«Ένα με το σκοτάδι» του Γιώργου Δάμτσιου

22:35 1/9/2022 - Πηγή: Diastixo

Προδημοσίευση από το αστυνομικό μυθιστόρημα του Γιώργου Δάμτσιου Ένα με το σκοτάδι, που θα κυκλοφορήσει στις 2 Σεπτεμβρίου από τις Εκδόσεις Bell.

1

Ο άνεμος τραγουδούσε από το σούρουπο έναν βαρύ και πένθιμο σκοπό, απ’ αυτούς που προκαλούν αναστάτωση στον άνθρωπο και αφυπνίζουν τα άγρια ένστικτα των αρπακτικών. Κόντευε πια μεσάνυχτα και ο ουρανός επάνω από το δάσος του Σέιχ Σου είχε σχεδόν λησμονήσει ότι το μεσημέρι ήταν καταγάλανος. Ο αγέρας είχε φέρει μαζί του

δεκάδες μικρά σύννεφα, που δημιουργούσαν απ’ άκρη σ’ άκρη ένα γκριζωπό, κακότεχνο μωσαϊκό. Κάθε φορά που το φεγγάρι κατόρθωνε να ξεπροβάλει ανάμεσά τους, προσπαθώντας να αναλάβει το ρόλο του φωτοδότη, κατάφερνε οριακά να χαϊδέψει το έδαφος, με ένα ασημένιο ημίφως που ενέτεινε κι άλλο την ήδη ανατριχιαστική ατμόσφαιρα.
Ο ιδιωτικός ερευνητής Τζορτζ Ντόρμερ στεκόταν σ’ ένα άνοιγμα στην καρδιά του δάσους και παρατηρούσε το τοπίο αμίλητος. Σκεφτόταν πως η πινελιά που καθόριζε περισσότερο από κάθε άλλη ότι ο αποψινός καμβάς ήταν αφιερωμένος στον τρόμο ερχόταν από πολύ χαμηλότερα. Τα πεύκα που περιτριγύριζαν το άνοιγμα δημιουργούσαν πυκνές συστάδες, οι οποίες, κάτω από το ασθενικό σεληνόφως, έμοιαζαν αδιαπέραστες. Μπορούσε άνετα να φανταστεί ότι είχαν έρθει από κάθε γωνιά του δάσους για να φράξουν και την τελευταία πιθανή διέξοδο, σαν να σκόπευαν να θυσιάσουν όποιον θνητό ανακάλυπταν σε κάποια χθόνια αιμοβόρα ύπαρξη που είχε ξεχαστεί στο πέρασμα των αιώνων.
Από τις αλλόκοτες σκέψεις του τον έβγαλε ο αστυνόμος Μαρτέλος, ο οποίος ζύγωσε κοντά του με ταχύ βήμα.
«Τι σκέφτεσαι, Τζορτζ;» ρώτησε χαμηλόφωνα.
«Το πόσο μεγάλο λάθος έκανα όταν συμφώνησα να βγω για δείπνο μαζί σου. Ενώ μου έταξες ότι θα πηγαίναμε στα Λαδάδικα, τελικά με κουβάλησες στα κορφοβούνια».
Ο αστυνομικός δεν απάντησε αμέσως. Όταν δέχτηκε το αναπάντεχο τηλεφώνημα από την υπηρεσία του, ήταν ήδη παρέα με τον ιδιωτικό ερευνητή και προσπαθούσαν να βρουν τραπέζι σε κάποια ταβέρνα στην περιοχή των Λαδάδικων –σήμα κατατεθέν της νυχτερινής ζωής της Θεσσαλονίκης. Ο Ντόρμερ είχε προτείνει από μόνος του να τον ακολουθήσει σ’ αυτή την αναπάντεχη εξόρμηση στο δάσος, άρα τα λόγια που είχε ξεστομίσει είχαν διαφορετικό νόημα.
«Μάλλον αρχίζεις και πιστεύεις πως ήρθαμε άσκοπα εδώ πάνω», συμπέρανε ο Μαρτέλος. «Ότι όλο αυτό είναι μια κακόγουστη φάρσα».
