Ιστορίες της Σελήνης

Χαμένος Θεός

Κεφάλαιο 1

Ξεκλείδωσα την εξώπορτα και μπήκα σπίτι. Επιτέλους, άλλη μία εξουθενωτική μέρα τελείωσε. Το κρεβάτι μου με καλούσε. Καταβεβλημένος απ’ την συναισθηματική και σωματική κούραση , έβγαλα τα παπούτσια και κάθισα στο κρεβάτι να πάρω μία ανάσα.Είμαι 35 χρονών και είμαι οικοδόμος. Άνεργος οικοδόμος τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς η οικοδομή έχει πέσει πολύ. Ο κλάδος των κατασκευών έχει υποστεί μεγάλο πρόβλημα με αποτέλεσμα, πολλοί συνάδελφοί μου, όπως και εγώ να έχουμε μείνει χωρίς δουλειά και......
να τα βγάζουμε δύσκολα πέρα με τα λιγοστά χρήματα απ’ το
ταμείο ανεργίας και ότι καταφέρνουμε να βγάζουμε από περιστασιακές δουλειές.Σήμερα γύρισα όλη την πρωτεύουσα για να καταφέρω να βρω κάποια δουλειά, καθώς ο προηγούμενος εργοδότης μου, έκλεισε το μαγαζί του λόγω χρεών. Δεν κατάφερα όμως να βρω τίποτα. Κανένας δε ζητάει υπαλλήλους. Όσο για θέσεις εργασίας στις κατασκευές… τζίφος. Κανένας δεν κάνει προσλήψεις… Ζήτηση μηδέν. Αναστενάζοντας, ρίχνω το σώμα μου προς τα πίσω στο κρεβάτι. Κοιτάζω το λευκό ταβάνι και προσπαθώ να αδειάσω το μυαλό μου απ’ τα πάντα.Βουυυυυυυυυυυ…..Ξάφνου αφουγκράζομαι ένα υπόκωφο βουητό. Μένω ακίνητος προσπαθώντας να εντοπίσω την πηγή του ανεξήγητου αυτού θορύβου.Βουυυυυυυυυυυ…..Το βουητό συνεχίζει και όσο περνάει η ώρα δυναμώνει. Είναι περίεργος θόρυβος. Δεν μπορώ να καταλάβω από τι προέρχεται αλλά μπορώ να αντιληφθώ ότι ακούγεται κάπου μέσα από το δωμάτιο που χρησιμοποιώ σαν αποθήκη. σκέφτομαι και ξεφυσώντας σηκώνω τα κομμάτια μου απ’ το κρεβάτι και κατευθύνομαι προς το δωμάτιο απ’ όπου έρχεται το βουητό. Με αργές κινήσεις ανοίγω την πόρτα. Και τότε μία δυνατή λάμψη μου θαμπώνει τα μάτια και δεν βλέπω τίποτα. Το βουητό παραμένει σαν μουσικό χαλί σε ταινία, καθώς νιώθω κάτι να με αρπάζει βίαια και να με σπρώχνει με ακαθόριστη δύναμη. Νιώθω τα πόδια μου να ξεκολλάνε από το έδαφος, το σώμα μου να αιωρείται. Νιώθω σαν να πετάω, αλλά έχω την αίσθηση ότι πάω πολύ γρήγορα… Κάποια στιγμή καταφέρνω να δω… Όντος πετάω και όντος πηγαίνω τρομακτικά γρήγορα.Πρέπει να ταξιδεύω με ταχύτητα φωτός. Όλα γύρω μου είναι μία θολή ταινία. Δεν προλαβαίνω να ξεχωρίσω καμία εικόνα. Ξαφνικά νιώθω πόνο. Μεγάλο πόνο. Παντού. Σε όλο το σώμα … και πέφτω σιγά. Και όπως πέφτω πονάω ακόμα πιο πολύ. Έχω πέσει κάτω και κατρακυλάω ασταμάτητα. Νιώθω πέτρες να μου σκίζουν το δέρμα και αγκαθωτά φυτά να ακολουθούν το ίδιο παράδειγμα. Σε λίγο όλα έχουν τελειώσει. Δεν κατρακυλάω πια. Στέκομαι λοιπόν εκεί, μπρούμυτα, ενώ ο πόνος έχει αρχίσει και μονοπωλεί όλες μου τις αισθήσεις… Ανοίγω τα μάτια και αντικρίζω έναν πλαγιαστό, χωμάτινο, κόκκινο κόσμο. Έχει φώς, δεν είναι σκοτεινά… σκέφτηκα μέσα σε όλον αυτόν τον παραλογισμό. Όταν έφτασα σπίτι μου… είχε ήδη σκοτεινιάσει…Ο πόνος δεν μ’ άφησε να συνεχίσω την σκέψη . Χάθηκα σ’ αυτόν και κάπου εκεί νομίζω έχασα τις αισθήσεις μου…η συνεχεια εδω ...... http://thefullmoonstories.blogspot.com/2012/03/1_14.html#more
Keywords
Τυχαία Θέματα