VW Scirocco Bi-Motor: ένα θηρίο 360 ίππων με δύο κινητήρες

Η δεκαετία του 1980 ήταν μια θυελλώδης ​​δεκαετία για την αυτοκινητοβιομηχανία. Οι κατασκευαστές παρουσίαζαν μοντέλα δρόμου με προδιαγραφές αντίστοιχες των αγωνιστικών εκδόσεων, ώστε να πάρουν έγκριση να συμμετάσχουν στους αγώνες. Πρόκειται για τα διάσημα homologation special και μας χάρισαν μερικά μοναδικά κοσμήματα, όπως η Lancia Integrale, τα διάφορα Cosworth, ακόμα και το τετρακίνητο turbo Mazda

323 που είχα για δυόμισι χρόνια. Απότοκο εκείνων των ετών ήταν να περάσουν στα καθημερινά αυτοκίνητα η υπερσυμπίεση κι η τετρακίνηση, με την τελευταία να καθιερώνεται χάρη χάρη στο καινοτόμο σύστημα Quattro της Audi, που της επέτρεψε να κυριαρχήσει στα Rally.
Όμως, ενώ η Audi κι η Porsche έκαναν ήδη πάταγο στον μηχανοκίνητο αθλητισμό, η Volkswagen φλέρταρε επίσης με την ιδέα να ενισχύσει τη δημοτικότητα της μάρκας εισερχόμενος σε μια εργοστασιακή ομάδα στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Rally. Ακολουθώντας τα βήματα της Fiat, μιας άλλης ευρωπαϊκής μάρκας που συμμετείχε με το 131 της Abarth, το αφεντικό της VW Motorsport Klaus-Peter Rosorius ξεκίνησε ένα τρελό project με επίκεντρο τη δεύτερη γενιά Scirocco στις αρχές της δεκαετίας του 1980.


Δεδομένου ότι η διοίκηση του VW Group ήταν δύσπιστη κι απρόθυμη να χρηματοδοτήσει ένα έργο που θα ανταγωνιζόταν άμεσα την Audi, ο Rosorius πήρε την κατάσταση στα χέρια του. Ήταν σαφές ότι για να είναι ανταγωνιστικοί, χρειαζόταν υποχρεωτικά σύστημα τετρακίνησης. Η VW είχε αναπτύξει ένα για το Type 183 ” Iltis” στρατιωτικό όχημα, το οποίο ενέπνευσε την Audi να δημιουργήσει το Quattro. Επιπλέον, ένα Iltis προετοιμασμένο από την Audi είχε κερδίσει το Rally Dakar του 1980, έτσι η τεχνολογία ήταν διαθέσιμη. Ωστόσο, με περιορισμένους πόρους για την προσαρμογή του συστήματος στο Scirocco και την ανάπτυξη ενός κινητήρα αρκετά ισχυρού , το αφεντικό της VW Motorsport έπρεπε να βρει μια πολύ πιο οικονομική ιδέα: αποφάσισε να χρησιμοποιήσει δύο κινητήρες αντί για έναν.

