Μία ακόμα φοροεπιδρομή για να καλυφθεί η αποτυχία

Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι ότι κάποιοι φόροι διαφεύγουν, αλλά ότι δεν αξιοποιούνται σωστά οι φόροι που καταβάλλονται

Του Α. Π. Δημόπουλου

Δεν θα μιλήσω για το ηθικό έλλειμμα μιας κυβέρνησης η οποία παραπλανούσε σκοπίμως τους ψηφοφόρους πριν από τις εκλογές ότι δήθεν δεν θα επέβαλλε φόρους, και έρχεται τώρα να επιβάλει ένα βιαιότατο σύστημα αντικειμενικής φορολόγησης. Δεν

θα μιλήσω καν για το διπλό ηθικό έλλειμμα της -χωρίς φραγμούς- δαιμονοποίησης μιας μεγάλης κοινωνικής κατηγορίας, η οποία στήριξε όσο λίγες την κυβέρνηση – σε τελική ανάλυση, εάν υπάρχει κάτι διαχρονικά αναγνωρίσιμο στο DNA της Νέας Δημοκρατίας είναι η αδιαφορία προς όσους παραδοσιακά τη στηρίζουν και η προσήνεια προς όσους της αντιτίθενται (εδώ δεν υπάρχει η ταξική συνείδηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος τουλάχιστον έβαζε φόρους στη μεσαία τάξη για να στηρίζει τα φίλια προς αυτόν «λαϊκά στρώματα»). Ούτε θα μιλήσω για το τεχνικό έλλειμμα του προωθούμενου φοροκλεπτικού «νομοθετήματος» – οριζόντια μέτρα, παράλογες ρυθμίσεις που καταλήγουν να φορολογούν τον τζίρο, πλήρης γελοιοποίηση κάθε είδους συνταγματικών περιορισμών για δίκαιους φόρους. Όσο για το αισθητικό έλλειμμα κεκράκτες των ρυθμίσεων αυτών να είναι συχνά άνθρωποι που δεν έχουν δουλέψει ποτέ, έχοντας υπάρξει παιδιόθεν πολιτικοί μισθωτοί, θα πω μόνο ότι ανακλά το τεχνικό έλλειμμα για το οποίο μίλησα: γιατί μόνο τέτοιοι άνθρωποι μπορεί ποτέ να θεωρούν εύλογες ρυθμίσεις που καταλήγουν να φορολογούν τον τζίρο και να τις υπερασπίζονται, και με αναίδεια κιόλας. Και ο λόγος που δεν θα μιλήσω για όλα αυτά είναι προφανής: στις εκλογές, όσοι σήμερα θίγονται βίαια από τις ρυθμίσεις αυτές, έδεσαν τον κόμπο που έρχεται τώρα να τους κρεμάσει. Τι είδους αλληλεγγύη για όσα οι ίδιοι επέτρεψαν;

Ανταποδοτικότητα

Όμως, εδώ υπάρχει κάτι βαθύτερα διαλυτικό – όλα αυτά για τα οποία έκανα λόγο αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου μόνο. Γιατί, ανεξαρτήτως του τι πράττει η πολιτική, εδώ έχουμε μια κοινωνία που πορεύεται σε άγνοια – ο πραγματικός καθρέφτης δεν είναι οι γελοίες ρυθμίσεις ενός ακόμα φοροκλεπτικού «νομοθετήματος» (δεν είναι η πρώτη, ούτε η τελευταία φορά που γίνονται τέτοια), αλλά το τι αναπαράγεται στα κοινωνικά μέσα και στα μιντιακά εξαπτέρυγα της εξουσίας. Γιατί αυτό που επιτρέπει στον παρασιτισμό της πολιτικής να απομυζά πόρους από την κοινωνία μέσω της κατασκευής «κοινωνικών εχθρών» είναι το γνωστικό και ιδεολογικό μας έλλειμμα. Έτσι, για να ξεκινήσω από το προφανές, σε κάθε χώρα που έχει ανακλαστικά η πάταξη της φοροδιαφυγής έχει, ως συζήτηση, νόημα μόνο εάν έχει προηγουμένως εξασφαλισθεί η ανταποδοτικότητα των φόρων. Γιατί πόσο νομιμοποιημένη είναι η συχνά διαδικαστικά δύσκολη και κοστοβόρα αναζήτηση φόρων που διαφεύγουν, όταν οι ίδιοι οι φόροι που καταβάλλονται οδηγούν στο πουθενά; Θέλω να πω, το μείζον πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα πληρώνουμε πολύ μεγάλους φόρους, την ώρα που λαμβάνουμε πολύ κακές παροχές. Με την έννοια αυτή, οι σταυροφορίες κατά της φοροδιαφυγής (η οποία περιορίσθηκαν δραστικότατα τα μνημονιακά χρόνια) συσκοτίζουν την ουσία. Γιατί το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι ότι κάποιοι φόροι διαφεύγουν, αλλά ότι δεν αξιοποιούνται σωστά οι φόροι που καταβάλλονται.

Χαϊδεύουμε αυτιά

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιοι πρέπει να πληρώνουν φόρους (έστω κακοδιαχειριζόμενους στα χέρια των πολιτικών), ενώ κάποιοι άλλοι θα πρέπει να αφήνονται να φοροδιαφεύγουν – ξεκίνησα, όμως, από αυτό για να δείξω ότι το μείζον είναι να μειώσουμε τη συμβολή όλων μας και όχι να εξαπατώμεθα μέσω ηθικών πανικών ότι δήθεν το φορολογικό χρήμα δεν είναι αρκετό. Το αληθές είναι ότι το κράτος κλέβει τους πολίτες και όχι οι πολίτες το κράτος. Αλλά, δυστυχώς, ακόμα και ως προς το ποιος σηκώνει τα φορολογικά βάρη διαβιούμε εντός των ίδιων ζωτικών ψευδών. Και αναφέρομαι στο μύθευμα ότι στην Ελλάδα τους φόρους τούς πληρώνουν κυρίως μισθωτοί και συνταξιούχοι – τα λεγόμενα «συνήθη υποζύγια» των συστημικών μέσων. Το αληθές όμως είναι ότι, μέσα από τη διαχρονική εφαρμογή του θεσμού του αφορολογήτου, η μεγάλη πλειονότητα μισθωτών και συνταξιούχων δεν πληρώνει τίποτε, η διαφημιζόμενη «συνέπεια» είναι «συνέπεια στο μηδέν». Ποιος πληρώνει πραγματικά; Πρωτίστως, αναλογικά, όσοι δηλώνουν πάνω από 50.000 ευρώ τον χρόνο (είτε μισθωτοί είτε αυτοαπασχολούμενοι ή εισοδηματίες), αυτό το 0,75% του πληθυσμού καταβάλλει το 26% των φόρων στο εισόδημα. Και, σε επίπεδο κοινωνικής κατηγορίας, αυτοί οι εκ νέου διωκόμενοι αυτοαπασχολούμενοι.

Και γιατί δεν διαθέτουν αφορολόγητο και γιατί επιβαρύνονται με κεφαλικό φόρο (τέλος επιτηδεύματος) και γιατί δηλώνουν το μείζον σε σχέση με τον πληθυσμό τους (9,5% των φορολογουμένων, αλλά 20% του φόρου εισοδήματος). Στην Ελλάδα, τα πραγματικά φορολογικά υποζύγια είναι οι λογιζόμενοι «έχοντες» (στην πράξη, όσοι δηλώνουν άνω των 20.000 ευρώ) και οι αυτοαπασχολούμενοι – όλα τα άλλα είναι για να χαϊδεύουμε αυτιά.

Φοροεπιδρομή

Άλλωστε, ότι πάσχουμε κυρίως από ανεπαρκή «διεύρυνση φορολογικής βάσης» αποτελεί την πάγια σε βάρος μας κριτική όλων των εκτός Ελλάδας θεσμών. Ο λόγος, όμως, που οι κατά τα άλλα δουλοπρεπέστατοι προς κάθε εξ Εσπερίας προερχόμενη υπόδειξη ποιούνται την νήσσαν είναι ότι κάθε παραδοχή πως ζούμε σε μια χώρα στην οποία η πλειονότητα των φορολογουμένων δεν πληρώνει στην ουσία τίποτε με κρατική απόφαση, ως «ασθενέστεροι» (γιατί αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα και όχι όποια φοροδιαφυγή), τυγχάνει πολιτικά απαγορευτική. Οπότε, τι κάνουμε αντ’ αυτού; Μία ακόμα φοροεπιδρομή σε βάρος των ιδίων. Όχι για να στηρίξουμε κάποιο φανταστικό «κοινωνικό» κράτος φυσικά, αλλά γιατί η αποτυχία της πολιτικής χρειάζεται δικαιολογίες και λίγα ακόμα ευρώ για να ανατροφοδοτήσει την ψευδαίσθηση ότι, κάποτε, κάτι ίσως γίνει επιτέλους σωστά.

The post Μία ακόμα φοροεπιδρομή για να καλυφθεί η αποτυχία appeared first on antinews.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Μία,mia