Ρωγμές στο τέλος ακινήτων

της Ασπασίας Μάλλιου*

Με μόλις δημοσιευμένο τον Νόμο για την επιβολή τέλους στα ακίνητα μέσω των λογαριασμών της Δ.Ε.Η., οι κοινωνικές αντιδράσεις για την νέα αυτή οικονομική επιβάρυνση δεν υποχωρούν. Αντίθετα, έχουν ομαδοποιηθεί σε δύο επίπεδα. Το πρώτο αφορά στην οικονομική αδυναμία. Και το δεύτερο αφορά στην συνταγματικότητα ή όχι του μέτρου.
Διαβάζοντας κανείς την αιτιολογική έκθεση της προσθήκης - τροπολογίας με την οποία εισήχθη το μέτρο προς ψήφιση στη Βουλή,
πρωτίστως εντυπωσιάζεται από το λεπτομερές κείμενο, στο οποίο –αντίθετα με τη συνήθη κυβερνητική πολιτική– επιχειρείται αναλυτική συνταγματική νομιμοποίηση του μέτρου.
Κατά τους συντάκτες της αιτιολογικής έκθεσης, η άσκηση παρεμβατικής οικονομικής πολιτικής σε βάρος των ατομικών δικαιωμάτων της ελεύθερης ανάπτυξης της οικονομικής προσωπικότητας και της ιδιοκτησίας, αιτιολογείται ως εξυπηρετούσα την “άμεση προτεραιότητα επιτακτικά εθνικού συμφέροντος”, το οποίο συνιστά η δημοσιονομική εξυγίανση, η επίτευξη της οποίας θα καταστήσει δυνατή την “αποκατάσταση της εθνικής δημοσιονομικής ανεξαρτησίας”.
Εδώ, πρέπει να επισημανθεί ότι η παραδοχή - από την κυβέρνηση, που έχει την ευθύνη της άσκησης γενικής πολιτικής και μάλιστα σε κείμενο με νομικό χαρακτήρα - ότι έχει τρωθεί η εθνική ανεξαρτησία της χώρας, συνιστά δήλωση με βαριές πολιτικές συνέπειες. Είναι παραδοχή που γεννά σωρεία άλλων σκέψεων.
Η άσκηση οικονομικής πολιτικής συνιστά άσκηση κρατικής εξουσίας με συγκεκριμένο σκοπό. Το κράτος δρα επί σκοπώ. Και ως σκοπός, περιγράφεται η εθνική σωτηρία. Κατά την άσκησή, της, όμως, ο νομοθέτης είναι συνταγματικά υποχρεωμένος να επιλέγει τα αποτελεσματικότερα μέτρα για την επίτευξη του σκοπού τον οποίο η πολιτική επιλογή εξυπηρετεί. Ο περιορισμός των συνταγματικών ελευθεριών που επιχειρείται κατά την εξυπηρέτηση του σκοπού πρέπει να είναι σύμμετρος, δηλαδή αναλογικός με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Κανένας σκοπός και κανένας περιορισμός δεν μπορεί να βρίσκεται και να επιβάλλεται πέρα ή πάνω από το Σύνταγμα και τους νόμους.
Η αρχή της συνταγματικότητας επιβάλλει την τήρηση της αρχής της αναλογίας, (άρθρο 25 Σ. 1975/1986/2001). Και όσο και αν προσπαθεί στην αιτιολογική της έκθεση η Κυβέρνηση να αποδείξει τη συνδρομή της αναλογικότητας κατά τη λήψη του νέου αυτού φορολογικού μέτρου, δεν καταφέρνει εν τούτοις να απαντήσει στο ουσιώδες ερώτημα της προσφορότητας του μέτρου. Ιδίως, δεν καταφέρνει αυτή να απαντήσει για ποιο λόγο επί τόσους και τόσους μήνες άσκησης κυβερνητικής δράσης δεν λήφθηκαν και άλλα μέτρα, τα οποία θα συμβάλλουν στην εθνική οικονομική αναδιάταξη. Όπως, οι αποκρατικοποιήσεις, οι συγχωνεύσεις, ο έλεγχος των παροχών στην υγεία και την ασφαλιστική πρόνοια, η αναδιάταξη του φοροελεγκτικού μηχανισμού. Μέτρα τα οποία όχι απλώς θα εξυπηρετούσαν την οικονομική ανάκαμψη της χώρας, αλλά θα επιτύγχαναν καλύτερα αποτελέσματα και με μικρότερο κοινωνικό κόστος από την εκ νέου επιβάρυνση των συνεπών φορολογουμένων που βιώνουν βαθιά ύφεση και αδυνατούν να ανταποκρ
Keywords
Τυχαία Θέματα