Πού θα βγάλει η μάχη με την τρόικα;

Ενώπιον ακόμη ενός ωμού εκβιασμού από τους εταίρους ή μιας χαλαρής πίεσης από την τρόικα; Υπάρχει διάθεση πραγματικής ρήξης κυβέρνησης-τροικανών ή όχι; Είμαστε μπροστά σε ένα θρίλερ με άγνωστη κατάληξη; Θα ναυαγήσουν οι διαπραγματεύσεις ή όχι; Θα αποφασιστούν οδυνηρές λύσεις τώρα ή τα δύσκολα πάνε για αργότερα; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με σαφήνεια για το ποια είναι η αλήθεια και ποιο το ψέμα. Η απάντηση μπορεί να δοθεί ανάλογα από ποια σκοπιά, αναλύει κανείς τη διαπραγμάτευση μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας.

Το σίγουρο είναι ότι η σύμπραξη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ

και της ΔΗΜΑΡ επέφερε μια σχετική αλλαγή του κλίματος, αλλά η προίκα που μας έδωσαν οι πιστωτές είναι μικρή και ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς θέλει μεγαλύτερη.

Και οι τρεις εταίροι της κυβέρνησης θεωρούν ότι η πίεση των πιστωτών καταστρέφει την ψυχολογία στην οικονομική ζωή αλλά και κάθε επενδυτική προοπτική.

Δεν είναι τυχαίο ότι και οι τρεις λένε όχι σε ενδεχόμενο νέο πακέτο μέτρων που δεν απειλεί μόνο το εισόδημα των νοικοκυριών, αλλά και τη συνοχή του κυβερνητικού σχήματος, γι’ αυτό και τα κομματικά επιτελεία επεξεργάζονται πυρετωδώς εναλλακτικές λύσεις και σενάρια.

Η γραμμή Σαμαρά με την οποία συμφωνούν και οι Βενιζέλος και Κουβέλης είναι δικαιότερη κατανομή των βαρών, όσο τουλάχιστον επιτρέπουν τα στενά δημοσιονομικά περιθώρια, καθώς περίπου το 60% των δαπανών του προϋπολογισμού αφορά μισθούς, συντάξεις και επιδόματα.

Για τον λόγο αυτόν μια περαιτέρω επιμήκυνση του προγράμματος μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμο στοιχείο στις διαπραγματεύσεις. Στη συνάντηση που θα έχει ο Αντώνης Σαμαράς με την τρόικα, στις αρχές της εβδομάδας θα θέσει ευθέως την κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας και τις λεπτές ισορροπίες που διέπουν την κυβέρνηση συνεργασίας για θα τους εξηγήσει ότι πρέπει να υπάρξει χαλάρωση και να γίνουν αποδεκτά κάποια μέτρα, όπως π.χ. μείωση στο ΦΠΑ της εστίασης, ενώ θα σημειώσει πως ένα νέο μελλοντικό πακέτο μέτρων δεν είναι πολιτικά υπερασπίσιμο.

Τα μηνύματα από το εξωτερικό δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών: Όλοι θέλουν η χώρα να βιαστεί να δείξει αποτελέσματα. «Τα λόγια πλέον δεν αρκούν» λένε σε Βερολίνο και ΔΝΤ και διευκρινίζουν ότι όλα θα εξαρτηθούν από την πρόοδο στον τομέα των μεταρρυθμίσεων.

Ακόμη και το υπουργείο Οικονομικών προσθέτει τη δική του ζοφερή ψηφίδα στη συνολική εικόνα: «Θα απαιτηθούν μήνες χειροπιαστών αποτελεσμάτων προτού μπορέσουμε να υποβάλουμε οποιοδήποτε ουσιαστικό αίτημα» λένε ανώτατα στελέχη του.

Ο Αντ. Σαμαράς ξέρει ότι έχει λίγους μήνες να πείσει τους δανειστές ότι μπορεί να επαναφέρει σε τροχιά τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, ενώ τον προβληματίζει έντονα το θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Γι’ αυτό και χθες, μεσημέρι του Σαββάτου, έφυγε από την Πολιτική Επιτροπή της ΝΔ για να μεταβεί στο Μέγαρο Μαξίμου να συναντηθεί με τον Γιάννη Στουρνάρα και τον Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιώργο Προβόπουλο.

Εάν δεν πάει καλά η ανακεφαλαίωση των μεγάλων τραπεζών, η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί και τα χειρότερα έρχονται.

Αυτό δεν το θέλουν να το δουν στο Μέγαρο Μαξίμου, ούτε στα πιο εφιαλτικά τους όνειρα, διότι τότε θα ανοίξουν οι πύλες της Κολάσεως και κανείς δεν ξέρει τι θα ξημερώσει.

Το περιβάλλον στην Ευρωζώνη είναι ρευστό και κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει πότε και ποιοι θα περάσουν από το «καθαρτήριο των αγορών» και θα καταλήξουν είτε στην κόλαση της αβεβαιότητας, της βαθιάς ύφεσης και της επιστροφής στα εθνικά νοµίσµατα είτε θα υπερβούν την κρίση και θα επιτύχουν τη διάσωση του ευρώ, τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήµατος και την υποστήριξη της πραγµατικής οικονοµίας.

Η Ελλάδα παραµένει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος καθώς η «διαχείριση της Αθήνας» από τα κέντρα λήψης αποφάσεων είναι βέβαιον ότι, σε συνέχεια όσων διαδραµατίζονται την τελευταία τριετία, θα προκαλέσει συνέπειες – θετικές ή αρνητικές – που θα µεταδοθούν σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Μάρκος Αυρήλιος

Keywords
Τυχαία Θέματα