No Son of Mine | Review

Κάθε φορά που έρχεται η ώρα να κρίνεις ένα ανεξάρτητο παιχνίδι τόσο χαμηλού προϋπολογισμού, στο μυαλό σου ξεπηδούν τα ίδια και τα ίδια διλήμματα που έχουμε αναφέρει επανειλημμένως, οπότε θα τα προσπεράσουμε για να μην κουράζεται κανείς μας από την επανάληψη και θα καταλήξουμε κάπου κλείνοντας. Το No Son of Mine λοιπόν, είναι ένα ακόμα indie horror παιχνίδι από την φαρέτρα της Πολωνικής Feardemic, που έχει αποφασίσει να πάρει παραμάσχαλα το συγκεκριμένο

genre και να πορευτεί στο άγνωστο, με βάρκα τη μετριότητα. Στην παρούσα περίπτωση βέβαια, τα πράγματα ήταν αισθητά καλύτερα από την τελευταία μας συνάντηση, οπότε πρέπει να της το αναγνωρίσουμε κι αυτό.

Η ιστορία μας ξεκινάει με μερικά σύντομα καρέ κόμικ και με τον ίδιο τρόπο θα ολοκληρωθεί κιόλας. Λογική και σταθερή επιλογή όταν έχει τόσο περιορισμένους πόρους, παρ’ όλα αυτά, δεν παύει να δείχνει εξαιρετικά παράταιρο και εκτός πνεύματος σε σχέση με την αισθητική και την ατμόσφαιρα του υπόλοιπου παιχνιδιού.

Σε αυτά τα πρώτα καρέ, συναντάμε έναν ερευνητή της αστυνομίας να μελετάει μια υπόθεση όταν δύο κόκκινα μάτια ξαφνικά τον καταλαμβάνουν με κάποιο τρόπο. Την επόμενη στιγμή, έχουμε μεταφερθεί σε ένα σκοτεινό και δωμάτιο απ’ όπου θα αρχίσει η εξερεύνηση και η εξύφανση της ιστορίας μας.

Ό,τι πρόκειται να μάθουμε από εδώ και πέρα, είναι μέσα από περιορισμένα σημειώματα που θα ανακαλύπτομε σε διάφορα σημεία του παιχνιδιού. Προς τιμήν του όμως, στο τέλος όλα βγάζουν νόημα, τα πάντα απαντώνται ξεκάθαρα και κάνουν και μια προσπάθεια να δώσουν μια ανατροπή και έκπληξη. Όχι κάτι που δεν έχουμε δει δεκάδες φορές, αλλά τουλάχιστον προσπαθεί φιλότιμα.

Το παιχνίδι χωρίζεται σε τρεις πίστες/ περιοχές -δύο κλειστές και μια ανοιχτή- και μοιράζει το gameplay του σε survival, action και ολίγη από γρίφους. Πρακτικά, αυτό μεταφράζεται στο ότι καθ’ όλη τη διάρκεια υπάρχει ένας εχθρός που θα εμφανίζεται κατά πάνω μας οποιαδήποτε, φαινομενικά, στιγμή, που στην πραγματικότητα είναι προκαθορισμένα σημεία.

Εκεί εμείς πρέπει να επιλέξουμε αν θα κρυφτούμε στις αμέτρητες πανομοιότυπες ντουλάπες που υπάρχουν διασκορπισμένες στον κόσμο του παιχνιδιού εκτελώντας τον βασιλιά των QTEs, να σταματήσουμε δηλαδή μια μπάρα στο σωστό σημείο ή να πυροβολήσουμε το πλάσμα που μας κυνηγάει, με ένα όπλο που εκτοξεύει ακτίνες φωτός και ακούει στο όνομα Cool Boy 9000.

Αυτό όμως έχει και κάποιες παραμέτρους που απαιτούν ένα τρόπον τινά στρατηγικό παίξιμο. Όταν πλησιάζει το “κακό”, τα φώτα σβήνουν και ανάβει ένα λαμπάκι στο όπλο, οπότε πρέπει εκεί να αποφασίσεις τι θα κάνεις. Κατόπιν, πρέπει να ενεργοποιήσεις ένα κόκκινο φίλτρο, για να δεις τον εχθρό, αλλά το φίλτρο κρατάει κάποια δευτερόλεπτα, ενώ η ακτίνα που εκτοξεύουμε, έχει χρόνο επαναφόρτισης, πράγμα που μας επιτρέπει ουσιαστικά μια βολή τη φορά.

Υπάρχουν και κάποια έξτρα “πυρομαχικά” διάσπαρτα, λίγη αναπλήρωση ενέργειας, ενώ στη συνέχεια, μπορείς να τα αναβαθμίσεις από μία φορά το καθένα, ενώ ξεκλειδώνει και η δυνατότητα να παγώνεις λίγο τον χρόνο πριν την επίθεση. Στο σύνολό του, δεν είναι απαραίτητα κακή ιδέα, ούτε τόσο κακή εκτέλεση, αλλά περισσότερο θα λέγαμε λίγο αντικλιματική σε σχέση με το γενικότερο ύφος και με κάπως άτσαλα εκτελεσμένη στόχευση, ιδίως στην έκδοση του Switch που δοκιμάσαμε.

Στο PC θα είναι σαφώς βελτιωμένη λόγω της χρήσης ποντικιού. Καθώς ο εχθρός μπορεί να έρθει από οποιοδήποτε σημείο και δεν μπορείς να ξέρεις προς τα που να κοιτάξεις, ενώ ο χρόνος που διαρκεί το κόκκινο φίλτρο μπορεί να περάσει και ο αντίπαλος να εμφανιστεί κατόπιν, οδηγώντας σε “άδικο θάνατο”.

Πράγμα, αρκετά ενοχλητικό που μοιραία θα οδηγήσει στην κλασική και κουραστική trial and error τακτική, όπου μετά από αλλεπάλληλους θανάτους, απλά μαθαίνεις από ποια μεριά έρχεται ο εχθρός και είσαι έτοιμος. Μάλιστα, φτάνοντας προς το τέλος του παιχνιδιού θα γίνεται όλο και πιο έντονο, με αποκορύφωμά την “τελική μάχη”. Εκτός από το ακατέργαστο σύστημα μάχης βέβαια, τη ζωή μας θα δυσκολέψει και ο σχεδιασμός του παιχνιδιού. Ατελείωτοι διάδρομοι, ίδιοι μεταξύ τους και απόλυτο σκοτάδι.

Η πλοήγηση, η ανακάλυψη και η γενικότερη κίνησ;h μας στους χώρους, καταντάει άμεσα βασανιστική, ακόμα και με τη χρήση του φακού. Η επιλογή για ένα τόσο σκοτεινό παιχνίδι σε συνδυασμό με τη χαμηλή ανάλυση, τους κακούς φωτισμούς, τη φτωχή απεικόνιση στο σύνολο του παιχνιδιού και την επανάληψη σε όλα τα assets, ελέω χαμηλού budget, κάνουν την περιήγηση πραγματικό Γολγοθά και αποτελεί ίσως την μεγαλύτερη πρόκληση του τίτλου.

Επανερχόμαστε πάλι λοιπόν στους ίδιους προβληματισμούς που έχουμε πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις και αναφέραμε και στην αρχή: Πώς προσεγγίζεις ένα παιχνίδι που στους τίτλους τέλους αντικρίζεις μόνο δύο ονόματα; Ένας άνθρωπος είναι ο writer and developer και άλλος ένας ο συνθέτης που έγραψε την όμορφη και ατμοσφαιρική μουσική.

Για έναν άνθρωπο, το No Son of Mine αποτελεί εντυπωσιακή δημιουργία, ειδικά αν αναλογιστούμε τι έχουν δει τα μάτια μας ανά τα χρόνια. Υπάρχει μια σχετικά καθηλωτική ατμόσφαιρα στο παιχνίδι, έχει αρχή, μέση και τέλος, λειτουργεί σωστά (σημαντικό για την κατηγορία) και προσπαθεί να χωρέσει μέσα του όσο περισσότερα πράγματα μπορεί.

Από την άλλη, δεν παύει να είναι ένα ακόμα μέτριο και φτωχό παιχνίδι που κάνει τα βασικά και δεδομένα, και μάλιστα, χωρίς τα καλύτερα αποτελέσματα τις περισσότερες φορές. Ένας ακόμη indie horror τίτλος που κάνει ό,τι ακριβώς και οι δεκάδες υπόλοιποι που έχουν μπουκώσει την κατηγορία τα τελευταία χρόνια.

Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψιν λοιπόν, καταλήγουμε στο ότι το No Son of Mine αποτελεί ένα παιχνίδι που δεν μπορεί να ξεφύγει από την συνηθισμένη μετριότητα του υποείδους που υπηρετεί. Πίσω από τις σκοτεινές εικόνες του όμως, μπορεί κάποιος να διακρίνει ένα δημιουργικό όραμα που μπορεί στο μέλλον να αποδώσει κάτι καλό.

Το No Son of Mine κυκλοφορεί για τα PS5, PS4, PC και Switch από τις 6/9/23 ενώ για τα Xbox Series και Xbox One από τις 5/10/23. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για το Switch, με review code που λάβαμε από τη Feardemic.

The post No Son of Mine | Review first appeared on GameOver.

The post No Son of Mine | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα