Mario + Rabbids: Sparks of Hope | Review

Υπάρχουν δεκάδες λόγοι για να παινέψει κάνεις τα (δύο πλέον –Mario + Rabbids: Kingdom Battle και Mario + Rabbids: Sparks of Hope) παιχνίδια Mario + Rabbids. Οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν καταγραφεί ήδη, ενώ πολλοί ακόμα πρόκειται να προστεθούν στις επόμενες παραγράφους του παρόντος κείμενου. Ένας εκ των βασικότερων όμως, που σε ένα βαθμό ίσως και να εξηγεί όλα τα υπόλοιπα, είναι ότι πρόκειται για μια σειρά που κάνει του κεφαλιού της, συνδυάζοντας τη σταθερότητα και τη σιγουριά του Mario,

με τη φρεσκάδα και την τρέλα των Rabbids. Η πιο σωστή επιλογή λοιπόν, αυτή τη φορά, ήταν ο χρόνος που άφησε να περάσει μέχρι το sequel, ώστε να ωριμάσει το παιχνίδι και να προλάβει να λείψει στους φίλους του.

Σε μια εποχή που η βιομηχανία των video games -και όχι μόνο- κρίνει πως ό,τι “πάει καλά”, πρέπει να εξαργυρωθεί όσο πιο γρήγορα γίνεται και στον μέγιστο βαθμό αποστράγγισης, οι άνθρωποι των Ubisoft (ποιος θα το περίμενε!) Paris και Milan, αποφάσισαν να κινηθούν αργά, σταθερά και με ουσιαστικά βήματα εμπρός. Αφήνοντας μια καθαρή πενταετία περιθώριο ανάμεσα στους δύο τίτλους και επιστρέφοντας με μία συνέχεια που πέρα από κάποια μικρά στραβοπατήματα, στον πυρήνα και τα βασικά τμήματα του παιχνιδιού έχει κάνει τεράστια άλματα προς την σωστή κατεύθυνση.

Αυτή η εξέλιξη, θα μπορούσαμε να πούμε πως φέρνει αρκετά στην μετάβαση των πρώτων 2D παιχνιδιών Mario, στη 3D εποχή. Κάτι τέτοιο φαίνεται πως είχαν στο μυαλό τους οι δημιουργοί, με διάφορα σημεία του παιχνιδιού να κλείνουν το μάτι συγκεκριμένα στο Mario Galaxy. Από τη ροή της ιστορίας όπου ταξιδεύουμε από πλανήτη σε πλανήτη, μέχρι μικρολεπτομέρειες, όπως τα Lumas, που αποτελούν τα Sparks του τίτλου και τον χαρακτήρα της Rosalina. Αυτό όμως που αποτελεί την πιο ουσιαστική καινοτομία και μετάβαση, είναι η ελεύθερη πλέον κίνηση των χαρακτήρων και της κάμερας. Με αυτό το θέμα της κάμερας, να αποτελούσε μέχρι πρότινος έναν από τους βασικούς περιορισμούς του αρχικού τίτλου.

Πέραν λοιπόν της ελεύθερης κίνησης της κάμερας στα τμήματα του παιχνιδιού που περιφερόμαστε στους πλανήτες ανάμεσα στις μάχες, ο πλήρης έλεγχος της οπτικής πέρασε στα χέρια μας και στον τομέα της μάχης, το σημείο όπου ενοχλούσε περισσότερο. Αντί λοιπόν να δυσκολευόμαστε να μελετήσουμε τον χώρο και να οργανώσουμε τις επιθέσεις μας τμηματικά, τώρα μπορούμε να κοιτάξουμε όπου θέλουμε, να επιλέξουμε καλύτερα ποιον σημαδεύουμε και πάνω απ’ όλα, να κινηθούμε και εμείς οι ίδιοι ελεύθερα, καθώς μεταβλήθηκε και η κίνηση των χαρακτήρων.

Ξεχάστε λοιπόν το σύστημα του Kingdom Battle, όπου υποδείκνυες στον Beep-o το σημείο που θες να καταλήξεις. Πλέον οι χαρακτήρες κινούνται ανεμπόδιστα, σαν οποιοδήποτε 3D παιχνίδι, μέσα στα όρια που επιτρέπουν τα στατιστικά του κάθε ήρωας και οι αναβαθμίσεις του στον δεδομένο γύρο.