Ο ιδιωτικός ερευνητής κατένευσε. «Όσο περνά η ώρα το πιστεύω και περισσότερο, Δημήτρη. Έχουμε μαζευτεί περίπου μια ντουζίνα άντρες σ’ αυτό το ξέφωτο. Και δεν είναι δα και τόσο μεγάλο –το πολύ τρία στρέμματα το κόβω. Πώς θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε να φέρει εδώ πέρα έναν άνθρωπο και να του σπάσει το κεφάλι μπροστά στα μάτια μας;»
Ο Μαρτέλος απέμεινε και πάλι αμίλητος, ρίχνοντας κι αυτός μια ματιά τριγύρω. Στην περίμετρο του ανοίγματος είχαν απλωθεί οχτώ άντρες που υπηρετούσαν στην Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος. Δεν μπορούσε να τους διακρίνει ούτε αμυδρά, έτσι όπως στέκονταν ακίνητοι ανάμεσα στα πρώτα δέντρα παρακολουθώντας με προσοχή τριγύρω. Και παρόλο που δεν είχαν μαζί τους κάποια διόπτρα νυκτός, μιας και όταν κλήθηκαν να διερευνήσουν το εν λόγω συμβάν βρίσκονταν, μαζί με πολλούς ακόμα συναδέλφους τους, σ’ ένα κεντρικό ξενοδοχείο της πόλης για τη φύλαξη ενός σημαίνοντος πολιτικού, φάνταζε αδύνατο να περάσει κάποιος ανάμεσά τους χωρίς να υποπέσει στην αντίληψή τους –πόσω μάλλον κουβαλώντας μαζί του δέσμιο και δεύτερο άτομο.
Απ’ αυτή την άποψη, ο Ντόρμερ είχε ξεκάθαρα δίκιο. Όμως το όλο ζήτημα θα μπορούσε να ερμηνευτεί κι αλλιώς. Εκτός από τους άντρες της ΟΠΚΕ, στο σημείο βρισκόταν και ο αστυφύλακας Χρήστος Χαριάδης. Ο αστυνόμος Μαρτέλος ήταν διοικητής του στην Ειδική Μονάδα Εξιχνίασης Κακουργημάτων, μια υπηρεσία-φάντασμα που λογοδοτούσε απευθείας στον γενικό αστυνομικό διευθυντή Θεσσαλονίκης, και γνώριζε καλύτερα απ’ όλους πως ο νεαρός ήταν από τους κορυφαίους προγραμματιστές της Ελληνικής Αστυνομίας. Ο Χαριάδης εκείνη την ώρα κρατούσε το κινητό του, έχοντας ανοιχτή μια εφαρμογή που απεικόνιζε τρισδιάστατα το σημείο όπου βρίσκονταν. Στο κάτω μέρος της οθόνης αναγράφονταν και οι ακριβείς συντεταγμένες. Κοιτάζοντάς τον ένιωθες μονομιάς διαφορετικά. Σκεφτόσουν ότι κανένας δε θα έκανε μια τόσο περίπλοκη φάρσα, υπολογίζοντας επακριβώς το γεωγραφικό μήκος και πλάτος για να σου καταδείξει ένα άνοιγμα μέσα στο δάσος, όταν θα μπορούσε να έχει επιλέξει ένα ευκολότερο σημείο, από πλευράς υπόδειξης τουλάχιστον.
Αλλά δεν ήταν το μόνο που έκανε τον Μαρτέλο να δει τόσο σοβαρά την όλη κατάσταση. Το μέιλ που υποδείκνυε την εν λόγω περιοχή είχε σταλεί νωρίτερα το απόγευμα σε ένα σωρό υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, φτάνοντας μέχρι και το Αρχηγείο. Ο αποστολέας ήθελε να είναι βέβαιος ότι έστω κι ένας απ’ αυτούς που θα το διάβαζαν θα έδινε τη δέουσα προσοχή. Τελικά το έκαναν πολύ περισσότεροι, κι έτσι σύντομα έφτασε και στον ίδιο. Το περιεχόμενο του μηνύματος ήταν λιτό και περιεκτικό, οπότε ο αστυνόμος κατάφερε να το απομνημονεύσει σχεδόν αυτούσιο έπειτα από μερικές αναγνώσεις.
