Μέτρα ζητά η Επ. Διοίκησης από ΥΠΑΝ μετά από συμβάν με παιδί με αυτισμό

Καταγγελία για περιστατικό βίας εις βάρος ανήλικης μαθήτριας Δημοτικού, με αυτισμό από την σχολική συνοδό της, δέχτηκε η Επίτροπος Διοικήσεως Μαρία Στυλιανού Λοττίδη.

Σύμφωνα με τα γεγονότα, η παραπονούμενη μητέρα υποστήριξε ότι το παιδί της ενώ βρισκόταν στην τάξη της, σηκώθηκε και κλώτσησε χωρίς λόγο δύο συμμαθητές της. Σύμφωνα με την παραπονούμενη, η κόρη της ουδέποτε στο παρελθόν είχε παρουσιάσει τέτοιες συμπεριφορές, ενώ αμέσως μετά την ενέργειά της ζήτησε συγγνώμη και κάθισε ήσυχα στη θέση της.

Ωστόσο, η σχολική συνοδός της αποφάσισε να την τιμωρήσει, προχωρώντας,

με τη βοήθεια ενός άνδρα συνοδού από τη διπλανή τάξη, στο να τραβήξει το παιδί έξω από την τάξη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το παιδί να τρομάξει και να αρχίσει να κλαίει, αρνούμενο να βγει από την τάξη του. Τελικά, οι δύο συνοδοί μετέφεραν τον παιδί στην αίθουσα λογοθεραπείας, όπου το κράτησαν κλεισμένο μόνο του για δύο ώρες, κατά τη διάρκεια των οποίων το παιδί έκλαιγε και δεν μπορούσε να ηρεμήσει. Σε αυτό το διάστημα, η εκπαιδευτικός της τάξης πέρασε από την αίθουσα και ζήτησε να βγάλουν έξω το παιδί για να ηρεμήσει, κάτι που αρνήθηκε να πράξει η συνοδός.

Την επόμενη ημέρα, η μητέρα ζήτησε από τη συνοδό να εξηγήσει τη συμπεριφορά της, εκείνη απάντησε πως επρόκειτο για ένα παιδαγωγικό μέτρο, που εφαρμόζεται στην περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος για την ασφάλεια του ίδιου του παιδιού.

Θέση της μητέρας ότι το παιδί της δεν αποτελούσε κίνδυνο για οποιονδήποτε, αφού είχε απολογηθεί και επιστρέψει στη θέση του.

Μετά τη διερεύνηση της υπόθεσης που αφορά την ανήλικη μαθήτρια, στην έκθεση της η Επίτροπος Δικοιήσεως και Προστασίας Ανθρώπινων Δικαιωμάτων αναφέρει τα εξής:

Από τα στοιχεία που τέθηκαν υπόψη μου προκύπτει ότι η μετακίνηση του παιδιού έγινε αφότου αυτό είχε ηρεμήσει, μετά από μια έκρηξη θυμού που παρουσίασε και αφότου ζήτησε συγγνώμη και κάθισε στη θέση του, και έγινε με σκοπό να κοπάσει η αναταραχή που είχε προκληθεί στα άλλα παιδιά.

Σε αυτή την απόφαση δεν φαίνεται να συμμετείχε η δασκάλα της τάξης, η οποία ούτε φαίνεται να προέβη και σε οποιουσδήποτε άλλους χειρισμούς για διαφορετική κατάληξη του ζητήματος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς λειτουργίας των σχολείων, η δασκάλα είχε την ευχέρεια, εφόσον έκρινε πως το παιδί παραβίαζε τους κανόνες καλής συμπεριφοράς, αφού εξαντλήσει όλα τα μέσα που σχετίζονται στην πειθώ, να χρησιμοποιήσει τα πειθαρχικά μέτρα της παρατήρησης, της επίπληξης ή της παραπομπής στη διεύθυνση του σχολείου για ολικό και εξατομικευμένο χειρισμό .

Αντ’ αυτού, το θέμα αφέθηκε να ρυθμιστεί από τη σχολική βοηθό/συνοδό του παιδιού και ένα ακόμα σχολικό βοηθό/συνοδό του σχολείου, κατά τρόπο ταπεινωτικό,  που είχε ως αποτέλεσμα τον στιγματισμό και την περαιτέρω αναστάτωση του παιδιού.

Πρέπει στο σημείο αυτό να υπογραμμιστεί ότι ο ρόλος των σχολικών βοηθών/συνοδών των παιδιών με αναπηρία στα σχολεία μπορεί να είναι σημαντικός σε σχέση με την πρόληψη ή έγκαιρη αντιμετώπιση κάποιων συμπεριφορών του ίδιου του παιδιού ή και των συμμαθητών και συμμαθητριών του, αυτό, ωστόσο, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ερμηνεύεται κατά τρόπο που να δίνει το δικαίωμα στους σχολικούς βοηθούς/συνοδούς να ενεργούν με δική τους πρωτοβουλία εκτός εκπαιδευτικού πλαισίου ή να παρεμβαίνουν στις διαδικασίες και στους κανονισμούς που εφαρμόζονται εντός της σχολικής τάξης ή του σχολικού χώρου, την ευθύνη των οποίων έχει αποκλειστικά η διεύθυνση του σχολείου και οι εκπαιδευτικοί της τάξης και/η τουλάχιστον να συμμετείχαν δάσκαλοι ειδικής εκπαίδευσης με σχετική εμπειρογνωμοσύνη στο χειρισμό.

