«Family affair» του Θανάση Λιακόπουλου

09:44 2/2/2021 - Πηγή: Diastixo

Μέχρι να έρθει η αστυνομία ειδοποιημένη από τους γείτονες ο Κώστας είχε εξαφανιστεί.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε αυτός ο χαμός απ’ τη συγκεκριμένη μονοκατοικία. Όπως κι άλλες φορές είχε καταφθάσει η αστυνομία αρκετά αργοπορημένη. Τους ήξεραν πια. Ενδοοικογενειακοί καβγάδες. Ο γιος βιαιοπραγούσε κατά της μάνας κι ο πατέρας έμπαινε στη μέση να τους χωρίσει. Άγρια εφηβεία, έλεγαν γείτονες κι αστυνομικοί. Το κακό όμως είχε παραγίνει. Και αυτή την τελευταία φορά είχε φθάσει στο απροχώρητο. Η Σούλα βρισκόταν αιμόφυρτη και ξέπνοη στο πάτωμα. Σχεδόν μια μάζα σάρκας και οστών διαλυμένων

– ιδίως το κρανίο. Οι φωνές ακούγονταν σε απόσταση δεκάδων μέτρων. Οι φωνές… οι βρισιές δηλαδή του Κώστα, οι παρακλήσεις του πατέρα του να σταματήσει και οι κραυγές πόνου της μάνας του, της Σούλας.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Όταν έφθασε η πρώτη ομάδα ΔΙ.ΑΣ. όλα είχαν τελειώσει. Η Σούλα δεν είχε σφυγμό. Κλήθηκε ασθενοφόρο. Ο Κώστας άφαντος. Το ίδιο κι ο Γιώργος, ο πατέρας του. Οι ανακρίσεις άρχισαν αμέσως στους περίοικους. Αν και όλοι ήξεραν τα καθέκαστα. Τα γνωστά. Η μάνα ξυλοφορτωμένη. Ο πατέρας στη μέση να προσπαθεί να συγκρατήσει τον γιο. Ο γιος φτάνει στο απροχώρητο και την αφήνει μισοπεθαμένη. Έφυγε σαν κυνηγημένος, είπαν οι γείτονες που παραφυλούσαν πίσω απ’ τα μισάνοιχτα παντζούρια. Ο πατέρας στο κατόπι να τον πιάσει, μάλλον, έλεγαν. Ο λόγος; Ρωτούσαν επίμονα οι αστυνομικοί, γιατί αυτή τη φορά έχουμε φόνο, καταλαβαίνετε. Μάλλον δε θα τη βγάλει η κυρία Σούλα, όπως έλεγαν οι διασώστες του ΕΚΑΒ που την παρέλαβαν. Τα γνωστά, απαντούσαν. Απ’ το τίποτα. Δεν ακούστηκε κάτι καινούργιο. Τις προάλλες ήθελε να πάει σινεμά. Με τον πατέρα του μαζί. Να δουν μια ταινία, κάτι με Αβένγκερ, Αβέτζερ, κάπως έτσι. Η Σούλα δεν τον άφησε και τα ’βαλε με τον άντρα της. Και πάλι ο μικρός τής επιτέθηκε. Και τώρα πάλι τα ίδια. Ήθελε να πάει για καφέ. Η Σούλα του ’πε όχι. Προθυμοποιήθηκε να πάει κι ο Γιώργος μαζί. Η Σούλα έγινε έξω φρενών με τον Γιώργο. Άρχισε να τον βρίζει και να τον απειλεί πως θα τον χωρίσει. Πως θα τον καταδώσει στην αστυνομία. Πως θα τον κλείσει μέσα. Και μάλλον κάπου εκεί τρελάθηκε ο Κώστας και της ξαναεπιτέθηκε. Πολύ πιο βίαια αυτή τη φορά. Ο Γιώργος ακούστηκε να μπαίνει στη μέση. Αλλά ως φαίνεται δεν τον πρόλαβε. Το κακό το ’χε κάνει.

