Μαργαρίτα Κοντού: «Περιστέρια από πέτρα»

Όταν μια ποιήτρια αισθανθεί την ανάγκη να διοχετεύσει την έμπνευσή της προς τη μορφή του διηγήματος, το πιθανότερο είναι να διαποτίσει με την ποιητική της έκφραση και το είδος αυτό.

Από την εποχή που δημοσίευσε την πρώτη της πολλά υποσχόμενη ποιητική συλλογή, τις Οικολογικές αδιαφάνειες (2007), μέχρι την τελευταία, που φέρει τον τίτλο Αμμοθίνες (2020), η ποιήτρια ανέπτυξε σε όλο τους το εύρος τις ανησυχίες, τις παρατηρήσεις, τα συναισθήματα και τις ιδέες της. Αλλά σε μια εποχή που μας προκαλεί όλο και περισσότερο, που μας ανοίγει νέους δρόμους διαφυγής και προβληματισμών, είναι

κατά το μάλλον ή ήττον λογική συνέπεια η στροφή προς ένα άλλο λογοτεχνικό είδος, όπως το διήγημα, έτσι που όλα τα παραπάνω να φωτιστούν από μια ασυνήθιστη οπτική γωνία, να ακουστούν με διαφορετικές εκδοχές, να ευωδιάσουν με καινοφανείς συνδυασμούς σκέψεων.

Τα διηγήματα αυτής της συλλογής πήραν τον γενικό τους τίτλο από το ομότιτλο διήγημα που περιέχεται στη συλλογή και συνιστά ένα κομβικό αφήγημα, το οποίο φέρει ως μότο ένα απόσπασμα από τον Ανήφορο του Νίκου Καζαντζάκη, που γράφει ότι: «Όλη η τέχνη ενός δημιουργού είναι να στριμώγνει μαγικά μέσα στα γράμματα του αλφαβήτου ανθρώπινη ουσία». Το διήγημα, ωστόσο, υπερβαίνει εδώ την ανθρώπινη ουσία και αγκαλιάζει τη φύση και, ειδικότερα, το ζωικό βασίλειο, όπου η εχθρική συμπεριφορά ενός γείτονα που εκτρέφει περιστέρια προς ένα σκυλί έχει δραματική κατάληξη. Το διήγημα, όπως τα περισσότερα της συλλογής, εκτείνεται με τέτοιο τρόπο θεματικά, ώστε να μας βάζει σε παράλληλες σκέψεις. Για παράδειγμα, εδώ η βίαιη συμπεριφορά δεν προέρχεται από έναν τυχαίο περαστικό, αλλά από τον γείτονα, ο γείτονας αγαπάει υποτίθεται τα περιστέρια, αλλά εχθρεύεται το σκυλί, το σκυλί είχε κάθε καλή πρόθεση, αλλά κανείς δεν το κατανοούσε.

Ίσως να μην είναι τυχαίο ότι η μικρή αυτή συλλογή περιέχει τον μαγικό αριθμό των 24 διηγημάτων – και τον αποκαλώ μαγικό, διότι 24 είναι οι ώρες της ημέρας, 24 είναι τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου και 24 είναι στη χημεία ο ατομικός αριθμός του χρωμίου. Θα αναρωτηθείτε, λοιπόν, ποια σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με τα διηγήματα.

Κατ’ αρχάς, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι κάθε διήγημα αποτελεί μια στάση στη ροή μιας ημέρας, όπου ο ποιητικός χρόνος διαστέλλεται, για να εμβαθύνουμε σε 24 είδη ανθρώπινης συμπεριφοράς με κομβικό κείμενο τον «Κύριο Χ», το οποίο συνιστά από μόνο του ένα δοκίμιο για την καταδυνάστευση που προκαλεί ο χρόνος. Εδώ η συγγραφέας ομολογεί: «Έχω την πλήρη επίγνωση πλέον ότι μόνο η τέχνη είναι ικανή να με απελευθερώσει από αυτόν τον δυνάστη».

Κατά δεύτερον, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι κάθε διήγημα αποτελεί μια στάση στην ελληνική αλφάβητο, αφού εύκολα μπορεί να ανιχνεύσει την επίδραση γραμμάτων στους τίτλους, με εμφανείς αναφορές στα γράμματα Χ , Ξ, Ψ, Α, Μ και λιγότερο εμφανείς στα υπόλοιπα, χρησιμοποιώντας έναν γνήσιο λεκτικό πλούτο που προκαλεί επιπλέον έντονες ακουστικές εντυπώσεις, με κομβικό κείμενο τις «Επτά ψυχές», όπου η συγγραφέας εκφράζει τον θαυμασμό της για επτά ποιητικές ψυχές, επτά γνωστούς ποιητές.

Κατά τρίτον, ποιητική αδεία ίσως, θα μπορούσαμε να συνδέσουμε το χρώμιο με τη ζωγραφική. Το όνομα του χρωμίου, ως χημικού στοιχείου, προέρχεται από την ελληνική λέξη «χρώμα», επειδή έχει πολλές, έντονα έγχρωμες, ενώσεις. Η συγγραφέας δεν είναι τυχαίο ότι ασχολείται με τη ζωγραφική και πλάθει έντονα ποιητικές εικόνες ή μας μιλάει για τις εικαστικές τέχνες, με κομβικό αφήγημα την «ΑΝΚΑ». Πρόκειται για δύο ομότιτλα αλλά ξεχωριστά διηγήματα, όπου ένας ζωγράφος προσλαμβάνει ως μοντέλο μια προσφυγοπούλα, αποκαλύπτοντάς μας μια ζοφερή πραγματικότητα.

Γενικότερα, είναι τέτοιο το εύρος των νοημάτων που εκπέμπουν τα διηγήματα, ώστε μόνο με σποραδικές αναφορές θα μπορούσε κανείς να μεταδώσει και να καταστήσει οικεία την εμβέλειά τους. Η συγγραφέας μάχεται για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, για τον αλληλοσεβασμό και την ανόθευτη αγάπη, για την καταπολέμηση του φόβου και της άρνησης, τελικά για την ανύψωση της ποιότητας ζωής όλων των ανθρώπων μαζί. Ήδη με το πρώτο της διήγημα, τη «Διάκριση», όπου ένας κύκνος με την ονομασία «μαύρη τουλίπα» γίνεται αφορμή για ένα δημοψήφισμα, η συγγραφέας όχι μόνο είναι άκρως επίκαιρη αλλά και θέτει θεμελιακά ερωτήματα για τη σύγχρονη ηθική, την πολιτική συμπεριφορά και την υπευθυνότητά μας. Σταχυολογούμε, με δυσκολία, από τα υπόλοιπα, τον «Άνθρωπο που αγαπούσε τα σιντριβάνια», το «Μέχρι τα βαθιά γεράματα», το «Συντριπτικό απροχώρητο», την «Καρέκλα», το «Καταφύγιο ονείρου», το «Εύσχημος τρόπος, σουρεαλιστικός», που καταλήγει, αυτό το τελευταίο, στην ακόλουθη συγκλονιστική ομολογία:

Αν δεν έχετε έναν εύσχημο τρόπο, σουρεαλιστικό, να αρνηθείτε τις προτάσεις μου, τώρα που εν μέρει σας αποκαλύφθηκαν, όλοι μαζί θα γίνουμε μια πόλη από άθραυστη πορσελάνη, ως γνήσιοι οπαδοί ξεθυμασμένης αστυφιλίας. Αν, όμως, είσαστε έτοιμοι να αρνηθείτε με ατράνταχτα επιχειρήματα, εγώ θα μείνω ένας μάταιος λόγος κι εσείς σιωπή σε υπαίθριο θέατρο μισογκρεμισμένο.

{jb_quote} Εμείς δε θα πάψουμε να αναζητούμε τα περιστέρια της ειρήνης, τα περιστέρια της αθωότητας, τα περιστέρια της επικοινωνίας, τα περιστέρια της πνευματικότητας. {/jb_quote}

Τα διηγήματα αυτά ευνοούν και τη διακειμενικότητα. Ο ποιητικός λόγος Ελλήνων και ξένων λογοτεχνών άλλοτε είναι οργανικά αφομοιωμένος στα διηγήματα και άλλοτε παρατίθεται αυτούσιος σαν φυσική συνέχεια του δικού της λόγου, αναδεικνύοντας μια σπάνια ενότητα. Η γλώσσα ρέει με μια απόχρωση προφορικότητας και όχι σπάνια μας απευθύνεται, σα να περιμένει από εμάς μια απάντηση. Κάποιες φορές θα συναντήσουμε νοηματικά άλματα, που απαιτούν από εμάς τη συμπλήρωση. Τα τρία τελευταία κείμενα αποτελούν ένα τριμερές αφιέρωμα με πραγματικές αναφορές, που τιμούν αντίστοιχα μια συγγραφέα υποδειγματικού ήθους με ζήτημα υγείας, τον ποιητή Γιάννη Ρηγόπουλο και τη φιλόλογό της από το σχολείο.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, ας μην αναμένει κανείς την κλασική αφηγηματική δομή ενός διηγήματος. Τα διηγήματα της συλλογής άλλοτε αφηγούνται μια ιστορία με εμβόλιμα ποιητικά σχόλια και οξυδερκείς παρατηρήσεις, άλλοτε αναπτύσσονται με παραθέσεις στοιχείων και ιδιοτήτων για τα οποία μας έχει προϊδεάσει ο τίτλος, άλλοτε εμπλέκουν έντεχνα τον αναγνώστη σε μια φραστική διαδρομή που οδηγεί ενίοτε σε ένα απότομο τέλος. Η γλώσσα της συγγραφέως δεν αρνείται τα επίθετα, κάνει δραστική χρήση των ρημάτων και αξιοποιεί τις λεκτικές αντιπαραθέσεις για να προσδώσει ώθηση στην εξελικτική διαδικασία. Ο αναγνώστης δεν καλείται να αποκωδικοποιήσει μυστικά νοήματα, αφού ακόμη και ό,τι δεν κατονομάζεται έχει περιγραφτεί επαρκώς για να καταστεί αναγνωρίσιμο: είτε πρόκειται για τη «Μυστική δίοδο» που διέρχεται μες από τα εικονοστάσια, είτε για τη δύναμη του βλέμματος στο «Φαγιούμ», είτε για τον ισοπεδωμένο ιδεαλισμό στο διήγημα με τον κοκκινοτρίχη μποέμ διανοούμενο, είτε για την καταγγελία της φασιστικής νοοτροπίας στην «Καρέκλα», είτε για την αποστροφή του φόβου στο «Συντριπτικό απροχώρητο», όπου ακόμα και τ’ αγάλματα φοβούνται τον βανδαλισμό!