Έκλεισε τα μάτια και το ανέσυρε από τη μνήμη του για μία ακόμα φορά:

Αγαπητέ/ή,

Απόψε τα μεσάνυχτα, αν οι συνθήκες το ευνοήσουν, θα συντρίψω το κεφάλι του Γιάννη Ιωάννου. Προσκαλώ την Ελληνική Αστυνομία να γίνει μάρτυρας αυτής μου της πράξης και να περισυλλέξει τη σορό του, πριν την κατασπαράξει κι αυτήν ο λύκος. Δεν υπάρχει χειρότερο θέαμα από την κατασπαραγμένη σάρκα.
Ακολουθούν οι ακριβείς συντεταγμένες του σημείου στο οποίο θα σκοτώσω τον Ιωάννου. Και ήδη αναρωτιέμαι αν αυτό σας φαίνεται σαν παιδικό παραμύθι. Θα αποδειχτεί απόψε.

Με εκτίμηση και σεβασμό, Κ.

«Τι σκέφτεσαι;» ρώτησε ο Ντόρμερ τον αστυνόμο και ήταν η σειρά του να τον βγάλει απότομα από τις σκέψεις του.
«Το μήνυμα που λάβαμε, τι άλλο; Δε νομίζω ότι είναι φάρσα, Τζορτζ. Στα τριάντα δύο χρόνια που υπηρετώ στο Σώμα έχω διαβάσει πολλά απειλητικά μηνύματα. Κι αν έχω καταλάβει κάτι, είναι ότι αυτά που θα δεις να εκτοξεύουν παραφουσκωμένες απειλές προς πάσα κατεύθυνση είναι σχεδόν πάντα αποτυχημένες φάρσες. Τα υπόλοιπα είναι που πρέπει να σε ανησυχούν. Εκείνα που στοχεύουν σε συγκεκριμένο αποδέκτη, με συγκεκριμένο τρόπο. Εκεί η απειλή είναι τόσο ζωντανή, που νιώθεις το δηλητήριο να στάζει».
«Συμφωνώ μαζί σου, αν κι έχω διαβάσει μόνο το σημερινό μέιλ», είπε ο Ντόρμερ. «Απλώς εξακολουθεί να με προβληματίζει αυτό που ανέφερα και πριν. Πώς θα μπορούσε να προσεγγίσει ο οποιοσδήποτε αυτό το ξέφωτο χωρίς να γίνει αντιληπτός;»
«Βασικά εγώ πιστεύω ότι το άνοιγμα αυτό δεν είναι φυσικό και δημιουργήθηκε σχετικά πρόσφατα», παρενέβη στην κουβέντα ο νεαρός προγραμματιστής Χρήστος Χαριάδης. «Τις προάλλες διάβασα κάπου ότι το Σέιχ Σου υποφέρει από το Tomicus piniperda, ένα φλοιοφάγο σκαθάρι, που δυνητικά είναι ικανό να κάνει τόσο μεγάλη ζημιά σε μια δασική έκταση, ώστε μερικοί ειδικοί το θεωρούν πιο επικίνδυνο και από τη φωτιά ακόμα. Υποθέτω ότι είχε μολύνει μερικά από τα δέντρα αυτής της περιοχής, κι έτσι αναγκάστηκαν να τα κόψουν όλα για να μην εξαπλωθεί το κακό. Αν έχω δίκιο, θα βρούμε τα κολοβώματα των κορμών κάτω απ’ τη χαμηλή βλάστηση».
«Και έτσι να είναι, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο», του είπε ο Ντόρμερ. «Το σημείο είναι δυσπρόσιτο. Επίσης, μπορεί το Σέιχ Σου να χαρακτηρίζεται ορθώς ως το περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης, αλλά και πάλι δεν είναι και ένα τσιγάρο δρόμος μέχρι εδώ πέρα. Η μεταφορά ενός απαχθέντα δυσκολεύει μονομιάς κι άλλο».
Ο Χαριάδης κοίταξε τον Ντόρμερ σχεδόν ενοχλημένα. «Το μόνο σίγουρο είναι ότι σας έφερα στο σωστό σημείο».