Οι αστυνομικοί, εκ φύσεως καχύποπτοι, το τραβούσαν – καίτοι γνώριζαν. Όμως τώρα ήταν κατάθεση για πιθανή ανθρωποκτονία. Άλλαζε το πράμα… Και πού είναι ο πατέρας τώρα; Γνωρίζετε; Το πιο πιθανό είναι να τον πήρε στο κυνήγι. Ακούσαμε ένα τρεχαλητό δυνατό και είδαμε… Τον Κωστάκη να βγαίνει κρατώντας έναν σάκο… κι από πίσω τον Γιώργο να τον κυνηγάει και να του φωνάζει να σταματήσει. Πήρε κανείς τους κάποιο όχημα; Έχει κάποιο όχημα η οικογένεια; Μα φυσικά, είναι καλοβαλμένοι. Όλοι τους έχουν. Και η Σούλα, ένα παλιό Χιουντάι, και ο Γιώργος, ένα Γκολφ καινούργιο, και ο Κώστας ένα παπάκι. Ακούσατε τον ήχο κάποιου; Της μηχανής σίγουρα του Κωστάκη κι ενός αυτοκινήτου λίγο πιο μετά. Ο Κωστάκης τι επαγγέλλεται; Ξέρετε, μαθητής λυκείου, τελειώνει φέτος. Και ο Γιώργος; Ιδιωτικός υπάλληλος μεγαλοεπιχείρησης. Και η Σούλα, το θύμα; Οικιακά…

Φως φανάρι τα πράγματα για τους έμπειρους. Φώναξαν τη Δίωξη να κάνει τη δουλειά της. Έπεσαν στα τηλέφωνα και στους ασυρμάτους. Κι ενώ η λίμνη αίματος παρέμενε βουβή κι ακίνητη, γύρω της τριβέλιζαν κινητά και σύριζαν ασύρματοι. Η ευρύχωρη κουζίνα γινόταν θέατρο συνεννοήσεων. Όταν κόπασε η θύελλα φωνών και διαταγών, τσιγάρα άναψαν. Μια σιγή απλώθηκε, που έκανε το αίμα να ταραχτεί… Ένας ήχος απ’ την εξώπορτα του σπιτιού θρυμμάτισε τον αιμάτινο καθρέφτη της σιωπής. Ο Γιώργος μπήκε καταρρακωμένος. Μια σκιά του εαυτού του. Οι ΔΙ.ΑΣ. έπεσαν πάνω του. Κατάθεση. Κάτσε. Στρώσου. Μίλα. Πες, τι έγινε; Είσαι ο μόνος αυτόπτης. Δεν ολοκλήρωσαν τις ερωτήσεις. Μπούκαρε αλλόφρων ένας αστυνόμος. Μάγκες, ανθρωποκτονία. Η γυναίκα κατέληξε στο Παπαγεωργίου. Τη δουλειά σας. Σήματα για αναζητήσεις… ποιος είναι αυτός; Ο Γιώργος δε φάνηκε ούτε ν’ ακούει ούτε να καταλαβαίνει. Οι ΔΙ.ΑΣ. ενημέρωσαν. Αλλάζει το πράμα. Πηγαίντε τον στο Τμήμα. Αναζήτηση μόνο για Κωνσταντίνο Αζουτζίδη. Τα γνωστά, σήματα και τα ρέστα. Πανελληνίως. Μέσω συστήματος. Έρχεται η σήμανση με δίωξη κ.λπ. Φέρτε τον μέσα για κατάθεση και πάμε να συνεχίσουμε. Ο Γιώργος συνέχιζε να μην καταλαβαίνει. Τον σήκωσαν δύο. Τον έβαλαν σ’ ένα περιπολικό απ’ τα πολλά που ’χαν μαζευτεί. Άχνα δεν έβγαλε.