Η Μαργαρίτα Κοντού λατρεύει το φυσικό περιβάλλον και το υπερασπίζεται με διάφορους τρόπους, αλλά ενώ σε προηγούμενα ποιητικά της βιβλία το φυτικό βασίλειο, τα δέντρα έχουν ένα ιδιαίτερο και εμφανές βάρος, εδώ το βάρος πέφτει περισσότερο στο ζωικό βασίλειο. Πέρα από το διήγημα με το σκυλί και τα περιστέρια, που χάρισε την επιγραφή του στο βιβλίο, θα συναντήσουμε ένα προσχηματικό, θα το χαρακτήριζα, «Καναρίνι» στο ομότιτλο διήγημα για να καταγγείλει τη γραφειοκρατία, έναν μαύρο κύκνο στη «Διάκριση», που κουβαλάει τις αόρατες αλυσίδες των πολιτικών απειλών, μια επτάψυχη γάτα, με αφορμή ένα ποίημα του Μπρεχτ, στις «Επτά ψυχές». Και στο επίκεντρο όλων ο άνθρωπος, ο οποίος παλεύει σε αυτό το περιβάλλον, χωρίς ωστόσο να του δείχνει τον απαιτούμενο σεβασμό ούτε να συμβάλλει με καίρια έργα στην προστασία του, αν αναλογιστούμε τις τεράστιες δασικές πυρκαγιές που ξέσπασαν πρόσφατα στον Καναδά ή παλιότερα στην Αυστραλία.

Ο άνθρωπος φέρει χαρακτηριστικά, νοοτροπίες, ιδεοληψίες που τον καθιστούν συχνά δέσμιο μιας ανάλγητης συμπεριφοράς και, ακόμα χειρότερα, προξενούν βλάβη στην ίδια του την πορεία μέσα στον χρόνο, απέναντι στο περιβάλλον και στους συνανθρώπους του. Η συγγραφέας έχει εντοπίσει αρκετά από αυτά τα δεδομένα και τα επισημαίνει με τρόπο που καθιστούν τον αναγνώστη άμεσο κοινωνό των σκέψεών της. Στο αριστουργηματικό «Καταφύγιο ονείρων», που έχει μια μελλοντολογική χροιά, αναδεικνύει ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, που θα μας απασχολήσει από εδώ και στο εξής λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης και της τεχνητής νοημοσύνης. Πρόκειται για το ζήτημα της «δωρεάς συναισθημάτων», όπως το αποκαλεί, κατά το πρότυπο της «δωρεάς οργάνων». Η συγγραφέας έχει πετύχει να μας βάλει στα ενδότερα σημεία της πορείας του ανθρώπινου γένους, τα οποία κρύβουν αθέατους αλλά υπαρκτούς κινδύνους.

Εμείς δε θα πάψουμε να αναζητούμε τα περιστέρια της ειρήνης, τα περιστέρια της αθωότητας, τα περιστέρια της επικοινωνίας, τα περιστέρια της πνευματικότητας. Με οδηγό το βιβλίο αυτό, ο αναγνώστης θα διαβεί ποιητικά μονοπάτια με πεζό λόγο που αφυπνίζει τα ένστικτα μιας αληθινής και όχι μιας επίπλαστης ζωής.

Περιστέρια από πέτρα
Μαργαρίτα Κοντού
Εκδόσεις Βακχικόν
σ. 82
ISBN: 978-618-5733-54-4
Τιμή: 12,72€

Keywords
Τυχαία Θέματα
Μαργαρίτα Κοντού, Περιστέρια,margarita kontou, peristeria