Asterigos: Curse of the Stars | Review

Guilty pleasure ή πραγματικά αξιόλογη εμπειρία; Μερικές φορές οι γραμμές είναι θολές ιδίως σε περιπτώσεις παιχνιδιών που εποφθαλμιούν είδη και τεχνοτροπίες που συνήθως απαντώνται σε μεγάλες παραγωγές, αλλά σπανίως στα indies. Όσον αφορά στο Asterigos: Curse of the Stars, στις πρώτες ώρες πιθανότατα κάποιος να βρεθεί σε δίλημμα σχετικά με την οπτική με την οποία θα το προσεγγίσει.

Εντούτοις, παρά τις διάφορες πτυχές του τίτλου, όπου το χαμηλό

budget και η σχετικά ολιγομελής ομάδα ανάπτυξης δείχνουν τα σημάδια τους, η αλήθεια είναι πως η ταϊβανέζικη Acme Gamestudio φέρνει εις πέρας ένα ιδιαίτερα αξιόλογο action-adventure. Θα μπορούσε κάποιος πολύ εύκολα να του βάλει την ταμπέλα “soulslike”, αλλά δεν θα λέγαμε ότι προσπαθεί να προσφέρει μία ανάλογη εμπειρία αυτού του είδους.

Αν και υπάρχουν ορισμένα προβληματικά στοιχεία σχεδόν σε κάθε τομέα του Asterigos, αυτό δεν στερεί την εικόνα ενός παιχνιδιού που φαίνεται ότι αναπτύχθηκε με όρεξη και μεράκι, κάτι που φαίνεται και στον τομέα του σεναρίου.

Το παιχνίδι μάς γνωρίζει εξαρχής την πρωταγωνίστρια Hilda, η οποία θα βρεθεί στο κατόπι του πατέρα της. Ο τελευταίος έφυγε σε μία στρατιωτική αποστολή, ως επικεφαλής μίας ομάδας πολεμιστών, που θα τον φέρει στη μυστηριώδη πόλη Aphes. Το ζητούμενο της αποστολής θα το μάθουμε σταδιακά, αλλά στο μεταξύ η Hilda θα σταλεί από τον βασιλιά της προς τον εντοπισμό του πατέρα της και των στρατιωτών του, ώστε να μάθει τι απέγιναν έπειτα από την πολύμηνη απουσία τους.

Σύντομα θα μάθουμε ότι η Aphes έχει προσβληθεί από μία κατάρα (του Asterigos όπως ίσως θα καταλάβει ένας παρατηρητικός…). Οι κάτοικοι της Aphes, όντας κατιτίς άπληστοι, θέλησαν να αξιοποιήσουν μία μυστήρια μαγική πηγή, η οποία έφερε την αθανασία σε διάφορους πολίτες, αλλά, παράλληλα, μεταμόρφωσε άλλους σε τέρατα.

Είναι μία σεναριακή βάση που θα μπορούσε να την παραλληλίσει κάποιος με αυτήν του Bioshock, αν και αυτές οι ομοιότητες παραμένουν (ευτυχώς) μόνο σε επιφανειακό επίπεδο, δεδομένου ότι το Asterigos σαφέστατα ακολουθεί διαφορετική σεναριακή πορεία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι εμείς ερχόμαστε σε αυτήν την πόλη αφού έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια από την αρχή αυτής της κατάρας, η οποία μάλιστα βρίσκεται για ανάλογο χρονικό διάστημα σε καθεστώς στρατιωτικού νόμου.

Το lore χτίζεται σταδιακά μέσω διαλόγων με πολλαπλούς χαρακτήρες καθώς και από το διάβασμα δεκάδων εγγράφων που βρίσκουμε διάσπαρτα στην Aphes. Η αλήθεια είναι ότι σε πολλά σημεία το exposition είναι περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε, καταλήγοντας να δείχνει ως φλύαρο, κάτι στο οποίο δεν βοηθάει ότι στην πλειοψηφία των διαλόγων δεν υπάρχουν ηχογραφημένες φωνές.