Ένα παπάκι κατηφόριζε με όσο έπιανε την εθνική οδό. Πέρασε τα τρία πρώτα διόδια από Θεσσαλονίκη. Φούλαρε βενζίνη και συνέχισε την κάθοδο. Ξαναγέμισε σ’ έναν ΣΕΑ και έμεινε από καύσιμα, μέσα στη νύχτα, λίγο μετά τη Λαμία. Ο Κώστας άρχισε να το τσουλάει. Ο προορισμός Αθήνα δε φαινόταν πια και τόσο εύκολος. Σκέφτηκε να γυρίσει, επιτόπια, για Λαμία. Το τσιμεντένιο διάζωμα τον εμπόδιζε. Θα το σήκωνε. Θα το πέταγε απ’ την άλλη. Θα ξέφευγε…

Στον δρόμο για το Τμήμα ο Γιώργος έδειξε αδιαθεσία. Μια ζαλάδα, τους είπε. Και σε δευτερόλεπτα άρχισε να χτυπιέται σαν τρελός στο πίσω κάθισμα. Οι αστυνομικοί τα χρειάστηκαν. Αλλαγή πορείας για Παπαγεωργίου. Εφημέρευε. Νευρικό κλονισμό είπαν στους νοσηλευτές όταν έφτασαν. Υπό κράτηση. Θα έρθουμε μαζί σας. Στα εξωτερικά τού έκαναν μια ηρεμιστική ένεση. Αποκοιμήθηκε αμέσως. Τον πήγαν συνοδεία σε δωμάτιο και του πέρασαν χειροπέδες ασφαλισμένες στο κρεβάτι.

Η υπερπροσπάθεια να το ανεβάσει στο διάζωμα τον εξόντωσε. Με ήδη σπασμένα νεύρα τσάκισε. Απ’ την υπερπροσπάθεια δεν είδε ένα αυτοκίνητο που ερχόταν στο ανέβασμα. Στην κίνηση να το κατεβάσει ομαλά στην αντίθετη κατεύθυνση το αυτοκίνητο ίσα που ακούμπησε την μηχανή και την έσπρωξε να πέσει. Μαζί της και τον Κώστα. Ένα τσιριχτό και απότομο φρενάρισμα από πιο μπροστά και δυο μεσήλικες πετάχτηκαν πανικόβλητοι. Φωνές, μπινελίκια, βρισιές, το κινητό… να πάρουμε αστυνομία. Στο άκουσμα ο Κώστας πετάχτηκε όρθιος. Είμαι καλά, είμαι καλά… Έτσι ξέπνοος δεν ακούστηκε. Τον πλησίασαν, αφού πρώτα έδωσαν ακριβή θέση στην αστυνομία. Εκείνος συνέχισε να λέει πως ήταν καλά. Είχε την αίσθηση πως φώναζε, αλλά ίσα που ακουγόταν. Ένας απ’ τους μεσήλικες πλησίασε το αυτί του σχεδόν στο στόμα του Κωστάκη για να τον ακούσει. Αφού κατάλαβε τι έλεγε ο μικρός, βάλθηκε να τον καθησυχάσει. Δεν πειράζει, καλύτερα να έρθουν, αφού είσαι και καλά… Η μηχανή εντάξει; Μια χαρά, τους διαβεβαίωσε. Τους πήρατε; Έρχονται. Άρχισε να χτυπιέται και να φωνάζει. Οι μεσήλικες τα ’χασαν. Κι όταν έφτασε να τους απειλεί, τον έπιασαν κι οι δυο και τον έριξαν μέσα στο αυτοκίνητο. Περίμεναν.

Το Α.Τ. Λαμίας ήταν άδειο. Οδήγησαν τον Κώστα σε ένα δώμα του ισογείου και τον κλείδωσαν εκεί, αφού του πήραν κινητό και ταυτότητα, δίπλωμα κ.λπ. Τους δυο μεσήλικες τους οδήγησαν σε ένα ξενοδοχείο, με την εντολή να εμφανιστούν το πρωί στον διοικητή για κατάθεση. Αν διαφύγουν, το βράδυ θα έχουν κυρώσεις. Αυτή ήταν η εντολή του διοικητή, που τον είχαν ξυπνήσει χαράματα. Το πρωί…

Ο διοικητής, παλιά πουτάνα στο κουρμπέτι. Στέλεχος της ασφάλειας στην Αθήνα για χρόνια. Με μεγάλες επιτυχίες στο παλμαρέ του. Λίγο πριν τη σύνταξη κατάφερε να πετύχει μια μετάθεση κοντά στη γενέτειρά του, για να τελειώσει ήρεμα την πολυτάραχη καριέρα του. Είχε πάει απ’ τις έξι και έψαχνε στοιχεία για τον νεαρό και τους άλλους δύο. Βρήκε τα σήματα για την αναζήτηση του Κ. Αζουτζίδη. Έκανε τηλέφωνα. Έμαθε για τον πατέρα. Το πρωί ακόμα δεν είχε ξυπνήσει. Για τη μάνα. Άρα οι συνάδελφοι από πάνω δεν ήξεραν τίποτα. Τους είπε πως κρατούσε τον υιό Αζουτζίδη. Θα έστελναν κλούβα να τον παραλάβει. Ζήτησε άδεια προανάκρισης. Θα τους έβγαζε κι από έναν κόπο παραπάνω, αν τον άφηναν να κάνει τη δουλειά του. Δεν τον ήξεραν. Δεν τον εμπιστεύονταν. Αλλά άμα ήταν να γλιτώσουν δουλειά, γιατί όχι.

Λίγο πριν πλακώσουν τα μεσήλικα, μπήκε στο δώμα όπου τον κρατούσαν. Άυπνος ο μικρός. Ξεθωριασμένος. Κάτασπρος. Ο διοικητής έβγαλε το κινητό του και το άφησε στο τραπέζι. Είχε ρυθμίσει ήδη την ηχογράφηση. Μπροστά του πήρε τηλέφωνο και του παράγγειλε μπρέκφαστ αγγλικό. Ο Κωστάκης τα ’χασε. Τον ρώτησε αν καπνίζει. Λίγο, του απάντησε, γιατί ο μπαμπάς δεν επιτρέπει. Δεν πειράζει, τον καθησύχασε, δε σε βλέπει τώρα. Κάνε τσιγάρο, του ’πε και του πάσαρε τα Ντάνχιλ του, ξεκλειδώνοντας τη χειροπέδη. Το πρώτο το ρούφηξε σε δυο λεπτά. Άναψε κι άλλο. Ήρθε και το μπρέκφαστ. Ξεκίνα να τρως. Όλο δικό σου. Και λέγε μου… Πάνω που έπεσε με τα μούτρα, σταμάτησε απότομα. Τι να σου πω; Όλη την αλήθεια, για το πώς βρέθηκες με παπάκι, βραδιάτικα, μετά τη Λαμία… Ο Κώστας ανάσανε και συνέχισε να μασάει ένα κρουασάν που ’χε μασαμπουκώσει ολόκληρο σχεδόν. Είχε πάνω από τρεις ώρες το ξημέρωμα να καταστρώσει την ιστορία που θα τους έλεγε. Παραλίγο όμως να πνιγεί, όταν ο διοικητής τού ’πε πως ο πατέρας του τα ξέρασε όλα.

Αποκλείεται, ψέλλισε με γεμάτο στόμα. Ο διοικητής τού ’δειξε το παράθυρο και σηκώθηκε να φύγει. Αν δε με πιστεύεις, σε λίγο θα καταφθάσει μια κλούβα από Θεσσαλονίκη να σε παραλάβει για δικαστήριο και μπουντρού. Τα ξέρουν όλα. Και θα σε περιποιηθούν καταλλήλως απ’ τη στιγμή που θα σε παραλάβουν μέχρι και την τελική δίκη. Η μάνα σου πέθανε. Κι ο πατέρας σου ομολόγησε. Οπότε, αν θες να με κάνεις να κάνω βόλτες τους ορόφους εδώ μέσα, με γεια σου…

Ο Κωστάκης κόντεψε να λιποθυμήσει. Ο διοικητής τον άρπαξε αμέσως και τον τίναξε δυνατά όρθιο. Τον άφησε ξέπνοο στη θέση του και περίμενε ν’ αρχίσει να κελαηδάει. Δεν άργησε…

Οι αστυνομικοί στη μεταγωγή βαριόντουσαν οικτρά. Ραδιόφωνο χαλασμένο, κουβέντες bigbrother-στρατώνα εξαντλημένες, ο συνοδηγός, ένας νέος αστυφύλακας, βούτηξε τον απομαγνητοφωνημένο φάκελο της προανάκρισης κι άρχισε να διαβάζει. Πέρασε διαγώνια τις ερωταπαντήσεις της ανάκρισης του διοικητή και πήγε απευθείας στα συμπεράσματα. Είχε ακούσει για τον διοικητή Λαμίας, τι σόι μάρκα ήταν. Διάβασε φωναχτά.

Εκ των ανωτέρω και συνοψίζοντας, ο κατηγορούμενος Κώστας Αζουτζίδης, ανήλικος, αφού συνήλθε απ’ την παρ’ ολίγον λιποθυμία του και αλλάζοντας στάση, μου επετέθη λεκτικά καθυβρίζοντάς με και απειλώντας με, σε φανερή παράκρουση, ουρλιάζοντας και σε έκσταση, σε σημείο που αναγκάστηκα να του ξαναφορέσω τις χειροπέδες με τη βοήθεια του αστυνομικού οργάνου που είχα αναθέσει τη φύλαξή του, ομολόγησε τα ακόλουθα, πάντα στον ίδιο τόνο και ύφος, δίχως την παραμικρή διάθεση ενοχών διά το έγκλημά του: α) πως διατηρούσε αιμομικτική και παρά φύσιν σχέση με τον πατέρα του που τον λάτρευε με πάθος, όπως και ο πατέρας αυτόν, β) πως η μητέρα του, Χρυσούλα Αζουτζίδη, είχε αντιληφθεί τη σχέση τους, τους είχε μάλιστα παραφυλάξει και συλλάβει σε ερωτικές περιπτύξεις προ καιρού και ήθελε τη διακοπή της σχέσης αυτής. Το επεδίωκε με καβγάδες και απειλές πως θα τους καταδώσει και θα τους διασύρει στην κοινωνία, αν δεν διέκοπταν, γ) ο πατέρας του θύτη, Γεώργιος Αζουτζίδης, μεγαλοστέλεχος κορυφαίου ασφαλιστικού γραφείου στην πόλη σας με έδρα το Λονδίνο, δεν ήθελε να βλάψει τη γυναίκα του ενώ ο κατηγορούμενος επέμενε να τη σκοτώσει ο ίδιος για να τη βγάλουν απ’ τη μέση και «να ζήσουν τον έρωτά τους ελεύθερα, με νέες ταυτότητες, που δε θα αποκάλυπταν την πραγματική τους σχέση, στο εξωτερικό» δ) ο κατηγορούμενος καταλάβαινε πως και ο πατέρας του, μολονότι ήταν αντίθετος με τη δολοφονία της συζύγου του, δεν έβλεπε κάποια άλλη λύση και γι’ αυτό άφηνε να γίνονται αυτοί οι ακραίοι καβγάδες ε) πως αυτός ο ίδιος φρόντιζε να ανεβαίνουν οι εντάσεις των καβγάδων με τη μητέρα του προκαλώντας την πολλές φορές, με διάφορους τρόπους, γνωρίζοντας πως κάποια στιγμή θα ξέφευγαν τα πράγματα, όπως κι έγινε, και τέλος στ) πως ο πατέρας του μετά τον τελευταίο ξυλοδαρμό της μάνας του κατηγορούμενου και συζύγου του, έπρεπε να φτιάξει ένα σχέδιο, γι’ αυτό και τον ακολούθησε, δήθεν κυνηγώντας τον, στην πραγματικότητα όμως για να του δώσει λεφτά και να φύγει με ΚΤΕΛ για Αθήνα, να κρυφτεί κάπου μέχρι να ετοιμάσει εκείνος όλα τα υπόλοιπα απ’ εκεί και να διαφύγουν αργότερα με πλαστές ταυτότητες στο εξωτερικό. Ο ίδιος αποφάσισε να φύγει με το μηχανάκι, φοβούμενος την επικινδυνότητα του ΚΤΕΛ. Σχετικά με την τελευταία παραδοχή του κατηγορούμενου, όπως διαφαίνεται και από τα άνωθι, δεν είναι απολύτως ξεκάθαρη, αφού πλέον βρισκόταν φανερώς σε παραλήρημα και ο λόγος του δεν έχει σχεδόν κανέναν ειρμό.

Ο Γεώργιος Αζουτζίδης, όταν συνήλθε απ’ τον ηρεμιστικό ύπνο και πληροφορήθηκε απ’ τους αστυνομικούς πως ο γιος του συνελήφθη και ομολόγησε, έκανε μια κίνηση να σηκωθεί και να κινηθεί προς το παράθυρο. Εννοείται πως οι αστυνομικοί τον πρόλαβαν…

Keywords
εκαβ, γκολφ, θεατρο, διοδια, θεσσαλονικη, σεα, λαμια, αθηνα, θες, γεια, καιρος, λύση, κτελ, συλληψεις, εθνικη τραπεζα, κινηση στους δρομους, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, τελος ακινητων, Καλή Χρονιά, αλλαγη ωρας 2012, σχεδιο αθηνα, νεος παπας, αμα, αστυνομικο τμημα, χιουνται, κοινωνια, μιλα, δυνατα, αδεια, αστυνομια, αυτοκινητο, βρισιες, γυναικα, δουλεια, εδρα, εθνικη, εκαβ, ηχος, καριερα, κινητα, λονδινο, μητερα, ραδιοφωνο, ρωτησε, σηματα, σινεμα, τηλεφωνο, αιμα, αυτι, αυπνος, αχνα, βγαινει, βενζινη, βοηθεια, βραδυ, γεια, γινονται, δικη, διοικητης, δωσει, διπλωμα, δωμα, εγινε, ειπαν, ειπε, εκσταση, εξι, επρεπε, ερχεται, ερχονται, εφυγε, ζαλαδα, ιδια, ιδιο, υπνο, ηρεμιστικο, υφος, θες, θυελλα, ηρεμα, ηχο, ηχογραφηση, γκολφ, κυνηγι, κινητο, κινηση, κουζινα, κυρια, κι αλλο, κρουασαν, λεφτα, λύση, λιποθυμια, μαζα, νευρα, νυχτα, ξενοδοχειο, ξερετε, ξημερωμα, ομαδα, παντα, οχημα, παθος, παμε, πεθανε, πρωι, σεα, σιγουρα, συνταξη, σοι, στομα, σχεδιο, ταυτοτητα, ταυτοτητες, τμημα, τρια, τσιγαρο, τσιγαρα, φαναρι, φυσικα, φτανει, φορα, χαρα, ωρες, δωματιο, ερωτησεις, κρεβατι, κωστας, μπροστα, τρελος, χειροπεδες
Τυχαία Θέματα