Όπως, ειδικότερα, συνάγεται και από τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις των σχολικών βοηθών/συνοδών, όπως αυτά έχουν οριστεί στη σχετική εγκύκλιο του ΥΠΑΝ, οι σχολικοί βοηθοί/συνοδοί  δέχονται τις οδηγίες και τις υποδείξεις της διεύθυνσης και του/της εκπαιδευτικού της τάξης/ειδικής τάξης/μονάδας για την εκτέλεση των καθηκόντων του/της και συνεργάζεται μαζί τους. Οποιαδήποτε διαφορετική ερμηνεία θα ήταν σε κάθε περίπτωση εκτός του πλαισίου παροχής ενιαίας εκπαίδευσης, που θέτει η Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, αφού δεν μπορεί να νοηθεί ότι για τα παιδιά με αναπηρίες εφαρμόζονται διαφορετικά πρότυπα, κανονισμοί, διαδικασίες ή τιμωρίες από αυτά που ισχύουν για τα παιδιά χωρίς αναπηρίες.

Εν προκειμένω, δημιουργείται η εντύπωση ότι για το συγκεκριμένο παιδί και εξαιτίας της αναπηρίας του εφαρμόστηκαν «ειδικές» και «εκτός πλαισίου» μέθοδοι και διαδικασίες, οι οποίες θα θεωρούνταν αδιανόητο να είχαν εφαρμοστεί σε παιδιά χωρίς αναπηρίες. Η συνέπεια δεν ήταν ότι υπήρξε απλώς τυπική παραβίαση των Κανονισμών λειτουργίας των σχολείων, αλλά και ότι πλήγηκε καίρια η αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα της μαθήτριας, ως ανθρώπου, ως παιδιού και ως ατόμου με αναπηρία.

Θα πρέπει, ειδικότερα, να καθίσταται σαφές ότι δεν εφαρμόζεται διαφορετικό, διαχωριστικό πλαίσιο χειρισμού των μαθητών και μαθητριών που φοιτούν σε μία τάξη και πως η ευθύνη διαχείρισης ζητημάτων που ενδεχομένως προκύπτουν σε μία τάξη σε καμία περίπτωση δεν μετατοπίζεται από τους εκπαιδευτικούς και τη διεύθυνση του σχολείου οπουδήποτε αλλού και δη στη σύνοδο η οποία λειτουργεί συμπληρωματικά στη βάση οδηγιών .

Παράλληλα, τόσο οι σχολικοί βοηθοί/συνοδοί παιδιών με αναπηρίας, όσο και το εκπαιδευτικό προσωπικό, θα πρέπει να λαμβάνουν εκπαίδευση για την αντιμετώπιση, με σεβασμό και προσοχή, τυχόν προβλημάτων συμπεριφοράς που μπορούν να εκδηλωθούν στο σχολείο τόσο από παιδιά με αναπηρίες, όσο και από τα υπόλοιπα παιδιά, ενώ θα πρέπει να είναι σαφές σε ποιες περιπτώσεις συστήνεται η επικοινωνία του σχολείου με τους γονείς των παιδιών. Τέλος, επιβάλλεται όπως τουλάχιστον με την έναρξη κάθε σχολικής χρονιάς γίνεται εκδήλωση ευαισθητοποίησης όλων των μαθητών και μαθητριών κάθε σχολικής μονάδας, ώστε να αποδέχονται και να κατανοούν την αναπηρία και κάθε διαφορετικά.

Υπό το φως του συνόλου των πιο πάνω, διαφαίνεται  ότι ο χειρισμός του υπό διερεύνηση περιστατικού, κατά τον τρόπο που περιγράφεται στην απάντηση του αρμόδιου Υπουργείου, είναι προβληματικός, αφού μία μαθήτρια δημοτικού, που είναι παιδί με αυτισμό, μετά από απόφαση της σχολικής βοηθού/συνοδού του, χωρίς προσόντα εμπειρογνωμοσύνης επι ειδικής εκπαίδευσης,  οδηγήθηκε εκτός της τάξης του, μακριά από τους/τις συμμαθητές/τριες του, τη δασκάλα και το οικείο περιβάλλον του, και κρατήθηκε απομονωμένο σε μία άλλη τάξη για δύο σχολικές περιόδους και κατά τη διάρκεια του διαλείμματος, χωρίς να γίνει από το σχολείο οποιαδήποτε προσπάθεια επικοινωνίας με την οικογένειά του, ώστε το παιδί τουλάχιστον να καθησυχαστεί και να ηρεμήσει.

Ενώ ακολούθως στην έκθεση γίνεται αναφορά σε εισηγήσεις σε παρόμοια περιστατικά στο μέλλον, οι οποίες είναι:

Ενόψει των πιο πάνω και στην βάση της απουσίας  εξειδικευμένων προσόντων που θα ήταν απαραίτητο να έχουν οι συνοδοί πριν την πρόσληψη τους ως όροι εργοδότησης. Το αρμόδιο Υπουργείο  να προχωρήσει στη λήψη μέτρων, ενδεχομένως μέσω της έκδοσης κατευθυντήριων οδηγιών και σχετικής τακτικής επιμόρφωσης, σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο παρόμοια περιστατικά θα πρέπει να τυγχάνουν χειρισμού στο μέλλον.

Τέλος, το  ΥΠΑΝ  να προχωρήσει άμεσα, σε συνεργασία με την ΚΥΣΟΑ και τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις παιδιών με αναπηρία, στην υλοποίηση των πιο πάνω, δηλώνοντας ταυτόχρονα τη βούληση του Γραφείου μου να συμμετάσχει σε αυτή την προσπάθεια με οποιοδήποτε τρόπο εντός των αρμοδιοτήτων μου.

Δείτε αυτούσια την έκθεση 

Keywords
Τυχαία Θέματα