Παρόλα αυτά, το σενάριο παρουσιάζει ένα σχετικό ενδιαφέρον για όποιον αποφασίσει να σφίξει τα δόντια του και να επιδοθεί σε εκτενές διάβασμα, χτίζοντας ένα προσεγμένο lore. Μπορεί να μην προσφέρει ιδιαίτερες εκπλήξεις στα πλαίσια μίας fantasy εξιστόρησης, αλλά, για να είμαστε ειλικρινείς, πιάσαμε τον εαυτό μας να ενδιαφέρεται πραγματικά για τη μοίρα των διαφόρων χαρακτήρων, όπως αποτυπώνεται μέσω του φροντισμένου επιλόγου.

Έχει ένα κάποιο “γούστο” επίσης πως το Asterigos αντλεί σε μεγάλο βαθμό την έμπνευσή του από την αρχαιοελληνική μυθολογία -και όχι μόνο- με έναν μάλλον εκκεντρικό τρόπο. Θα δείτε διάσπαρτα ελληνικά ονόματα σε δεκάδες χαρακτήρες καθώς και χτίσματα που εμπνέονται φανερά από τη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική. Περιέργως όμως η έμπνευση παραμένει σε εντελώς επιφανειακό, επιδερμικό επίπεδο, καθώς δεν υπάρχει η παραμικρή νύξη σε ελληνικούς ή ρωμαϊκούς μύθους και πρόσωπα. Ως ένα σημείο δηλαδή θα μπορούσε να πει κάποιος ότι σε κάποιον από την ομάδα ανάπτυξης απλά άρεσε η προφορά διαφόρων αρχαιοελληνικών ονομάτων.

Ο μεγαλύτερος αντίκτυπος που έχουν οι συγκεκριμένες πηγές έμπνευσης έχει να κάνει τελικά με τον σχεδιασμό ορισμένων εχθρικών πλασμάτων, όπως μινώταυροι και άρπυιες, πλάσματα τα οποία όμως σαν υπόβαθρο δεν έχουν καμία σχέση με τους μύθους από όπου εμπνέονται.

Ανεξαρτήτως του ιστορικού αυτών των αιμοβόρων πλασμάτων, η Hilda είναι εξαρχής πανέτοιμη για να τα αντιμετωπίσει. Η προσέγγιση της Acme Gamestudio στο θέμα του εξοπλισμού ακολουθεί μία εναλλακτική πορεία από τα συνηθισμένα, δεδομένου ότι από τα πρώτα λεπτά μάς δίνει και τα έξι όπλα που μπορεί να έχει η πρωταγωνίστρια· ένα σπαθί με ασπίδα, δόρυ, μαχαίρια, σιδερένια περιβραχιόνια, ραβδί για μαγείες και σφυρί.

Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι αυτά τα αρχικά όπλα είναι και τα μοναδικά που θα έχετε σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού, καθώς το μόνο loot σχετικό με τον εξοπλισμό αφορά στις πρώτες ύλες που χρειάζονται για να αναβαθμιστεί ο υπάρχων εξοπλισμός. Εδώ να σημειώσουμε επίσης ότι εξτρά κομμάτια πανοπλιών ή διαφορετικός ρουχισμός απουσιάζουν πλήρως. Το Asterigos -με λίγα λόγια- διατηρεί τα απολύτως βασικά όσον αφορά στην ανάπτυξη της ηρωίδας.

Παρά την έλλειψη διαφορετικών όπλων, το Asterigos δεν υστερεί στο σύστημα μάχης, το οποίο διακρίνεται από ένα σχετικό βάθος. Κάθε ένα όπλο από τα έξι έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες, όπως, λόγου χάρη, το δόρυ που επιτρέπει το parry, το ραβδί που εκτοξεύει μαγικές σφαίρες ή τα περιβραχιόνια που ρίχνουν νάρκες στο έδαφος. Ανά πάσα στιγμή μπορούμε να είμαστε εξοπλισμένοι ταυτόχρονα με δύο από τα έξι όπλα (εννοείται ότι οποιαδήποτε στιγμή μπορούμε να τα αλλάξουμε από το μενού), επιτρέποντας ενδιαφέροντα synergies και συνδυασμούς.

Η χρήση των όπλων είναι αρκετά διαφορετική ώστε κάθε παίκτης να μπορεί να πειραματιστεί για τους συνδυασμούς μέχρι να εντοπίσει το στυλ της μάχης που τον βολεύει. Επιπλέον, το σύστημα των talents, που αποκτούμε ανεβαίνοντας levels, περιέχει ξεχωριστά buffs αλλά και active ικανότητες, ξεχωριστές για κάθε όπλο. Αυτές οι ειδικές ικανότητες είναι ιδιάζουσας σημασίας για την επικράτηση στις μάχες και παρουσιάζουν μία άκρως ικανοποιητική ποικιλία τόσο από passive όσο και από active ικανότητες με ξεχωριστές μορφές επιθέσεων.

Σε γενικές γραμμές, το σύστημα μάχης μπορεί να μην επαναπροσδιορίζει τον τροχό αλλά δεν είχε και ανάγκη να το κάνει, καθώς είναι πραγματικά δουλεμένο αλλά και ένας από τους τομείς που επιτρέπει στο Asterigos να ξεπεράσει το όριο του guilty pleasure, περνώντας για τα καλά στα πλαίσια μίας πραγματικά αξιόλογης εμπειρίας.

Ένα καλό σύστημα μάχης βέβαια δεν αρκεί από μόνο του, αλλά είναι αναγκαίο να συνοδεύεται από ένα ποικίλο και καλοφτιαγμένο bestiary, ένας ακόμα τομέας όπου το Asterigos τα πηγαίνει πολύ καλά. Η ποικιλία των εχθρών που θα βρεθούν στον δρόμο μας είναι χορταστική και ανάλογη με την εκάστοτε διακριτή περιοχή. Η αντιμετώπισή τους θέλει αρκετά καλά αντανακλαστικά, με την πρόκληση γενικά να κυμαίνεται σε ψηλά επίπεδα αλλά χωρίς ποτέ να στοχεύει σε soulsborne μονοπάτια (και αυτό βέβαια δεν το αναφέρουμε για αρνητικό).

Η χρήση του dodge (ή του block αν έχετε το σπαθί και την ασπίδα) είναι επιτακτική αλλά δεν λείπουν και τα σημεία όπου θα τα περάσετε σχεδόν σαν να το προσεγγίζετε ως hack ‘n slash. Ανάλογος βαθμός πρόκλησης υπάρχει και στη μεγάλη ποικιλία των bosses, τα οποία διατηρούν την υψηλή πρόκληση, αλλά δίχως και να προσπαθούν να σας… γονατίσουν. Τα boss fights είναι γενικά καλοφτιαγμένα και με όμορφο σχεδιασμό, κλείνοντας ωραία το κάθε ξεχωριστό και ευμέγεθες quest.

Δυστυχώς όμως δεν λείπουν διάφορα στραβοπατήματα, που θα έλεγε κανείς ότι είναι και προϊόν απειρίας ή ελλιπούς testing. Ένα βασικό θέμα αφορά στη δομή της περιπέτειας. Η έκταση της Aphes είναι ενιαία, άνευ οποιουδήποτε loading μεταξύ των επιμέρους περιοχών, έχοντας τη βάση των φιλικών Aristoi (η υψηλή τάξη της Aphes) ως ορμητήριο για τις αποστολές.

Να τονίσουμε εδώ ότι το Asterigos δεν ακολουθεί την open-world προσέγγιση. Αντιθέτως, ακολουθεί τη λογική των soulsborne, όπου βρίσκουμε μπροστά μας πολυάριθμες διακλαδώσεις που μας οδηγούν σε διαφορετικά τμήματα της πόλης. Απόρροια αυτού, ιδίως στα αρχικά στάδια, είναι ότι βρισκόμασταν συχνά σε σημείο να νοιώθουμε πραγματικά χαμένοι.

Οποιαδήποτε μορφή χάρτη απουσιάζει και ο σχεδιασμός είναι σε σημεία τόσο επαναλαμβανόμενος σε assets, άνευ σημείων ενδιαφέροντος, νοιώθοντας συχνά ότι βρισκόμαστε σε έναν λαβύρινθο που δεν ξέρουμε ακριβώς πού πάμε και αν έχουμε πάρει σωστή πορεία. Η αλήθεια είναι ότι τελικά δεν φτάσαμε σε κάποιο σημείο που να χαθούμε πλήρως, αλλά η αίσθηση του μπερδέματος ήταν κάτι που ερχόταν σε πάρα πολλές περιπτώσεις, αφήνοντας μία αρνητικά αγχωτική γεύση στην περιήγησή μας.

Εδώ επίσης έρχεται ένα ακόμα αρνητικό στοιχείο, αυτό της απουσίας fast travel για περισσότερη από τη μισή διάρκεια του campaign. Στο πρώτο μισό του παιχνιδιού η μόνη δυνατότητα fast travel είναι αυτή της επιστροφής στη βάση, αλλά χωρίς να έχουμε την επιλογή να επιστρέψουμε στο σημείο που ήμασταν. Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχει έντονο backtracking, όταν μετά τη λήψη της επόμενης αποστολής στη βάση πρέπει και πάλι να περάσουμε αχρείαστα από τις ίδιες περιοχές προτού φτάσουμε στο επόμενο objective.

Το παραπάνω δυσχεραίνεται από το σύστημα γιατρειάς του Asterigos. Η Hilda μπορεί να έχει έως 20 γιατρικά πάνω της, τα οποία όμως δεν αναπληρώνονται όποτε πεθαίνει. Υπήρξαν δύσκολα σημεία που μας οδηγούσαν στο μηδενισμό των γιατρικών. Με το farming να είναι πρακτικά ανύπαρκτο στις περισσότερες περιοχές, η μόνη λύση ήταν να επιστρέψουμε στη βάση για να αγοράσουμε/ στοκάρουμε σε γιατρικά.

Η έλλειψη του fast travel σήμαινε ότι έπειτα από την επιστροφή στη βάση έπρεπε να επαναλάβουμε όλον τον ποδαρόδρομο (συνοδευόμενο βέβαια από την επανεμφάνιση των εχθρών) μέχρι να φτάσουμε το δύσκολο σημείο όπου ήμασταν, κάτι που αναπόφευκτα οδηγούσε στον εκνευρισμό αλλά και στην πτώση του ρυθμού.

Αυτά τα θέματα ρίχνουν κάπως τη συνολική εικόνα του Asterigos, αλλά δεν θα λέγαμε σε σημείο όπου να αντιστρέψουν τη -γενικότερα- αξιοπρεπέστατη εμπειρία. Εδώ να αναφέρουμε ότι σε οπτικό επίπεδο θα πρέπει να περιμένει κανείς ένα παιχνίδι που δεν διεκδικεί δάφνες, έχοντας μείνει τεχνολογικά αρκετά χρόνια πίσω.

Εικαστικά δεν προσφέρει κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί, δεδομένου ότι εμπνέεται μάλιστα από πολιτισμούς και μυθολογίες που έχουν προβληθεί στα βιντεοπαιχνίδια με πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα. Παρόλα αυτά, παραμένει καλαίσθητο, παρά τους διάφορους περιορισμούς του.

Εν κατακλείδι, το Asterigos αποτελεί μία τιμιότατη και άκρως χορταστική προσθήκη στο είδος (θα χρειαστείτε 30 ώρες τουλάχιστον για να φτάσετε στους τίτλους τέλους). Ναι μεν δεν κρύβει την indie φύση του σε διάφορους τομείς, αλλά από την άλλη προσφέρει ένα δουλεμένο σύστημα μάχης, πλήρες bestiary και ένα σενάριο που παρότι συχνά φλύαρο, τελικά με σχεδόν “ύπουλο” τρόπο μάς κάνει να ενδιαφερθούμε για τη μοίρα χαρακτήρων, σχεδόν χωρίς να το καταλάβουμε. Οι φίλοι των action-adventure, που θα μπορέσουν να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους, πιστεύουμε ότι θα βρουν μία ενδιαφέρουσα πρόταση.

Το Asterigos: Curse of the Stars κυκλοφορεί από τις 11/10/22 για PS5, PS4, PC, Xbox Series και Xbox One. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για PC, με review code που λάβαμε από την Acme Gamestudio.

The post Asterigos: Curse of the Stars | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα