Θα στηρίξουν η μια την άλλη Ρωσία - Κίνα σε περίπτωση απειλής κυριαρχίας τους

Οι προειδοποιήσεις προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ κατά του ηγεμονισμού και της απόπειρας υπονόμευσης της στρατηγικής ασφάλειας και οι διαβεβαιώσεις Ρωσίας και Κίνας ότι δεν θα ανεχθούν έξωθεν εμπλοκή στα εσωτερικά τους ή προσπάθειες να παρεμποδιστεί η ανάπτυξη των διμερών τους σχέσεων και θα αλληλοϋποστηριχθούν σε περίπτωση απειλής για την κυριαρχία τους, ξεχωρίζουν στην πολυσέλιδη κοινή διακήρυξη, που υπέγραψαν οι Πρόεδροι Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν και Κίνας Σι Τζινπίν κατά την επίσκεψη

του πρώτου στο Πεκίνο με αφορμή τα 75 χρόνια διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών.

Ρωσία και Κίνα είναι έτοιμες «να συνεχίσουν να εμβαθύνουν τη συνολική στρατηγική συνεργασία, να παρέχουν η μία στην άλλη αποφασιστική υποστήριξη στην υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων των ζητημάτων της κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας, της ασφάλειας και της ανάπτυξης, να χρησιμοποιούν ορθολογικά και αποτελεσματικά τα πλεονεκτήματα των δύο χωρών για να κατοχυρώσουν την ασφάλεια και τη σταθερότητα στα κράτη τους, να προωθήσουν την εθνική ανάπτυξη και την αναγέννηση», αναφέρεται στο 30 σελίδων έγγραφο, που δόθηκε ταυτόχρονα στη δημοσιότητα από τις προεδρικές υπηρεσίες σε Μόσχα και Πεκίνο.

Διαβάστε ακόμη: Συνάντηση Πούτιν-Κινέζου Προέδρου: Σχέση «χωρίς όρια» που «ευνοεί την ειρήνη»

Οι δύο ηγέτες διαπιστώνουν ότι «εν μέσω διεθνών διαταραχών οι ρωσοκινεζικές σχέσεις περνούν επάξια τη δοκιμασία των ραγδαίων αλλαγών στον κόσμο, επιδεικνύουν ισχύ και σταθερότητα και διανύουν την καλύτερη περίοδο της ιστορίας τους» και εκτιμούν ότι «η ανάπτυξη των ρωσοκινεζικών σχέσεων καθολικής εταιρικής σχέσης και στρατηγικής αλληλεπίδρασης, οι οποίες εισέρχονται σε μια νέα εποχή, ανταποκρίνεται στα θεμελιώδη συμφέροντα των δύο κρατών και των λαών τους και δεν βασίζεται σε βραχυπρόθεσμα συμφέροντα ή καιροσκοπικούς υπολογισμούς».

Γι’ αυτό Μόσχα και Πεκίνο «θεωρούν πάντοτε ο ένας τον άλλον ως εταίρο προτεραιότητας, τηρούν με συνέπεια τις αρχές του αμοιβαίου σεβασμού, της ισότητας, της συνεργασίας και του κοινού οφέλους, είναι πλήρως προσηλωμένες στον Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), στις βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς συνεργασίας, έχοντας διαμορφώσει ένα υπόδειγμα σχέσεων μεταξύ μεγάλων δυνάμεων και τεράστιων γειτονικών κρατών στον σύγχρονο κόσμο».

Όπως συνοψίζει το κείμενο της κοινής διακήρυξης το ρωσικό πρακτορείο ΤΑΣΣ, στις πολυάριθμες αναφορές στις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και εν γένει τη Δύση, εκφράζεται «βαθιά ανησυχία για τις προσπάθειες των ΗΠΑ να παραβιάσουν τη στρατηγική ισορροπία», όπως και για την «αρνητική επίδραση της στρατηγικής των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού» ή τις προσπάθειες «μεμονωμένων χωρών να χρησιμοποιήσουν το Διάστημα για σκοπούς ένοπλης αντιπαράθεσης» και καταδικάζονται «οι ηγεμονιστικές προσπάθειες των ΗΠΑ να αλλάξουν την ισορροπία δυνάμεων στη ΒΑ Ασία» και «οι προβοκάτσιες των ΗΠΑ και των συμμάχων τους έναντι της Β. Κορέας».

Κίνα και Ρωσία καλούν τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ «να αναλάβουν την ευθύνη για τις κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες του Αφγανιστάν, χωρίς να επιχειρήσουν ξανά να εγκαταστήσουν εκεί στρατιωτικές υποδομές». Απαιτούν από τις ΗΠΑ «να διακοπεί η στρατιωτική βιολογική δραστηριότητα» και καταδικάζουν τις πρωτοβουλίες «κατάσχεσης ενεργητικού και περιουσίας ξένων κρατών», διακηρύσσοντας ότι θα συνεχίσουν «να ενισχύουν τη συνεργασία στον στρατιωτικό τομέα», αλλά και ότι εγγυώνται ανεμπόδιστους διαύλους συναλλαγών και μεταφορών, πρωτίστως ενεργειακών πηγών, μεταξύ οικονομικών υποκειμένων, σε απάντηση προφανώς των κυρώσεων, που έχουν επιβάλλει στη Ρωσία δυτικές χώρες, απειλώντας με συνέπειες και τις κινεζικές εταιρείες, που συνεργάζονται με ρωσικές.

Αμφισβητώντας τις εκκλήσεις της Ουάσιγκτον ειδικά προς το Πεκίνο, ώστε να ανακοπεί η συνεργασία και υποστήριξη της Ρωσίας, Πούτιν και Σι χαρακτηρίζουν τις σινορωσικές σχέσεις «μια πιο προηγμένη μορφή διακρατικής αλληλεπίδρασης σε σύγκριση με τις στρατιωτικοπολιτικές συμμαχίες της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, δεν έχουν χαρακτηριστικά συνασπισμού και συγκρουσιακό χαρακτήρα και δεν στρέφονται κατά τρίτων χωρών». Γι’ αυτό και τα δύο μέρη δηλώνουν «αποφασισμένα να υπερασπιστούν τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντά τους, να αντιμετωπίσουν οποιεσδήποτε προσπάθειες παρεμπόδισης της κανονικής ανάπτυξης διμερών σχέσεων, ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις των δύο κρατών, περιορισμού του οικονομικού, τεχνολογικού ή εξωτερικού πολιτικού δυναμικού της Ρωσίας και της Κίνας».

Σε σχέση με την κρίση στη Μέση Ανατολή, οι δύο χώρες «εκφράζουν τη δέσμευσή τους για μια συνολική, δίκαιη και μακροπρόθεσμη διευθέτηση του παλαιστινιακού ζητήματος επί της γνωστής διεθνούς νομικής βάσης, θεμελιώδες στοιχείο της οποίας είναι το σχήμα των δύο κρατών που προβλέπει τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους εντός των συνόρων του 1967 με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, το οποίο θα συνυπάρχει ειρηνικά και με ασφάλεια με το Ισραήλ» και «στέκονται αλληλέγγυες στην προσπάθειά τους να εδραιώσουν την ειρήνη και τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή και αντιτίθενται στην ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις των χωρών της περιοχής». Ρωσία και Κίνα τάχθηκαν υπέρ «της κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας, της ενότητας και της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας και της Λιβύης» και υπέρ της «προώθησης της διαδικασίας πολιτικής διευθέτησης που καθοδηγείται και εφαρμόζεται από τους ίδιους τους πολίτες των χωρών αυτών».

Αναφορικά στον πόλεμο στην Ουκρανία, οι δύο χώρες «σημειώνουν την ανάγκη να σταματήσει οποιοδήποτε βήμα συμβάλλει στην παράταση των εχθροπραξιών και στην περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης, ζητούν να αποτραπεί η μετάβασή της σε μια ανεξέλεγκτη φάση και τονίζουν τη σημασία του διαλόγου ως την βέλτιστη μορφή επίλυσης της ουκρανικής κρίσης». Σημειώνουν ότι «για μια βιώσιμη διευθέτηση της ουκρανικής κρίσης είναι απαραίτητο να εξαλειφθούν οι αρχικές αιτίες της και να τηρηθεί η αρχή του αδιαίρετου της ασφάλειας, να ληφθούν υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα και οι ανησυχίες όλων των χωρών στον τομέα της ασφάλειας». Η ρωσική πλευρά «αξιολογεί θετικά την αντικειμενική και αμερόληπτη θέση της Κίνας για το ουκρανικό ζήτημα», συμμερίζεται την προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι συγκρούσεις «πρέπει να επιλύονται βάσει του Χάρτη του ΟΗΕ στο σύνολο των προβλέψεών του» και χαιρετίζει την ετοιμότητα της Κίνας να διαδραματίσει «εποικοδομητικό ρόλο στο ζήτημα της πολιτικής και διπλωματικής διευθέτησης της ουκρανικής κρίσης».

Πούτιν και Σι αναφέρονται εκτενώς στην κοινή διακήρυξή τους στις προοπτικές εμβάθυνσης των σχέσεων των χωρών τους και της αύξησης της συνεργασίας τους στις πολυμερείς ενώσεις κρατών, όπου συμμετέχουν, όπως ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας της Σαγκάης, η Ευρασιατική Ένωση, το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας και οι BRICS, αναλαμβάνοντας να υποστηρίξουν την ενσωμάτωση των νέων μελών του τελευταίου και τη ρωσική προεδρία, που ετοιμάζει τη Σύνοδο του Οργανισμού στο Καζάν το καλοκαίρι, όπου και προσκλήθηκε ο Σι Τζινπίν.

Ο κ. Πούτιν μετέβη στο Πεκίνο συνοδευόμενος από το σύνολο σχεδόν των κομβικών Υπουργών της Ρωσίας, οι οποίοι συνομιλούν για την ανάπτυξη των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών, αλλά και για τη συνεργασία τους στον τομέα της οικολογίας, καθώς η θεματολογία αυτή απασχολεί σε σημαντικό βαθμό τις διμερείς σχέσεις. Ο Ρώσος ηγέτης προανήγγειλε μάλιστα συνάντηση των Πρωθυπουργών των δύο χωρών στη Μόσχα, ώστε να προωθηθεί περαιτέρω η συνεργασία τους.

Πηγή: ΚΥΠΕ 

Keywords
Τυχαία Θέματα