Αν κι η ιδέα φαίνεται τρελή, για τον Rosorius είχε νόημα για τρεις κύριους λόγους: πρώτον, η τοποθέτηση ενός υπάρχοντος τετρακύλινδρου σε κάθε άξονα θα τροφοδοτούσε και τους τέσσερις τροχούς χωρίς να χρειάζεται ένα παραδοσιακό σύστημα 4WD. Δεύτερον, έτσι δε θα χρειαζόταν να εξελίξουν έναν μεγαλύτερο και πιο ισχυρό κινητήρα. Τρίτον, και το πιο σημαντικό, η χρήση ενός ζεύγους υπαρχόντων κινητήρων σήμαινε ότι η κατασκευή τόσο των αγωνιστικών αυτοκινήτωn όσο και των αντίστοιχων εκδόσεων δρόμου θα μείωνε σημαντικά το κόστος.
Με τη βοήθεια του custom κατασκευαστή αμαξωμάτων Kurt Bergmann και μιας μικρής ομάδας μηχανικών της VW, η ιδέα έγινε ένα πλήρως λειτουργικό πρωτότυπο μέσα σε λίγους μήνες. Το πλαίσιο του Scirocco έλαβε δομικές ενισχύσεις, ιδιαίτερα προς τα πίσω, αγωνιστική ανάρτηση της Bilstein και μεγαλύτερα αεριζόμενα δισκόφρενα και στις τέσσερις γωνίες. Οι κινητήρες του πρωτότυπου ήταν πανομοιότυποι τετρακύλινδροι 1.6 λίτρων από Golf GTi πρώτης γενιάς. Απέδιδαν μόνο 110 ίππους ο καθένας, ανεβάζοντας τη συνολική ισχύ στους 220 ίππους. Ωστόσο, οι μηχανικοί ήταν βέβαιοι ότι η συνδυασμένη ισχύς θα μπορούσε εύκολα να υπερβεί το όριο των 300 ίππων με κάποιες βελτιώσεις.
Για να λειτουργήσουν όλα, η ομάδα ανέπτυξε ένα πολύπλοκο σύστημα που ονομαζόταν E-Gas που συγχρόνιζε τόσο τους κινητήρες, όσο και τα κιβώτια ταχυτήτων. Επομένως, σε αντίθεση με το τρελό δικινητήριο Hurst Hairy Olds της δεκαετίας του 1960, ένα μόνο σετ πεντάλ και ένας επιλογέας ταχυτήτων χρησιμοποιήθηκαν για τον έλεγχο του Bi-Motor ‘Rocco.
Το πρωτότυπο αποκαλύφθηκε στη διοίκηση της VW το 1983. Έμειναν εντυπωσιασμένοι με το project, ειδικά επειδή αναπτύχθηκε με ελάχιστους πόρους, οπότε αυτή τη φορά δόθηκε το πράσινο φως στον Rosorius για να το πάει ένα βήμα παραπέρα. Αν κι οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων του Ομίλου VW αρχικά ήταν απρόθυμοι να ανταγωνιστούν την Audi στους ανώνες, τελικά το Quattro κυριάρχησε απέναντι στον πισωκίνητο ανταγωνισμό. Η Audi λοιπόν δεν κινδύνευε πια, οπότε η διοίκηση σκέφτηκε ότι εάν ένα οικονομικό αυτοκίνητο με το σήμα VW συμμετείχε στους αγώνες, θα βοηθούσε στην ενίσχυση της φήμης της μάρκας χωρίς να επηρεάσει δραστικά τις πωλήσεις του Quattro.
Ως εκ τούτου, ο Rosorius κι η ομάδα του ανέλαβαν να εξελίξουν κι ένα δεύτερο πρωτότυπο. Το αυτοκίνητο ολοκληρώθηκε το 1984 κι έλαβε δύο νέους τετρακύλινδρους 1.8 λίτρων, με πιο ζόρικους εκκεντροφόρους, πολυπετάλουδη εισαγωγή κι αγωνιστικό ψεκασμό καυσίμου της Pierburg. Η ισχύς ανέβηκε στους 180 ίππους ανά μονάδα, δίνοντας στο σύστημα μετάδοσης συνολική ισχύ 360 ίππων. Αυτός ο αριθμός του έδωσε ένα πλεονέκτημα 60 ίππων έναντι του πιο ισχυρού Quattro δρόμου.
Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, αυτό το αυτοκίνητο έλαβε επίσης αρκετές εξωτερικές αναβαθμίσεις που το έκαναν να φαίνεται πολύ πιο επιθετικό από οποιοδήποτε άλλο Scirocco που ήταν διαθέσιμο εκείνη την εποχή. Οι αρχικές δοκιμές ήταν ενθαρρυντικές, το προβλεπόμενο κόστος για μια περιορισμένη σειρά παραγωγής ήταν στοχευμένο κι αρκετές αντιπροσωπείες της VW σε όλο τον κόσμο παρουσίασαν διαφημιστικό υλικό του Bi-Motor σε πιθανούς αγοραστές που έμειναν εκστασιασμένοι.
Δυστυχώς, η VW επέλεξε τελικά να τραβήξει την πρίζα. Οι φήμες είχαν φτάσει στους εσωτερικούς κύκλους της FIA και παρ’ όλο που οι κανόνες έγκρισης των Rally δεν απαγόρευαν ουσιαστικά τη χρήση δύο κινητήρων, το κυβερνών όργανο έστειλε ένα σαφές μήνυμα ότι δε θα επέτρεπε στο Bi-Motor να αγωνιστεί.
Καθώς η συμμετοχή στα Rally ήταν πλέον εκτός συζήτησης, η διοίκηση δεν είδε τον λόγο να μπει ένα τέτοιο μοντέλο στην παραγωγή, έτσι τα δύο πρωτότυπα Scirocco Bi-Motor συνέχισαν να υπάρχουν απλώς ως προωθητικά μέσα, μπαίνοντας τελικά στο μουσείο της εταιρίας.

The post VW Scirocco Bi-Motor: ένα θηρίο 360 ίππων με δύο κινητήρες appeared first on CarTalk.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα