«Ήλθε ο Μπόμπεκ. Υπογράφει συμβόλαιο!»

Ο πρωτοπόρος Στέφαν Μπόμπεκ, το αήττητο πρωτάθλημα του 1964 και η άδικη αποπομπή του από τον Σύλλογο...

Σαράντα εννέα χρόνια πέρασαν από τη μέρα που οι εφημερίδες σκόρπισαν χαμόγελα σε όλους τους φίλους του Παναθηναϊκού. «Ήλθε ο Μπόμπεκ. Υπογράφει συμβόλαιο!» έγραφε ο ελληνικός Τύπος σαν σήμερα, στις 18 Μαΐου 1963. Μία νέα
εποχή, μία αήττητη εποχή ξεκινούσε.

Ο Χάρι Γκέιμ είχε αποχωρήσει από το Τριφύλλι με την ολοκλήρωση της σεζόν 1962-1963. Ο Παναθηναϊκός είχε τερματίσει δεύτερος στο πρωτάθλημα, όμως ο Άγγλος προπονητής έφυγε με το κεφάλι ψηλά, όντας πετυχημένος με δύο πανάξιους τίτλους σε τρία χρόνια. Δύσκολη υπόθεση ο αντικαταστάτης του. Το κοινό της αθηναϊκής ομάδας, απαιτητικό, έπρεπε να δει την καλύτερη δυνατή επιλογή για να μην απογοητευτεί. Και την είδε.

Αντικαταστάτης του Γκέιμ ο «δάσκαλος». Έτσι φώναζαν τον Στέφαν Μπόμπεκ παίκτες και οπαδοί.

To GreenZone θυμάται:

Ο Γιουγκοσλάβος προπονητής δημιούργησε μία ομάδα ανίκητη. Στην κυριολεξία. Έχτισε έναν Παναθηναϊκό, γρήγορο, τεχνικό, με συστήματα που ούτε καν μπορούσαν να αντιληφθούν οι αντίπαλοι, που εντυπωσίαζε και κέρδιζε κάθε Κυριακή το χειροκρότημα.

Δεν έχει υπάρξει ξανά στην Ελλάδα, από όταν δημιουργήθηκε η Α’ Εθνική μέχρι σήμερα, ομάδα που κέρδισε Πανελλήνιο Πρωτάθλημα αήττητη.

Ο Στέφαν Μπόμπεκ εισήγαγε στην Ελλάδα το υπερσύχρονο τότε σύστημα 4-3-3, το δίδαξε στους ποδοσφαιριστές του Παναθηναϊκού και αυτό ήταν το μεγάλο του όπλο. Τα μυστικά της μπάλας που έμαθε ο Μπόμπεκ στους παίκτες αποτυπώθηκαν γρήγορα στο χορτάρι. Την πρώτη του σεζόν στον Σύλλογο κατέκτησε χωρίς ήττα το πρωτάθλημα, με νίκη τελευταία αγωνιστική επί του Ολυμπιακού στο «Γ. Καραϊσκάκης». Την επόμενη χρονιά ο Παναθηναϊκός κέρδισε ξανά τον τίτλο, ενώ ταυτόχρονα πέτυχε την πρώτη του πρόκριση στην Ευρώπη, επί της Γκλεντόραν.

Έμεινε άλλα δύο χρόνια στο Τριφύλλι. Μπορεί να μην κέρδισε άλλα πρωταθλήματα αλλά η επιθετική του φιλοσοφία οδήγησε την ομάδα στο να πετύχει 85 γκολ (μόλις 67 έβαλε ο πρωταθλητής Ολυμπιακός) τη σεζόν 1965-66.

Η αποπομπή του ξεκίνησε από τα αποδυτήρια. Ο Γιουγκοσλάβος ήθελε να εισάγει νέες πρωτοποριακές ιδέες στην ομάδα. Πολλοί παίκτες δεν το δέχτηκαν αυτό. Η διχόνοια επικρατούσε.

Ο Μπόμπεκ είχε στο πλευρό του τους Μίμη Δομάζο και Ζαχαρία Πιτυχούτη. Οι δύο παίχτες τον πίστευαν, αναγνώριζαν το όραμα του προπονητή που τους έλεγε: «Να εισάγουμε νέες ιδέες στο ποδόσφαιρο και ας χάσουμε και έναν τίτλο».

Αντιθέτως, με πρωτοστάτη τον Αριστείδη Καμάρα -που (σύμφωνα με όσα έχουν γραφτεί, αλλά και όσα έχουν διαιωνιστεί στόμα με στόμα) λειτουργούσε περισσότερο ως... δικηγόρος παρά ως ποδοσφαιριστής- οργανώθηκε το «φάγωμα» του τεχνικού. Οι παίκτες χωρίστηκαν σε στρατόπεδα. Σε αυτούς που υπέγραφαν αιτήσεις για αποχώρηση του Μπόμπεκ και σε αυτούς που δεν υπέγραφαν. Ο Γιουγκοσλάβος έφτασε στο σημείο να μιλήσει ακόμα και για μειωμένη απόδοση ποδοσφαιριστών. Ο εμφύλιος είχε περάσει μέχρι και στην κερκίδα. Επηρεασμένοι οπαδοί από όσα διάβαζαν και άκουγαν ζητούσαν να φύγει ο προπονητής που τόσα τους είχε χαρίσει. Υπήρξαν ακόμα αρκετοί που τα έβαζαν με τον Δομάζο που τον υποστήριζε.

Τελικά επικράτησε η λογική και ο Παναθηναϊκός πρόλαβε να σώσει τα προσχήματα κατακτώντας το Κύπελλο τον Μάιο του 1967. Οι Δομάζος και Καμάρας έδωσαν τα χέρια, ο Μπόμπεκ αποχώρησε, με το όνομά του όμως να παραμένει μέχρι και σήμερα χαραγμένο στις καρδιές των φιλάθλων και να αναπολείται ως ένας από τους πιο πιο πετυχημένους προπονητές που είχε ποτέ το Τριφύλλι σε όλη του την ιστορία. Επέστρεψε δύο φορές στην Ελλάδα, για να προπονήσει τον Ολυμπιακό και μία ξανά στον Παναθηναϊκό (το 1974).
Keywords
Τυχαία Θέματα