«Δεν το αμφισβητεί κανείς αυτό, βρε Χρηστάρα», του είπε ο Μαρτέλος, χαϊδεύοντας ασυναίσθητα και το πακέτο με τα τσιγάρα στην πίσω τσέπη του παντελονιού του, έπειτα από την αναφορά του ιδιωτικού ερευνητή. «Απλώς παραθέτουμε επιχειρήματα προσπαθώντας να μπούμε στο μυαλό του αποστολέα του μηνύματος». Στράφηκε και στον Ντόρμερ: «Το σημείο πάντως του μέιλ που με απασχολεί περισσότερο είναι αυτό με το λύκο», του είπε. «Οι λόγοι είναι πολλοί και προφανείς».
Ο ιδιωτικός ερευνητής συμφώνησε με ένα νεύμα. «Το ονοματεπώνυμο που αναφέρεται προλάβατε να το ψάξετε καθόλου;»
«Φυσικά. Αλλά δυστυχώς το Ιωάννης Ιωάννου είναι αρκετά κοινό. Κάναμε μια πρώτη διακριτική έρευνα, αλλά δεν προέκυψε κανένας αγνοούμενος μ’ αυτό το ονοματεπώνυμο. Το παράξενο, βέβαια, θα ήταν το αντίθετο, μέσα σε τόσο λίγες ώρες. Και να έχει απαχθεί κάποιος, είναι πιθανό να το αγνοούν ακόμα οι οικείοι του».
«Το βέβαιο είναι ότι η αλήθεια θα λάμψει σύντομα. Είναι δύο λεπτά πριν από τα μεσάνυχτα», σχολίασε ο Ντόρμερ, ρίχνοντας μια ματιά στο ρολόι του.
Ο Μαρτέλος δεν απάντησε. Άρχισε να κοιτάζει και πάλι τριγύρω, αναζητώντας την παραμικρή κίνηση στις σκιές. «Φάρσα», μουρμούρισε στο τέλος. «Δεν υπάρχει περίπτωση να έρθει κάποιος εδώ πάνω, γαμώτο. Τζάμπα κουβαληθήκαμε, τελικά».
Ο Ντόρμερ δεν πρόλαβε να απαντήσει κάτι. Ο αστυνόμος είχε έναν ασύρματο περασμένο στη ζώνη του παντελονιού του κι εκείνη τη στιγμή στην πρόσοψή του ζωντάνεψε ένα μικρό πρασινωπό φωτάκι.
«Αστυνόμε, νομίζω ότι ακούω κάτι», ανέφερε ο επικεφαλής της ΟΠΚΕ, ακόμα πιο χαμηλόφωνα απ’ όσο μιλούσαν όλοι ως τότε.
Ο Μαρτέλος έριξε μια ματιά στον Ντόρμερ. Αφουγκράστηκαν μαζί. Αντάλλαξαν ένα αρνητικό νεύμα.
«Τι άκουσες, υπαστυνόμε;» ρώτησε στον ασύρματο.
«Δεν ξέρω. Δεν μπόρεσα να καταλάβω. Ίσως να ήταν απλώς κανένα τσακάλι που ούρλιαξε από μακριά. Για μισό, όμως. Τώρα το άκουσα ξανά, νομίζω».
Ο Μαρτέλος κοίταξε πάλι τον Ντόρμερ.
«Τώρα μου φάνηκε ότι άκουσα κι εγώ κάτι», είπε ο τελευταίος, μιλώντας πλέον εντελώς ψιθυριστά. «Αλλά δεν κατάλαβα τι ήταν».
«Εγώ γιατί δεν ακούω τίποτα; Σκατά έχουν τ’ αυτιά μου;» γκρίνιαξε ο αστυνομικός.
«Κάτι σαν λυγμός αγριμιού είναι», είπε η φωνή από τον ασύρματο. «Το ακούτε εσείς;»
Ο Μαρτέλος ετοιμάστηκε να βρίσει ξανά, επειδή εξακολουθούσε να μη φτάνει ο παραμικρός ήχος στ’ αυτιά του.
Αλλά τότε άκουσε κάτι κι αυτός.
«Τι είναι τούτο;» ρώτησε. «Κι από ποια πλευρά έρχεται;»
«Νομίζω πως έρχεται από τα βόρεια», σχολίασε ο υπαστυνόμος από τον ασύρματο, χωρίς να έχει ακούσει την ερώτηση. Έκανε απλώς τη δική του εκτίμηση.
