΑΕΠ έως το 2022, αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα.

Στο βαθμό όπου επιβεβαιωθούν οι καθοδικοί κίνδυνοι στην ανάπτυξη, μοιραία δυσκολεύει ιδιαίτερα και ο στόχος για επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022.

Keywords
Τυχαία Θέματα