Η λέξη της εβδομάδας : Από το σύκο - στο συκώτι

Υπάρχει σχέση ανάμεσα στο σύκο, το συκώτι και το συκοφάντη;
Τι σημαίνουν οι φράσεις “μου κόπηκαν τα ήπατα”, “λέω τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη”;

γράφει ο Νίκος Σαραντάκος (www.sarantakos.com)

Το συκώτι, ένα από τα σπουδαιότερα ανθρώπινα όργανα, εθεωρείτο από την αρχαιότητα η έδρα του θάρρους, του θυμού και του φόβου. Η λέξη “λευκηπατίας” (ή λευχηπατίας), αυτός δηλαδή που έχει λευκό συκώτι, σήμαινε τον δειλό, αυτόν που....
δεν έχει αίμα στις φλέβες του, όπως θα λέγαμε σήμερα. Η αρχαιοελληνική σύνδεση του συκωτιού με το θάρρος και τον θυμό εμφανίζεται και σε άλλες
γλώσσες: έτσι, στα ιταλικά και στα ισπανικά, η έκφραση “έχει συκώτι” (avere fegato και tener higado, αντίστοιχα) σημαίνει τον θαρραλέο άνθρωπο, αυτόν που “το λέει η καρδιά του”. Παρόμοια, οι Γάλλοι χρησιμοποιούν την έκφραση avoir les foies blancs (έχει άσπρο συκώτι) για να χαρακτηρίσουν τον δειλό τον λιπόψυχο. Ανάλογο είναι και το αγγλικό lily-livered. Στη νεοελληνική γλώσσα, λέμε μου κόπηκαν τα ήπατα (αξιοπρόσεκτη η διατήρηση του αρχαίου τύπου!) για να δηλώσουμε τον υπερβολικό φόβο, όπως λέμε μου έπρηξες το συκώτι σε κάποιον ενοχλητικό και μη χαλάς το συκώτι σου, δηλαδή μην θυμώνεις (για πράγματα ανάξια λόγου). Τέτοιες φράσεις βρίσκουμε και σε άλλες γλώσσες, λ.χ. στα ιταλικά λένε si mangia il fegato (τρώει το συκώτι του) για κάποιον που βράζει από το θυμό του, ενώ στα ισπανικά η έκφραση moler los higados σημαίνει ακριβώς “πρήζω το συκώτι κάποιου”.

Οι λέξεις foie, fegato, higado προέρχονται όλες από τα ελληνικά, μέσω των λατινικών. Η λέξη συκώτι, όμως, από πού προέρχεται; Από το σύκο, είναι η απάντηση, αν και η διαδρομή δεν είναι προφανής. Η συκιά και ο καρπός της, το σύκο, υπάρχουν στην Ελλάδα από πολύ παλιά -μαρτυρούνται και στον ‘Ομηρο, αν και η λέξη “σύκο” ίσως να είναι προελληνική. Το σύκο διαδραμάτιζε κεφαλαιώδη ρόλο στο διαιτολόγιο των αρχαίων Ελλήνων, το οποίο με τα σημερινά δεδομένα θα κρινόταν αφάνταστα φτωχό. Το σύκο λοιπόν το εκτιμούσαν ιδιαίτερα και μάλιστα τάιζαν ορισμένα ζώα (ιδίως χήνες και γουρούνια) αποκλειστικά ή σχεδόν με σύκα, ώστε το συκώτι τους να νοστιμίσει. Αυτό το έδεσμα, κάτι ανάλογο με το σημερινό φουά-γκρα, το ονόμαζαν, πολύ λογικά, “συκωτόν ήπαρ”. Με τον καιρό, το ουσιαστικό εξέπεσε και παρέμεινε το επίθετο, “συκωτόν”, το οποίο έφτασε να χαρακτηρίζει όχι μόνον το ειδικά προετοιμασμένο συκώτι, αλλά το συκώτι γενικά. Αυτό το γλωσσικό φαινόμενο, η έκπτωση δηλαδή του ουσιαστικού, είναι αρκετά συνηθισμένο στα ελληνικά (πρβλ. ποντικός μυς δηλ. το ποντίκι από τον (Εύξεινο) Πόντο, που έγινε ποντικός, νεαρόν ύδωρ, πανικός φόβος). Οι Ρωμαίοι ξεσήκωσαν από τα ελληνικά το συκωτόν ήπαρ, το είπαν iecur fegatum μεταφράζοντας κατά λέξη, και με μια παρόμοια διαδικασία έμεινε το σκέτο fegatum από το οποίο προήλθαν οι λέξεις που είδαμε πιο πάνω.

Αλλά ας γυρίσουμε στο σύκο. Στην αρχαία ελληνική, το σύκο ως λέξη παίζει και αυτό σπουδαίο ρόλο. Πολλές παροιμιακές εκφράσεις υπάρχουν, όπως π.χ. “όσο διαφέρει σύκα καρδ
Keywords
Τυχαία Θέματα