Μέτρο ελληνικότητας

Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΝΤΑΣΚΑ

Υπάρχει διαβάθμιση της ελληνικότητας; Είναι η ελληνικότητα κάτι μετρήσιμο; Και αν ναι, ποιο το μέτρο και ποιος το καθορίζει; Η άνοδος της Χρυσής Αυγής, με τον φυλετιστικό της λόγο, επανέφερε τα ερωτήματα αυτά στην επικαιρότητα. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, τα ερωτήματα αυτά μας απασχολούν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο τα τελευταία χρόνια, από τότε που η ελληνική δημοκρατία τέθηκε υπό αλλοδαπή κηδεμονία. Το φαινόμενο της νέας αποικιοκρατίας, του συνακόλουθου

«δωσιλογισμού» (ως καθ’ υπερβολήν ρητορικό σχήμα, συμβολικό όμως μίας νοοτροπίας) και της καταγγελίας του από τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, επαναδιατύπωσε το ζήτημα της ελληνικότητας ως αίτημα του «πολιτεύεσθαι». Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι τα ερωτήματα αυτά μας απασχολούν με διάφορες αφορμές διαρκώς επί πολλές δεκαετίες. Οι αιτίες δεν είναι άλλες από τη διαρκή σύγκρουση διαφόρων πολιτισμικών ρευμάτων, τον παρατηρούμενο «επιπολιτισμό», ως άσκηση ήπιας ισχύος εκ μέρους ηγεμονιστικών αλλοδαπών δυνάμεων και το τεράστιο χάσμα που χωρίζει διαχρονικά τον ελληνικό λαό από τους κυβερνώντες του.
Ο Οδυσσέας Ελύτης, σε μία εποχή πρωτοφανούς και ανεπανάληπτης μέχρι σήμερα ακμής για τα μεταπολεμικά δεδομένα της Ελλάδας (που, όμως, στιγματίστηκε από τη στασιμότητα σε σχέση με τον εκδημοκρατισμό του κοινωνικοπολιτικού συστήματος), το 1958, ανέφερε σε συνέντευξή του ότι «η ηγετική μας τάξη, στο κεφάλαιο της ελληνικής παιδείας, έχει μαύρα μεσάνυχτα! Κοιτάξετε με προσοχή τα έντυπα πού εκδίδει η ίδια, ή που προτιμά να διαβάζει, τα διαμερίσματα όπου κατοικεί, τις διασκεδάσεις που κάνει, τη στάση της απέναντι στη ζωή. Ούτε μια σταγόνα γνησιότητας!».
Ο νομπελίστας ποιητής μας διείδε τη βασική πτυχή του ελλείμματος ελληνικότητας, ακριβώς ως έλλειμμα γνησιότητας. Αρνούμενη κατ’ ουσίαν τον ελληνικό της χαρακτήρα, ακόμα και όταν η ίδια υποκριτικά, αυθαίρετα και με περισσό θράσος απένειμε πιστοποιητικά «εθνικοφροσύνης», η ελληνική άρχουσα τάξη απέρριπτε την ψυχική και υπαρξιακή της σύνδεση με τον λαό που κυβερνούσε. Ο ελιτισμός της προσλάμβανε μία μορφή επιθετικού ψευδοκοσμοπολιτισμού, που ούτε όμως ως τέτοιος ήταν γνήσιος, αφού εδραζόταν στον μειονεκτικό επαρχιωτισμό των νεόπλουτων μεταπρατών.
Ο ελιτισμός, διατηρώντας όλα τα παρωχημένα συμπαρομαρτούντα –όπως ο κομφορμισμός, ο καθωσπρεπισμός, η ασφυκτική πολιτική ορθότητα, η έλλειψη πρωτοτυπίας, γνησιότητας και ζωντάνιας– καθήλωσε τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, τις αφόπλισε σταδιακά, τις ενσωμάτωσε στο ψευδεπίγραφο μη βιώσιμο μοντέλο του παρασιτισμού και, τελικά, τις παρέδωσε σιδηροδέσμιες, ηττημένες, πρόωρα γερασμένες στους αλλοδαπούς προστάτες του. Οι αναγνώστες πληροφορούνται ότι η τρόικα χρησιμοποιούσε ως συμβούλους της τους πιο υπεύθυνους και ολέθριους για τον τόπο εγχώριους παράγοντες. Επιχειρηματίες που πρωταγωνίστησαν σε εγκληματικές δραστηριότητες, σε νομιμοποίηση παράνομων εσόδων, στη μεγάλη φοροδιαφυγή, νομίμως ή παρανόμως. Eίναι ενδεικτικό της ποιότητας της νομοθεσίας μας (που δήθεν «χρειάζετα
Keywords
Τυχαία Θέματα