Ο νεαρός προγραμματιστής συμβουλεύτηκε στιγμιαία το κινητό του κι έδειξε με το χέρι τον βορρά, έτσι ώστε να βοηθήσει τον Μαρτέλο και τον Ντόρμερ να προσανατολιστούν.
«Εγώ το ακούω από πιο δυτικά», είπε ο τελευταίος. «Αλλά δεν μπορώ να προσδιορίσω τι ακριβώς είναι».
«Γαμώτο! Εμένα μου μοιάζει με ανθρώπινο κλάμα», μουρμούρισε ο Μαρτέλος. «Και ο ήχος πλησιάζει πολύ γρήγορα».
«Δυτικά ή βόρεια;» ρώτησε ο Ντόρμερ.
«Σκατά», ήταν το μόνο που μπόρεσε να του απαντήσει ο Μαρτέλος, κυρίως επειδή ο ήχος ακούστηκε ακόμα πιο δυνατά τώρα. Και, πράγματι, κάποιος έκλαιγε φωναχτά. Πολύ φωναχτά. Ήταν ένα κλάμα γεμάτο πανικό.
Και αυτός ο άνθρωπος πλησίαζε με πολύ μεγάλη ταχύτητα.
«Από πού έρχεται, ρε παιδιά;» ακούστηκε ξανά ο ασύρματος.
Οι τρεις άντρες δεν του απάντησαν. Κοιτούσαν τριγύρω. Ο Ντόρμερ αυτή τη φορά έκανε ένα ασυναίσθητο βήμα προς τον βορρά. Ο Μαρτέλος εστίασε νοτιοδυτικά. Ο νεαρός προγραμματιστής έτεινε κάπως περισσότερο προς την άποψη του διοικητή του, αλλά ήταν ολοφάνερα αβέβαιος κι αυτός.
Για ένα πράγμα συμφωνούσαν όλοι. Ένας άντρας έκλαιγε πανικόβλητος.
Και το κλάμα ακουγόταν κάθε στιγμή και δυνατότερα.
Και ξαφνικά μετατράπηκε σε κραυγή· κραυγή παρατεταμένη· κραυγή αγωνίας.
Και μόνο τότε σήκωσαν τα κεφάλια τους προς τον ουρανό και είδαν έναν σκούρο όγκο να πέφτει με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς το έδαφος.
«Προσέξτε!» ήταν το μόνο που πρόλαβε να πει ο Μαρτέλος.
Στη συνέχεια ένα ανθρώπινο κορμί έσκασε σχεδόν μπροστά τους, βγάζοντας έναν ήχο που θα μπορούσε να αναγουλιάσει ακόμα και βετεράνο ιατροδικαστή.
Αμέσως μετά επικράτησε και πάλι σιγή. Εξαίρεση αποτελούσε ο άνεμος, που εξακολουθούσε να τραγουδά ασταμάτητα τον βαρύ και πένθιμο σκοπό που είχε αρχίσει από το σούρουπο. Πλέον θύμιζε επικήδειο.

2

Ο άνεμος είναι μια από τις ανώτερες δυνάμεις της φύσης. Όπως και τα αδέρφια του, η γη, το νερό και η φωτιά, δεν επηρεάζεται καθόλου από έννοιες όπως η απόσταση και ο χρόνος. Μπορεί να παρευρεθεί σε πολλά σημεία ταυτόχρονα, τραγουδώντας παντού τον ίδιο βαρύ και πένθιμο σκοπό που σφύριζε και στο δάσος του Σέιχ Σου. Ενδεχομένως να μην το κάνει και επίτηδες· ίσως αυτή να είναι μια αέναη συνήθειά του που το αρχικό της κίνητρο έχει ξεχαστεί μέσα στο ατέλειωτο κύλισμα της κλεψύδρας του χρόνου. Όμως κανένας θνητός δεν μπορεί να ξέρει με σιγουριά. Και η αλήθεια είναι ότι κανείς δε νοιάζεται ιδιαίτερα για την απάντηση. Όλοι περιμένουν απλώς για τη στιγμή που ο τραγουδοποιός θα αλλάξει μοτίβο και στις καρδιές τους θα επανέλθουν η χαρά και η αισιοδοξία
Τη συγκεκριμένη βραδιά η Σοφία Σταματάκη ήταν ίσως αυτή που περίμενε περισσότερο απ’ τον καθένα την εν λόγω μεταβολή. Είχε ξαπλώσει από τις εννέα και μισή το βράδυ, καθώς πρόσφατα είχε πιάσει δουλειά σ’ ένα αρτοποιείο στη Βέροια κι έπρεπε να σηκωθεί από τα άγρια χαράματα για να πάει να ζυμώσει. Αρχικά είχε καταφέρει να αποκοιμηθεί, αλλά λίγες ώρες αργότερα ο επισκέπτης άνεμος την ξύπνησε αδιάκριτα, καθώς τα κουφώματα του διαμερίσματος που νοίκιαζε υπέφεραν από βαριά γηρατειά και δε μείωναν παρά ελάχιστα την ένταση του τραγουδιού του. Ίσα ίσα που έτσι το ύφος του γινόταν ακόμα περισσότερο διακριτό. Με το που σηκώθηκαν από πάνω της τα βαριά πέπλα του ύπνου και αφουγκράστηκε προσεκτικότερα, ανακάλυψε ότι η χροιά του ήταν πρωτίστως χλευαστική.
Κρατούσε από ώρα κλειστά τα μάτια, γιατί ήταν γυρισμένη στο πλάι και ακριβώς απέναντί της, στη σιφονιέρα με τον καθρέφτη, υπήρχε ένα ηλεκτρονικό ρολόι. Υπέθετε ότι ήταν ήδη τουλάχιστον μεσάνυχτα, αλλά δεν ήθελε να το επιβεβαιώσει, διότι κάτι τέτοιο θα τη γέμιζε με επιπρόσθετη νευρικότητα και τότε ήταν βέβαιο ότι δε θα κοιμόταν ξανά.
Ενδόμυχα παραδέχτηκε ότι αυτό που κυρίως την έκανε να κρατάει τα βλέφαρά της κλειστά ήταν ένα ανόητο πείσμα. Ο χλευασμός που έφτανε στ’ αυτιά της εξαιτίας του τραγουδιού του ανέμου ήταν σίγουρα ενοχλητικός, αλλά γνώριζε ότι η όρασή της θα έκανε ακόμα χειρότερη ζημιά. Τα αντικείμενα τριγύρω της διακρίνονταν αμυδρά, μιας και το λιγοστό φως στο δωμάτιο προερχόταν από τους λαμπτήρες του δρόμου, που δεν ήταν και ακριβώς έξω από την μπαλκονόπορτά της, όμως τα γνώριζε· γνώριζε καλά πόσο ευτελή ήταν. Ότι σχεδόν όλα ήταν μεταχειρισμένα. Πως αυτά που υπήρχαν στο δωμάτιο του πατρικού της στην Αθήνα ήταν πολύ καλύτερα ποιοτικά. Όμως ήταν άλλο πράγμα η γνώση και άλλο η αποδοχή. Η αποδοχή θα σήμαινε αυτομάτως ταπείνωση για την ίδια και επιβεβαίωση για τον πάντα αυστηρό πατέρα της, που επέμενε εξαρχής να μη φύγει από την Αθήνα για τα μάτια και την καρδιά ενός στρατιωτικού με κακό παρελθόν και αβέβαιο μέλλον. Και κρατιόταν πραγματικά με νύχια και με δόντια για να μην τηλεφωνήσει στο πατρικό της, ακόμα και μια τέτοια προχωρημένη ώρα, και να τα ομολογήσει όλα. Να παραδεχτεί ότι εδώ και έξι μήνες βρισκόταν σε διάσταση κι ότι τα πράγματα πήγαιναν κάθε μέρα και χειρότερα στη ζωή της· τόσο, που πλέον είχε πιάσει τον απόλυτο πάτο.
Και τότε άνοιξε τα μάτια. Ίσως επειδή είχε όντως αποφασίσει να τηλεφωνήσει στους γονείς της. Μπορεί, πάλι, να είχε συμβεί και το ανάποδο: να ήθελε να δει έστω και αμυδρά τα παλιοπράγματά της έτσι ώστε να πεισμώσει κι άλλο και να το παλέψει πριν κάνει αυτό το τηλεφώνημα που θα σήμαινε πολλά, αλλά πάνω απ’ όλα παραίτηση. Δεν ήταν σίγουρη και δεν πρόλαβε να σκεφτεί τι ίσχυε από τα δύο, επειδή, για κάποιον παράξενο λόγο, τα μάτια της δεν αντίκρισαν τα πρασινωπά ψηφιακά νούμερα του ρολογιού στο έπιπλο του καθρέφτη.
Για μία και μόνο στιγμή σκέφτηκε ότι ο χλευαστής άνεμος είχε δημιουργήσει κάποιο βραχυκύκλωμα, παρασέρνοντας με το δυνατό του σφύριγμα κανένα γερασμένο κλαδί δέντρου επάνω στα ηλεκτροφόρα σύρματα της περιοχής.
Αλλά τότε συνειδητοποίησε ότι ανάμεσα στο έπιπλο με τον καθρέφτη και στο κρεβάτι στεκόταν μια αντρική σιλουέτα με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος.
Έκανε να ουρλιάξει, αλλά δεν πρόλαβε. Ο άντρας τη χτύπησε δυνατά στο πρόσωπο, δίνοντάς της να καταλάβει, ανάμεσα σε πολλά άλλα, ότι η οριοθέτηση του απόλυτου πάτου στην πορεία μιας ζωής είναι μεταβαλλόμενη, σχεδόν πάντα προς το χειρότερο.

Keywords
εν λόγω, bell, θεσσαλονικη, οπκε, μνήμη, συγκεκριμένο, βεροια, φως, αθηνα, κινηση στους δρομους, κλειστα σχολεια, τραπεζα της ανατολης, τελος ακινητων, ηλεκτρονικο τσιγαρο, Καλή Χρονιά, φωτια, ξανα, δυνατα, μνήμη, αστυνομια, βημα, γνωση, γωνια, δουλεια, ηχος, θνητος, λυκος, νυχια, ρωτησε, φως, ωρα, αισιοδοξια, ανθρωπος, ατμοσφαιρα, ατομο, αυτια, βραδια, βραδυ, γινει, γονεις, δασος, δευτερο, δεντρα, δυστυχως, δικη, δηλητηριο, διοικητης, δοντια, δρομος, εδαφος, ειπε, υπαρχει, εκτιμηση, ελληνικη αστυνομια, εν λόγω, εξι, επρεπε, ερευνα, ερχεται, ζημια, ζωη, ζωης, ζωνη, ιδια, ιδιο, υπηρεσια, υπηρεσιες, υπηρχαν, υφος, η φωνη, μειλ, ιωαννου, ηχο, εκδοσεις, κινητο, κινηση, κι αλλο, λαδαδικα, λαθος, λιτο, λογια, λογο, μαζι σου, μακρια, ματια, μηκος, μηνυματα, μηνες, μικρο, μεταχειρισμενα, μυαλο, μυθιστορημα, νερο, νοημα, ξενοδοχειο, ξεφωτο, ομαδα, παντα, ουρανος, οπκε, οραση, πευκα, πεισμα, ρολοι, ρολο, σιγουρα, σιγουρη, σιγουρο, συγκεκριμένο, συνεχεια, συντομα, σειρα, σκαθαρι, σκεφτεσαι, σκεψεις, σωμα, σοφια, ταβερνα, τρια, τσιγαρο, τσιγαρα, φαρσες, φεγγαρι, φτανει, φυσικο, φωνη, φορα, χερι, χειροτερα, χρηστος, χλευασμος, χρονος, χαρα, ιωαννης, ωρες, αντρες, αδυνατο, bell, δικιο, δωματιο, εφαρμογη, εννεα, γηρατεια, ημιφως, ιδιαιτερα, χροια, κλαμα, καρδιες, καρδια, κρεβατι, μια ματια, μοιαζει, μπροστα, νιωθεις, ογκο, πακετο, σκοτωσω, σωρο, σωστο, τριαντα, χερια
Τυχαία Θέματα