Παρότι κάτι τέτοιο ακούγεται βασικό και δεδομένο, στην περίπτωση του Mario + Rabbids: Sparks of Hope παίζει μεγάλο ρόλο. Αφενός γιατί δεν υπήρχε στο αρχικό παιχνίδι, κι αφετέρου, γιατί μαζί του συμπαρασέρνει και τα υπόλοιπα τμήματα του gameplay στο να λειτουργούν καλύτερα. Από τη γενική κίνηση και τοποθέτηση στον χώρο, τα dashes, τον συνδυασμό των χαρακτήρων για τα άλματα, έως συγκεκριμένες επιθέσεις, όπου μπορούν να χτυπήσουν περισσότερους αντίπαλους ανάλογα με το σημείο που θα βρισκόμαστε. Άλλωστε κάπως έτσι δομείται και ένα καλό turn-based tactical παιχνίδι, με τον υπολογισμό και όμορφο συνδυασμό πολλών μικρών παραμέτρων. Κάτι που το Mario + Rabbids: Sparks of Hope πετυχαίνει σε εξαιρετικό βαθμό και ισορροπία.

Ισορροπία και ουσία λοιπόν. Με τα πάντα να έχουν τον σκοπό τους, να συνδυάζονται και να λειτουργούν σωστά, χωρίς ποτέ όμως να νιώθεις ότι σε παραμπουκώνει το παιχνίδι σε επιλογές, αλλά ούτε και να υστερεί. Κάθε χαρακτήρας έχει τα δικά του ξεχωριστά upgrades που δεν είναι τα τεράστια skill trees που συναντάμε συνήθως, με τις μισές επιλογές να μας είναι αδιάφορες. Λίγες και καλές. Όπως και τα όπλα: Ένα για κάθε χαρακτήρα, για να μην μπλέκουμε με stats και να διστάζεις να το αντικαταστήσεις αφού έχεις επενδύσει για την αναβάθμισή του. Ένα όπλο ο κάθε χαρακτήρας λοιπόν, και μία δευτερεύουσα επίθεση ή άμυνα (ανάλογα των χαρακτήρα).

Αυτό που παίζει τον μεγαλύτερο ρόλο βέβαια, είναι τα Sparks, τα οποία συλλέγουμε στην εξέλιξη της ιστορίας και τοποθετούμε δύο σε κάθε χαρακτήρα, ενώ αναβαθμίζονται κιόλας. Τα Sparks ποικίλουν ως προς τις δυνάμεις και τις ενέργειες που εκτελούν. Μπορεί να είναι αμυντικά, μπορεί έχουν συγκεκριμένα effects ή να εκτελούν AoE επιθέσεις. Μπορεί φαινομενικά να ακούγονται σαν ένα ακόμη διαδικαστικό στοιχείο για τη μάχη, προσφέρουν όμως αρκετά περισσότερο βάθος. Σε αυτό συντελούν (για να μην μακρηγορούμε κιόλας για κάτι που καταλαβαίνεις κάποιος εύκολα παίζοντας το παιχνίδι) όλα τα μικρά κι αρκετά στοιχεία που φτιάχνουν το σύνολο του gameplay και της μάχης συγκεκριμένα.

Από τις διαθέσιμες επιλογές επίθεσης, το είδος τους, τον τρόπο και την σειρά που θα τα εκτελέσουν, την κίνηση στον χώρο, τους χρόνους που απαιτούνται για τα cool down των ενεργειών, και φυσικά, τον συνδυασμό όλων αυτόν των πραγμάτων με σκοπό την καλύτερη δυνατή επίθεση. Να εκμαιεύσουμε και τον τελευταίο δυνατό βαθμό damage από όλο μας το οπλοστάσιο, σχεδιάζοντας την τέλεια ενορχήστρωση.

Και μετά από αυτό, να τοποθετήσουμε τους χαρακτήρες στην ασφαλέστερη θέση προκειμένου να αμυνθούμε αμέσως μετά και να κρατήσουμε ζωή γιατί δεν θα ανανεωθεί αυτόματα στην επόμενη μάχη. Θα πρέπει να πληρώσουμε νομίσματα για κάτι τέτοιο ή να αγοράσουμε power ups, με μια οικονομία του παιχνιδιού που δεν νιώθεις ποτέ ότι σου περισσεύουν για αλόγιστες σπατάλες.

Όλο αυτό το υπέροχο gameplay, αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο στο υψηλό επίπεδο δυσκολίας, κάτι που θα προτείναμε, γιατί δίνει άλλη βαρύτητα στην κάθε μας επιλογή. Από τον χαρακτήρα που θα επιλέξουμε, μέχρι το ανάλογο Spark και τη στρατηγική που θα ακολουθήσουμε, βασισμένοι στο είδος της πίστας, καθώς έχουμε και εδώ τα γνωστά ξεχωριστά objectives αλλά και τα boss fights, που ανεβάζουν πάντα λίγο παραπάνω τον πήχη και την ποικιλία. Δυστυχώς όμως, εδώ το sequel δείχνει να υστερεί λίγο του προκατόχου του. Παρότι υπάρχουν όμορφες μάχες και κάποιοι ενδιαφέροντες δεύτεροι χαρακτήρες, δεν καταφέρνουν να φτάσουν τα επίπεδα του Kingdom Battle.

Αυτό καλύπτει όλο το φάσμα της γραφής βέβαια, καθώς έχει να κάνει με το συνολικό ύφος του τίτλου. Σίγουρα, θεωρούμε δεδομένο ότι κανείς δεν παίζει παιχνίδια Mario ή Rabbids για την υπόθεση, αυτό είναι αυτονόητο. Στο Sparks of Hope τώρα, οι δημιουργοί προσπάθησαν να βάλουν μια κάποια υπόθεση και ένα γενικό σενάριο, όπου μια συμπαντική οντότητα με το όνομα Cursa, καταναλώνει πλανήτες για να τους πάρει την ενέργεια, απλώνοντας παντού μια μαύρη γλίτσα που ονομάζουν χαριτολογώντας, Darkmess. Εμείς λοιπόν κινούμαστε από πλανήτη σε πλανήτη και τον ελευθερώνουμε, μέχρι την τελική μάχη με το Cursa.

Όπως είπαμε, κανείς δεν παίζει ένα τέτοιο παιχνίδι για την υπόθεση, οπότε δεν θα την κρίνουμε. Από τη στιγμή που υπάρχει, θεωρείται καλοδεχούμενη. Το πρόβλημα προκύπτει σε κάποιους άλλους τομείς. Αρχικά, με τα voice overs, όπου λίγοι χαρακτήρες μιλάνε κανονικά, κάποιοι δεν μιλάνε καθόλου, ενώ κάποιοι τρίτοι, λένε μία ή δύο λέξεις από όλο το κείμενο που εμφανίζεται και το κάνει άβολο και περίεργο για τους πάντες.

Το βασικότερο πρόβλημα όμως, είναι ότι μέσα από την προσπάθεια να χτιστεί ιστορία, το παιχνίδι δείχνει να έχασε αρκετή από την τρέλα του. Με τους πλανήτες να έχουν μια μουντάδα και ένα γενικότερα, πιο βαρύ για την κατηγορία ύφος, αφήνοντας στην άκρη την χαρούμενη ατμόσφαιρα του Mushroom Kingdom και σε μεγάλο βαθμό, το χιούμορ και την παλαβομάρα των Rabbids.

Αυτή η μουντάδα βέβαια, πιθανόν και να είναι μια λύση ανάγκης για να καλύψει τις ομολογουμένως χαμηλές επιδόσεις του παιχνιδιού στο Switch. Ότι ένα παιχνίδι που κυκλοφορεί στο Switch θα έχει περιορισμούς τεχνικά, θεωρείται λίγο-πολύ δεδομένο άλλωστε. Αυτό που προκαλεί εντύπωση όμως, είναι πως βάζοντας ξανά το Kingdom Battle για να φρεσκάρουμε τις διαφορές, παρατηρήσαμε ότι ότι το παιχνίδι του 2017, έδειχνε, αν όχι καλύτερο σε σημεία, τουλάχιστον ίδιο. Ο σχεδιασμός του Sparks of Hope λοιπόν, θα μπορούσε να είναι μια απόπειρα να κρυφτούνε πράγματα, μέσα από πιο μουντά περιβάλλοντα και πιο τετράγωνα αντικείμενα.

Προς υπεράσπιση του τίτλου βέβαια, να πούμε ότι μέσα στις μάχες και λόγω του καρτουνίστικου σχεδιασμού και ειδικά των χαρακτήρων, που είναι καλοσχεδιασμένοι, δεν εμφανίζεται κάποιο εξόφθαλμο πρόβλημα. Εκεί που φαίνεται έντονα, είναι στα περιβάλλοντα του background και τα cutscenes, όπου το παιχνίδι εκπέμπει vibes προηγούμενων γενιών. Παρ’ όλα αυτά βέβαια, δεν παύει να είναι ένα όμορφο παιχνίδι με ευχάριστα περιβάλλοντα και εξαιρετική μουσική από εγνωσμένης αξίας και έργου συνθέτες της βιομηχανίας, με μοναδική παραφωνία την ανεξήγητα μελαγχολική μουσική του τελευταίου κόσμου. Δεν είναι άσχημη σαν μουσική, κάθε άλλο, απλά ακούγεται υπερβολικά δυσοίωνη και σοβαρή για ένα παιχνίδι που πρωταγωνιστούν ο Mario και κάτι κουνέλια που ουρλιάζουν.

Οι τεχνικοί περιορισμοί δεν τελειώνουν εδώ βέβαια, καθώς υπάρχει και το θέμα του loading. Μπορεί να έχουμε γίνει λίγο κακομαθημένοι πλέον είναι η αλήθεια, και έστω και τα λίγα δευτερόλεπτα να μας ξενίζουν, αλλά όπως και να το δει κανείς, το να χρειάζονται τρία με τέσσερα δευτερόλεπτα για να μπεις σε μια πόρτα ή να απαιτείται χρόνος φόρτωσης για να ανοίξεις το μενού και να κλείσεις τον χάρτη, κακά τα ψέματα, είναι αναχρονισμός για το 2022. Ειδικά όταν αυτό μπαίνει εμπόδιο στον εξαιρετικό gameplay ρυθμό που χαρακτηρίζει τους δύο τίτλους της σειράς. Αυτόν τον υπέροχο συνδυασμό turn-based μαχών, εξερεύνησης και περιβαλλοντικών γρίφων.

Ένα από τα πιο σημαντικά χαρίσματα του τίτλου κατά τη γνώμη μας, καθώς προσφέρει ποικιλία και σπάει την μονοτονία των συνεχόμενων μαχών. Ακόμη κι αν έχει πέσει λίγο περισσότερη δόση Ubisoft στο δεύτερο μέρος της σειράς, με ανούσιο περιεχόμενο σε μάχες που δεν διαφοροποιούνται ιδιαίτερα μεταξύ τους μερικές φορές, αυτή η επιλογή να χαλαρώνεις με βόλτες και απλούς γρίφους περιφερόμενος στον εκάστοτε πλανήτη, δίνει τη δυνατότητα να φέρεις το παιχνίδι στα μέτρα σου. Πότε με μάχες και πότε με εξερεύνηση, γρίφους και προκλήσεις. Εύκολα και σε βασικά επίπεδα, σχεδόν όλοι τους, ευχάριστοι και πάντα καλοδεχούμενοι παρ’ όλα αυτά.

Παρότι λοιπόν έχουμε ήδη αναφέρει αρκετά πράγματα ώστε να αποτυπωθεί μια σαφής εικόνα του τίτλου, υπάρχουν άλλα τόσα που θα μπορούσαν να γραφτούν. Όχι επειδή μας αρέσει να πλατειάζουμε, αλλά επειδή έχει τόσα πολλά μικρά επιμέρους τμήματα που συντελούν στη δημιουργία ενός εξαιρετικού συνόλου. Όλες αυτές οι λέξεις βέβαια, θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί, λέγοντας απλά ότι ακόμη κι όταν ολοκληρώσει κάποιος την ιστορία του τίτλου, δύσκολα θα το αφήσει κάτω και θα πάει στο επόμενο παιχνίδι.

Το πιθανότερο είναι ότι θα συνεχίσει να εξερευνά τους πλανήτες, κυνηγώντας το απόλυτο completion, γιατί είναι τόσο απολαυστικό και διασκεδαστικό. Αν κάποιος πάλι, επιστρέψει για λίγο στο πρώτο παιχνίδι, τότε είναι που θα καταλάβει ακόμη καλύτερα το πόσα βήματα μπροστά έχει κάνει το Sparks of Hope. Καθώς θα δει έναν εξαιρετικό τίτλο, όπως το Kingdom Battle, να μοιάζει αρκετά πρωτόλειο μπροστά του.

Το Mario + Rabbids: Sparks of Hope κυκλοφορεί από τις 20/10/22 για το Nintendo Switch. Το review μας βασίστηκε σε review code που λάβαμε από τη CD Media.

The post Mario + Rabbids: Sparks of Hope | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα